Παρασκευή 19 Μαΐου 2017

Wolf: Ο Μακρόν και η μάχη για την ευρωζώνη


Aν η Γαλλία οδηγηθεί στον αποπληθωρισμό για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, η Λεπέν μπορεί να κερδίσει στις επόμενες εκλογές. Αναγκαία η αύξηση των μισθών στην Γερμανία.

του Martin Wolf

Η αλήθεια είναι πως «το ευρώ είναι ατελές και δεν μπορεί να αντέξει χωρίς μεγάλες μεταρρυθμίσεις». Αυτή ήταν η προειδοποίηση του υποψήφιου Εμανουέλ Μακρόν σε ένα γερμανικό κοινό.
Ως πρόεδρος, πρέπει να πείσει τη Γερμανία να αποδεχθεί τις αλλαγές που θεωρεί αναγκαίες.
Η άποψη του εγείρει τρία ερωτήματα. Έχει δίκιο που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου; Έχει εντοπίσει ποιες είναι οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις; Θα μπορέσει να τις υλοποιήσει; Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι «ναι», στο δεύτερο «ναι, αλλά μέχρις ενός σημείου» και στο τρίτο «μάλλον όχι». Ο Ζαν-Πιζανί Φερί, σύμβουλος του κ. Μακρόν, δικαιολόγησε το κλίμα συναγερμού σε άρθρο που έγραψε πέρυσι. «Η επιβίωση του ευρώ βασίζεται περισσότερο στο φόβο των δυσμενών επιπτώσεων μιας διάλυσης παρά στις προσδοκίες ότι θα προσφέρει σταθερότητα και ευημερία» σημείωσε. «Αυτό δεν είναι ένα σταθερό σημείο ισορροπίας» πρόσθεσε.

Ο φόβος είναι πανίσχυρος: είναι ο λόγος που η Ελλάδα βρίσκεται ακόμα στην ευρωζώνη. Αλλά το να στηρίζονται όλα σε αυτόν καταστρέφει την πίστη στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Επιπλέον, οι εθνικές εκλογές μετατρέπονται σε συγκρούσεις ανάμεσα στους υπερασπιστές και στους πολέμιους του αντιδημοφιλούς status quo. Αργά ή γρήγορα, ένας από τους τελευταίους θα εκλεγεί σε κάποια μεγάλη χώρα. Η ευρωζώνη είναι πολύ πιο σταθερή σήμερα από ότι πριν λίγα χρόνια. Αλλά οι ρωγμές παραμένουν.
Αυτό οδηγεί στις λύσεις που προτείνει ο Μακρόν. Έχει προτείνει βαθύτερη δημοσιονομική ενοποίηση, με έναν προϋπολογισμό της ευρωζώνης, υπουργό Οικονομικών και κοινοβουλευτική εποπτεία, μαζί με μια ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης.
Θα έχει αποτελέσματα αυτή η ατζέντα ομοσπονδιοποίησης; Η απάντηση είναι πως, ακόμα και αν ήταν εφικτή, δεν θα ήταν ούτε μια επαρκής ούτε μια αναγκαία λύση. Ο φεντεραλισμός δεν είναι μια επαρκής απάντηση γιατί ακόμα και οι ομοσπονδίες διαλύονται. Ακόμη περισσότερο, εντός των ομοσπονδιών, οι φτωχότερες περιοχές μπορούν να καταντήσουν να ζουν για πάντα με «ελεημοσύνες». Αυτό θα ήταν φριχτό για την ευρωζώνη. Ο φεντεραλισμός είναι πράγματι αναγκαίος, αλλά σε ένα περιορισμένο βαθμό.
Για να το κατανοήσει κανείς αυτό, χρειάζεται να αναλογιστεί τα ελαττώματα της ευρωζώνης. Υπάρχουν τρία: ανεπαρκής διαμοιρασμός ρίσκου, αδυναμία εφαρμογής των κατάλληλων μακροοικονομικών πολιτικών και ασύμμετρη εσωτερική προσαρμογή.
Όταν προκύπτουν ζημίες, είναι αναγκαίο να κατανέμονται ανάμεσα στους πιστωτές και τους δανειστές. Ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτό είναι μέσω μηχανισμών της αγοράς, κυρίως μέσω χρηματοπιστωτικών θεσμών και χρηματοδότηση κεφαλαίων. Αυτός είναι ο λόγος που έχουν μεγάλη σημασία οι σχεδιασμένες τραπεζικές και κεφαλαιακές αγορές. Εξίσου σημαντική είναι η βελτίωση των μηχανισμών για την απομείωση απλήρωτων χρεών. Ο καλύτερος τρόπος για να απορροφηθούν προσωρινά αρνητικά σοκ σε συγκεκριμένες χώρες είναι μέσω της εθνικής δημοσιονομικής πολιτικής, με την στήριξη, αν είναι αναγκαίο, έκτακτης χρηματοδότησης.
Έχουμε μάθει από την κρίση της ευρωζώνης πως η κεντρική τράπεζα πρέπει να είναι έτοιμη να δράσει ως δανειστής έσχατης ανάγκης στις αγορές χρέους των χτυπημένων από την κρίση χωρών. Διαφορετικά, η έλλειψη ρευστότητας μπορεί να προκαλέσει αχρείαστες χρεοκοπίες. Έχουμε μάθει επίσης ότι η νομισματική πολιτική μπορεί να μην καταφέρει να αντισταθμίσει τα αρνητικά σοκ σε όλη την ευρωζώνη. Η ενεργητική δημοσιονομική πολιτική ίσως να είναι και αυτή αναγκαία. Που κολλάει ο δημοσιονομικός φεντεραλισμός; Ο συνάδελφος μου, Μάρτιν Σαντμπού, υποστηρίζει πως έχει έναν ρόλο στην απορρόφηση των σοκ, ακόμα και στις ΗΠΑ. Ο βαθμός της δημοσιονομικής ενοποίησης που απαιτείται για την διαχείριση του διαμοιρασμού ρίσκου είναι σχετικά περιορισμένος: στήριξη για την εγγύηση καταθέσεων και μια περιορισμένη ποσότητα ασφαλών ομολόγων.
Εν τω μεταξύ, ο ομοσπονδιακός προϋπολογισμός που είναι απαραίτητος για τη σταθεροποίηση της ευρωζώνης φαίνεται υπερβολικά μεγάλος. Μια εναλλακτική είναι να χρησιμοποιηθούν συντονισμένα οι εθνικοί προϋπολογισμοί. Αλλά η αντίθεση της Γερμανίας σε οποιαδήποτε αντικυκλική δημοσιονομική πολιτική φαίνεται να αποκλείει τέτοιες ιδέες. Αλλά το μεγαλύτερο κομμάτι που λείπει από την ευρωζώνη δεν είναι ούτε η ενεργητική δημοσιονομική πολιτική ούτε η μακροπρόθεσμη δημοσιονομική στήριξη, αλλά η συμμετρική προσαρμογή.
Μια πρόσφατη έκθεση από το ινστιτούτο Bruegel επισημαίνει το μέγεθος και τη σημασία των μεταβολών στην ανταγωνιστικότητα μεταξύ των τριών πιο σημαντικών οικονομιών της ευρωζώνης – της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας – από την δημιουργία του ενιαίου νομίσματος. Δείχνει την τεράστια βελτίωση της ανταγωνιστικότητας στη Γερμανία με τη μορφή της πτώσης του μοναδιαίου εργατικού κόστους. Οι μεταβολές αυτές συνέβησαν γιατί οι απολαβές των εργαζομένων αναπτύχθηκαν με πιο αργό ρυθμό από την παραγωγικότητα στη Γερμανία, με περίπου τον ίδιο ρυθμό στη Γαλλία και με ταχύτερο ρυθμό στην Ιταλία. Ως εκ τούτου, το μερίδιο της εργασίας στα εισοδήματα του γερμανικού επιχειρηματικού τομέα υποχώρησε σημαντικά, ενώ αυξήθηκε στη Γαλλία και στην Ιταλία.
Ο συνδυασμός βελτιωμένης ανταγωνιστικότητας με υψηλά κέρδη (και άρα αποταμιεύσεις) οδήγησε στο τεράστιο γερμανικό πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Μετά την κρίση, αυτές οι αποκλίσεις στο κόστος σταμάτησαν να διευρύνονται, αλλά δεν έχουν αντιστραφεί. Αυτό σημαίνει πως αν η εγχώρια ζήτηση στις γαλλικές ή ιταλικές οικονομίες ήταν αρκετή ισχυρή για να διαγράψει το μέρος της ανεργίας που οφείλεται στην αδύναμη ζήτηση, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα κατέγραφε σημαντικό έλλειμμα. Αν είχαν επίσης ισοσκελισμένες δημοσιονομικές θέσεις, ο ιδιωτικός τους τομέας θα έπρεπε να έχει σημαντικά ελλείμματα (πλεόνασμα αποταμιεύσεων έναντι εισοδήματος). Αλλά ο ιδιωτικός τομέας στη Γαλλία και στην Ιταλία έχει σημαντικά πλεονάσματα, ακόμα και με χαμηλά επιτόκια. Κατά συνέπεια, μια σημαντική δημοσιονομική σύσφιξη αναμένεται να προκαλέσει σημαντική εγχώρια επιβράδυνση.
Οι λύσεις που προτείνει η Γερμανία για τις αποκλίσεις στην ανταγωνιστικότητα είναι να ακολουθήσουν όλοι το δικό τους μοντέλο. Έχει επιτύχει: το 2016, όλα τα μέλη της ευρωζώνης, εξαιρουμένης της Γαλλίας, είχαν πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Το ισοζύγιο της ευρωζώνης γύρισε από έλλειμμα 1,2% του ΑΕΠ το 2008 σε πλεόνασμα 3,4% το 2016. Αν η Γαλλία οδηγηθεί σε ένα μακροπρόθεσμο ανταγωνιστικό αποπληθωρισμό, η Μαρίν Λεπέν μπορεί να γίνει πρόεδρος την επόμενη φορά. Ο κ. Μακρόν πρέπει να ρωτήσει την Άνγκελα Μέρκελ αν η Γερμανίδα καγκελάριος είναι πρόθυμη να το διακινδυνεύσει αυτό. Οι μεταρρυθμίσεις στη Γαλλία είναι αναγκαίες. Το ίδιο είναι και η εξέλιξη θεσμών διαμοιρασμού ρίσκου.
Αλλά η ευρωζώνη χρειάζεται και ένα μεγάλο άλμα στους μισθούς στη Γερμανία.
Θα συμβεί; Πολύ φοβάμαι πως όχι.

euro2day

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου