Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

Η Ελληνική Κρίση Από Τη Σκοπιά Της Ασίας

analitis


Οι ασιατικές χώρες παρακολουθούν την ελληνική κρίση να ξεδιπλώνεται με ένα μείγμα φθόνου και χαιρεκακίας. Όταν βίωσαν τη δική τους χρηματοπιστωτική κρίση το 1997, έλαβαν μακράν λιγότερη βοήθεια, υπό μακράν σκληρότερους όρους. Αλλά ανέκαμψαν επίσης πολύ πιο δυναμικά, γεγονός που υποδηλώνει πως τα ολοένα μεγαλύτερα προγράμματα διάσωσης ενδέχεται να μην είναι η καλύτερη συνταγή για ανάκαμψη.
Από την έναρξη της κρίσης, η Ελλάδα έχει λάβει τεράστια χρηματοδότηση από τη λεγόμενη «τρόικα»: την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Έλαβε πακέτα διάσωσης το 2010 και το 2012, συνολικού ύψους 240 δισεκατομμυρίων ευρώ (266 δισ. δολαρίων), συμπεριλαμβανομένων και 30 δισεκατομμυρίων ευρώ από το ΔΝΤ, ποσό τουλάχιστον τριπλάσιο από το αθροιστικό όριο της Ελλάδας για δανεισμό από το ΔΝΤ. Η τελευταία συμφωνία υπόσχεται έως και 86 ακόμα δισεκατομμύρια ευρώ.
Αντίθετα, το πακέτο διάσωσης της Νότιας Κορέας το 1997 – το οποίο ήταν μεγαλύτερα από εκείνα που έλαβαν η Ινδονησία, η Ταϊλάνδη ή οι Φιλιππίνες – ανερχόταν σε 57 δισεκατομμύρια δολάρια, με τα 21 να προέρχονται από το ΔΝΤ. Τον καιρό εκείνο, το ετήσιο ΑΕΠ της Νότιας Κορέας ήταν 560 δισεκατομμύρια δολάρια* το 2014, το ελληνικό ΑΕΠ ανερχόταν σε λιγότερα από 240 δισεκατομμύρια δολάρια.

Το ΔΝΤ μοιάζει να έχει δανείσει στην Ελλάδα ένα τόσο μεγάλο ποσό για πολιτικούς λόγους. Κατ΄ αρχάς, κατά το ξέσπασμα της κρίσης, ο τότε γενικός διευθυντής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος-Καν ήταν ένας από τους κύριους υποψηφίους για την προεδρία της Γαλλίας. Γενικότερα, οι μείζονες μέτοχοι του ΔΝΤ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ζωτικά συμφέροντα στη σταθεροποίηση της Ελλάδας προκειμένου να διαφυλαχθούν οι γαλλικές και γερμανικές τράπεζες και να διατηρηθεί η ενότητα του ΝΑΤΟ. Ο Ντέσμοντ Λάχμαν, πρώην αναπληρωτής διευθυντής του τμήματος πολιτικής του ΔΝΤ, έχει αποκαλέσει τον διεθνή θεσμό «μαύρο ταμείο», που έχει αποτελέσει αντικείμενο κατάχρησης από τους πολιτικούς αφέντες του κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης.
Είναι βέβαιο πως το οικονομική χάος που έχει δημιουργηθεί στην Ελλάδα – το αποτέλεσμα κυβερνητικής ακολασίας, κρατικής διαφθοράς, και εκτεταμένης φοροδιαφυγής – άξιζε κάποια διεθνή βοήθεια. Και το ΔΝΤ έθεσε πράγματι κάποιους όρους για τα δάνειά του προς την Ελλάδα – συμπεριλαμβανομένων της δημοσιονομικής λιτότητας, των ιδιωτικοποιήσεων και της διαρθρωτικής μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού και φορολογικού συστήματος της χώρας – τα περισσότερα εκ των οποίων ήταν αναγκαία για την αντιμετώπιση της αφερεγγυότητας της χώρας. Οι απαιτήσεις της τελευταίας συμφωνίας διάσωσης είναι οι πλέον σκληρές – ακόμα σκληρότερες από εκείνες που οι Έλληνες ψηφοφόροι απέρριψαν κατά συντριπτική πλειοψηφία σε ένα δημοψήφισμα νωρίτερα αυτόν το μήνα.
Αλλά το μέγεθος της βοήθειας παραμένει τεράστιο, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς πόσο μικρή πρόοδο έχει σημειώσει η Ελλάδα στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που είχε υποσχεθεί κατά το παρελθόν. Αυτό αντίκειται πλήρως στην εμπειρία της Ασίας το 1997.
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, το πρόβλημα της Ασίας δεν ήταν μια κρίση αφερεγγυότητας, αλλά μια κρίση ρευστότητας, που προκλήθηκε από μια ξαφνική αντιστροφή της ροής κεφαλαίων. Στη Νότια Κορέα, οι καθαρές εισροές ιδιωτικών κεφαλαίων ύψους 4,8% του ΑΕΠ το 1996, μετατράπηκαν σε καθαρές εκροές ύψους 3,4% του ΑΕΠ το 1997. Αν και η συσσώρευση σημαντικών βραχυπρόθεσμων χρεών προς το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τον εταιρικό τομέα ενίσχυσαν πράγματι το σοκ, οι πρωταρχικοί παράγοντες που πυροδότησαν την κρίση ήταν η έλλειψη διεθνούς ρευστότητας, η πανικόβλητη συμπεριφορά των επενδυτών, και η χρηματοπιστωτική μετάδσοση.
Ωστόσο, το ΔΝΤ επέβαλε ακόμη αυστηρότερους όρους στην Ασία από ό,τι έχει επιβάλει στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων της δημοσιονομικής λιτότητας, της αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής και της χρηματοοικονομικής αναδιάρθρωσης. Ορισμένες από αυτές τις απαιτήσεις υπήρξαν σαφώς περιττές, όπως αποδεικνύεται από τη Μαλαισία, η οποία ανέκαμψε γρήγορα από την κρίση χωρίς τη βοήθεια του ΔΝΤ.
Σε κάθε περίπτωση, οι δράσεις ήταν προσωρινές. Μόλις άρχισε να ανακάμπτει η εμπιστοσύνη και οι συνθήκες της αγοράς σταθεροποιήθηκαν, οι οικονομίες της Ανατολικής Ασίας μετέστρεψαν τις νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές τους προς την επέκταση και υιοθέτησαν τη μεγάλης κλίμακας συναλλαγματική υποτίμηση – προσπάθειες που ενίσχυσαν την εξαγωγική τους ανταγωνιστικότητα. των εξαγωγών τους. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, στις οποίες περιλαμβάνονταν το άμεσο κλείσιμο των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και η εξάλειψη των μη εξυπηρετούμενων δανείων, συνέβαλαν επίσης στην ενίσχυση της ανάκαμψης.
Στη Νότια Κορέα, για παράδειγμα, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ ανέκαμψε γρήγορα από -6,7% το 1998 σε 9,5% το 1999. Μέχρι τα μέσα του 2003, 776 από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας είχαν κλείσει. Και η ισχυρή δέσμευση των αρχών για μεταρρυθμίσεις αποκατέστησε την εμπιστοσύνη των επενδυτών, αναζωογονώντας τις εισροές ιδιωτικών κεφαλαίων και την ενεργοποιώντας εκ νέου το εξωτερικό εμπόριο.
Η Ελλάδα, αντίθετα, έχει αποτύχει παταγωδώς να παράξει ανάκαμψη. Αντί να μειωθεί στο 110% όπως είχε προγραμματιστεί, ο λόγος του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ αυξήθηκε στο 170%. Το ετήσιο κατά κεφαλήν πραγματικό εισόδημα συρρικνώθηκε κατά 4,8%, κατά μέσο όρο, τα τελευταία έξι χρόνια. Η ανεργία ανέρχεται στο 26%, και πλανάται γύρω στο 50% μεταξύ των νέων.
Υπ΄ αυτό το πρίσμα, δεν ήταν έκπληξη το γεγονός ότι η Ελλάδα, αδυνατώντας να βρει 1,5 δισ. ευρώ στα τέλη Ιουνίου, έγινε η πρώτη ανεπτυγμένη χώρα που αθετεί πληρωμή προς το ΔΝΤ. Καθυστερημένα, το Ταμείο αναγνωρίζει πως οι συμβουλές σε θέματα δανεισμού και πολιτικής υπήρξαν αποτυχημένες στην Ελλάδα.
Η ελληνική κυβέρνηση απαίτησε τότε μεγαλύτερη χρηματοοικονομική στήριξη υπό λιγότερο αυστηρού όρους. Αλλά όπως έχουν πλέον αναγνωρίσει οι πιστωτές της, η παροχή περισσότερων χρημάτων δεν θα αντιμετωπίσει την αφερεγγυότητα της Ελλάδας. Γι΄ αυτό και η νέα συμφωνία απαιτεί την άμεση μείωση των συντάξεων, την αύξηση των φόρων (αρχής γενομένης με το φόρο προστιθέμενης αξίας), την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, και τη συμμόρφωση με αυστηρούς περιορισμούς δαπανών. Συγχρόνως, η διαγραφή επίσημου χρέους, όπως το «κούρεμα» που δόθηκε στους ιδιώτες πιστωτές το 2012, θα καταστεί αναγκαίο.
Πολλοί αμφισβητούν το κατά πόσο είναι απολύτως απαραίτητες οι αγωνιώδεις μεταρρυθμίσεις· αν η χώρα επέστρεφε στη δραχμή, προτείνουν, θα μπορούσε να προβεί σε μειώσεις των επιτοκίων και να υποτιμήσει τη συναλλαγματική της ισοτιμία, παράγοντας έτσι μια ανάκαμψη υποκινούμενη από τις εξαγωγές. Αλλά δεδομένου του μικρού εξαγωγικού τομέα στην Ελλάδα, για να μη μιλήσουμε για την αδυναμία της παγκόσμιας οικονομίας, μια τέτοια ανάκαμψη ενδέχεται να είναι ανέφικτη. Το καλύτερο στοίχημα για την Ελλάδα είναι οι μεταρρυθμίσεις.
Μέχρι στιγμής, η Ελλάδα έχει δείξει απρόθυμη να προβεί σε επώδυνες προσαρμογές του εσωτερικού μισθολογίου και να εφαρμόσει μεταρρυθμιστικά μέτρα που επιβάλλονται από τους ξένους. Ίσως η τελευταία συμφωνία, η οποία επιτεύχθηκε με την Ελλάδα στο χείλος του γκρεμού, αποδειχθεί σημείο καμπής, με την Ελλάδα επιτέλους να δεσμεύεται ενεργά για την οικονομική και δημοσιονομική μεταρρύθμιση. Διαφορετικά, η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη – με όλες τις παρεπόμενες κοινωνικές και οικονομικές τριβές – μοιάζει σχεδόν αναπόφευκτη.
Οι Ασιάτες παρακολουθούν με συμπάθεια την πτώση της γενέτειρας του δυτικού πολιτισμού. Ίσως όμως η Ελλάδα θα πρέπει να κοιτάξει προς την Ασία προκειμένου να βρει αποδείξεις για το ότι, αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τη μοίρα της, μια χώρα μπορεί να βγει ισχυρότερη ακόμα κι από τις πιο δύσκολες δοκιμασίες.



* Ο Lee Jong-Wha, καθηγητής Οικονομικών και διευθυντής του Ασιατικού Ινστιτούτου Έρευνας στο Πανεπιστήμιο της Κορέας, υπηρέτησε ως επικεφαλής οικονομολόγος και επικεφαλής του Γραφείου για την Περιφερειακής Οικονομικής Ολοκλήρωση στην Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης και υπήρξε ανώτερος σύμβουλος διεθνών υποθέσεων του πρώην προέδρου της Νοτίου Κορέας Lee Myung-bak.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου