Σάββατο 16 Μαΐου 2015

Από τον Γεώργιο Α’ στην αρχή της δεδηλωμένης*

Το Ποντίκι 


του Ξενοφώντος Μπρουντζάκη

Πριν από τη συμφωνημένη άφιξη του Γεωργίου Α’, οι αντιθέσεις των δυο παρατάξεων στις οποίες είχαν χωριστεί τα μέλη της Εθνοσυνέλευσης (των Ορεινών και των Πεδινών κατά τα γαλλικά επαναστατικά πρότυπα) όχι μόνο δεν αμβλύνθηκαν, αλλά αντίθετα οδηγήθηκαν σε βίαιες ένοπλες συγκρούσεις. 
 
Στο αδιέξοδο των συγκρούσεων συμφωνήθηκε ως προσωρινή λύση να αναλάβει η Εθνική Συνέλευση και την εκτελεστική εξουσία διά του προέδρου της Α. Μωραϊτίνη. Η επιλογή αυτή, ωστόσο, δεν απέδωσε, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν εκ νέου οι συγκρούσεις στα άκρα. Η σύγκρουση των Ορεινών με τους Πεδινούς αυτή τη φορά άφησε πίσω της πολλά θύματα. Ενδεικτικό του αδιεξόδου είναι οι διαδοχικές κυβερνήσεις Μπ. Ρούφου, Δ. Βούλγαρη και Κ. Κανάρη, που σχηματίστηκαν, αλλά δεν κατάφεραν να βρουν ερείσματα για να κυβερνήσουν. Η άφιξη του νέου βασιλιά έμοιαζε να είναι η μόνη διέξοδος που απέμενε για να βγει η χώρα από το πολιτικό αδιέξοδο… 
 
Η βασιλική άφιξη
O βασιλιάς Γεώργιος Α’ αφίχθη στον Πειραιά στις 17 Οκτωβρίου 1863 με τον ατμοδρόμονα «Ελλάς», τον οποίο συνόδευαν τρία πλοία των Μεγάλων Δυνάμεων. Πλήθος κόσμου είχε κατακλύσει τους δρόμους επιφυλάσσοντας θερμή υποδοχή στον νεαρό βασιλιά. Όπως γράφει η εφημερίδα της εποχής «Εθνοφύλαξ»: «Ητο αληθώς μαγευτικώτατον και συγκινητικώτατον το θέαμα τούτο, όπερ αδύνατον να περιγράψη και ο γραφικώτερος κάλαμος». Στις 31 Οκτωβρίου 1863, ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης ο Γεώργιος Α’ ορκίσθηκε «Βασιλεύς των Ελλήνων» και εξέδωσε το πρώτο του διάγγελμα – η πρώτη «υπόσχεσις» όπως ονομάστηκε – προς τον ελληνικό λαό. 
 
Προσάρτηση Επτανήσων - νέο Σύνταγμα 
Σε εκείνη τη δύσκολη συγκυρία για την Ελλάδα έγινε στο Λονδίνο ένα μικρό αλλά καθοριστικό βήμα για την εθνική ολοκλήρωση με τη συνθήκη για την Ένωση των Επτανήσων. Έτσι, λίγο μετά την άφιξη του Γεωργίου, η Εθνοσυνέλευση κατοχύρωσε και νομοθετικά την προσάρτηση των Επτανήσων (14 Νοεμβρίου 1863). Αμέσως έγιναν εκλογές και τα νησιά έστειλαν τους αντιπροσώπους τους στην Εθνοσυνέλευση. Αρχικά θα συγκροτήσουν δική τους αυτόνομη ομάδα με την αιτιολογία ότι ήθελαν να μείνουν αμέτοχοι στους κομματικούς ανταγωνισμούς. Ταυτόχρονα οι έντονες πολιτικές αντιπαραθέσεις και οι αβυσσαλέοι ανταγωνισμοί καθυστερούσαν τη σύνταξη του νέου Συντάγματος.
 
Προκειμένου να βρεθεί μια λύση και μπροστά στο αδιέξοδο παρενέβη ο νέος βασιλιάς απειλώντας ότι αν δεν επισπευσθούν οι εργασίες θα αποχωρούσε. Η απειλή του έπιασε τόπο και το νέο Σύνταγμα τέθηκε σε ισχύ στις 17 Νοεμβρίου 1864. Το νέο Σύνταγμα συντάχθηκε σύμφωνα με το βελγικό του 1831 και το αντίστοιχο της Δανίας του 1846, πράγμα που το καθιστούσε ιδιαίτερα φιλελεύθερο και εγκαθιστούσε τη βασιλευομένη δημοκρατία ως πολίτευμα της χώρας. Αντικαθιστώντας δε το Σύνταγμα του 1843, υιοθετούσε την απόλυτη υπεροχή της λαϊκής θέλησης απέναντι στη βασιλική εξουσία. 
 
Η αρχή της δεδηλωμένης 
Ο Γεώργιος από την αρχή της βασιλείας του δεν έδειξε ότι ήθελε να μείνει αμέτοχος στο πολιτικό παιχνίδι. Μέχρι το 1875, ο βασιλιάς διατηρούσε το προνόμιο να διορίζει κυβερνήσεις σύμφωνα με τη δική του επιλογή. Ήδη από το 1870 είχε αρχίσει να προβληματίζει έντονα αρκετούς βουλευτές, μια και έτσι στην ουσία σχηματίζονταν συνήθως κυβερνήσεις μειοψηφίας, σύμφωνα με τη θέληση του βασιλιά. Αυτός ο έντονος προβληματισμός εκφράστηκε και από σημαντικούς πολιτικούς της εποχής, όπως ο Επαμεινώνδας Δεληγιώργης, ο Λομβάρδος και ο Κουμουνδούρος. 
 
Οι αντιδράσεις κορυφώθηκαν και το θέμα έλαβε μεγάλες διαστάσεις μετά την καθοριστική παρέμβαση του Χαριλάου Τρικούπη με το άρθρο του στην εφημερίδα «Καιροί» της 29.6.1874 με τον τίτλο «Τίς πταίει;». Εκεί ο Τρικούπης κατηγορούσε τον βασιλιά Γεώργιο Α’ ότι εφάρμοζε καθεστώς απόλυτης μοναρχίας, επειδή διόριζε κατά βούληση πρωθυπουργούς από τα κόμματα της μειοψηφίας χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τα αποτελέσματα των εκάστοτε βουλευτικών εκλογών. Στην επίσπευση της λύσεως σε αυτή την υπόθεση, ρόλο έπαιξαν τα λεγόμενα «Στηλιτικά», ένα κοινοβουλευτικό πραξικόπημα εκ μέρους του Βούλγαρη προκειμένου να έχει νομοθετικό έργο χωρίς να κατέχει την πλειοψηφία των εδρών.
 
Μετά την αναταραχή που προκλήθηκε, πρωθυπουργός διορίστηκε ο Τρικούπης, που αμέσως ζήτησε εκλογές. Παρά την εκλογική αποτυχία του ίδιου, επιτυχία του ήταν ότι ο Γεώργιος ο Α’ δεσμεύτηκε τον Αύγουστο του 1875 στον Λόγο του Θρόνου ενώπιον του Κοινοβουλίου ότι θα διόριζε στο εξής μόνο πρωθυπουργούς που θα απήλαυαν της εμπιστοσύνης της Βουλής.
 
«Απαιτών ως απαραίτητον προσόν των καλουμένων παρ’ εμού εις την κυβέρνησιν του τόπου την δεδηλωμένην προς αυτούς εμπιστοσύνην της πλειοψηφίας των αντιπροσώπων του έθνους, απεκδέχομαι ίνα η Βουλή καθιστά εφικτήν την ύπαρξιν του προσόντος τούτου ου άνευ αποβαίνει αδύνατος η εναρμόνιος λειτουργία του πολιτεύματος».
Γεώργιος Α’ της Ελλάδος στον Λόγο του Θρόνου του 1875.
 
Κρίσιμες στιγμές - Η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου
Την ίδια περίοδο στο διεθνές επίπεδο βρισκόταν σε μεγάλη έξαρση το Ανατολικό Ζήτημα, ιδιαίτερα μετά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1877 που οδήγησε στη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και τη δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας, που έρχονταν σε ευθεία σύγκρουση με τις εθνικές μας επιδιώξεις. Με τη συνθήκη, η Βουλγαρία ανακηρύχθηκε σε μεγάλη και αυτόνομη ηγεμονία συνολικής έκτασης 163.000 τετρ. χλμ., περιλαμβάνοντας την περιοχή από τον Δούναβη μέχρι το Αιγαίο, κατά Β.-Ν., και από Μαύρη Θάλασσα μέχρι τον Δρίνο ποταμό, κατά Α.-Δ., δηλαδή, εκτός από τη σημερινή Βουλγαρία, τμήμα της Ανατολικής Θράκης, την περιοχή της Ξάνθης, τη μετέπειτα Ελληνική Μακεδονία πλην Θεσσαλονίκης, Χαλκιδικής, Πιερίας, Ημαθίας, Γρεβενών και Κοζάνης, ολόκληρη τη σημερινή πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, τις λίμνες Πρέσπες και Αχρίδα, μέχρι και εδάφη της σημερινής Αλβανίας (όπως η Κορυτσά).
 
Παρά το γεγονός ότι η συνθήκη του Βερολίνου δεν επέτρεπε την επέκταση της Βουλγαρίας, η ελληνική πλευρά βρέθηκε μπροστά σε ένα μεγάλο πρόβλημα που τη γέμιζε με ανησυχία και ιδιαίτερη αμηχανία έναντι των μελλοντικών εξελίξεων. 
 
Στο εσωτερικό της Ελλάδας επικράτησαν τυφλές κομματικές συγκρούσεις που τελικά οδήγησαν στα τέλη του 1876 στη συγκρότηση μιας οικουμενικής κυβέρνησης με πρόεδρο τον Κ. Κανάρη και τη συμμετοχή όλων των πολιτικών αρχηγών (Α. Κουμουνδούρος, Χ. Τρικούπης, Θρ. Ζαΐμης, Θ. Δηλιγιάννης). Η προσπάθεια της οικουμενικής έπεσε στο κενό, καθότι η συνεννόηση των πολιτικών αρχηγών – αν αυτό σας θυμίζει κάτι – υπήρξε αδύνατη, με συνέπεια μετά τον θάνατο του Κ. Κανάρη, η κυβέρνηση να μείνει ακέφαλη και η Ελλάδα να βρεθεί στο ξέσπασμα της θεσσαλικής εξέγερσης δίχως κυβέρνηση… 


Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 1862 στις 30-04-2015 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου