Κυριακή 3 Μαΐου 2015

Η φθίνουσα πορεία των ευρωπαϊκών κρατών

Νέα Πολιτική


του Χρήστου Ζιώγα*
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος αποτέλεσε την αρχή του τέλους της ευρωπαϊκής κυριαρχίας στο διεθνές σύστημα, η οποία ξεκίνησε τον 15ο αιώνα και τερματίστηκε με το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η σταδιακή αποδόμηση των αποικιακών καθεστώτων από τη δεκαετία του΄50 επέφερε το τέλος των αυτοκρατοριών του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας ενισχύοντας έτι περαιτέρω τον κρατοκεντρικό χαρακτήρα των διεθνών σχέσεων και αναδιαμορφώνοντας την πλανητική ιεραρχία ισχύος.
Στην παρούσα συγκυρία τα ευρωπαϊκά κράτη, ενώ αποτελούν πολιτικά δημοκρατικές και τεχνολογικά προηγμένες κοινωνίες με σύγχρονο και αποτελεσματικό διοικητικό μηχανισμό, με όρους κατανομής ισχύος ταξινομούνται ως δυνάμεις δεύτερης κατηγορίας εν σχέσει με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα, την Ρωσσία, την Ιαπωνία και στο ορατό μέλλον την Ινδία και τη Βραζιλία. Μεταπολεμικά, η συνειδητοποίηση της συγκεκριμένης κατάστασης αδυναμίας εκίνησε την πολυεπίπεδη διαδικασία ευρωπαϊκής ενοποίησης, με αντικειμενικό σκοπό να διατηρήσουν οι ευρωπαϊκές χώρες, στο μετρό του δυνατού, τη θέση και το ρόλο τους στο διεθνές σύστημα. Φυσικά, στο βαθμό που το όλο εγχείρημα αφορά έθνη με αξιοσημείωτες ιστορικές διαδρομές, η εξελικτική πορεία πολιτικής συγκρότησης του ευρωπαϊκού χώρου έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα που αποτυπώνει θεσμικά την απροθυμία των κρατών να παραχωρήσουν την πολιτική τους κυριαρχία, ιδιαίτερα σε κρίσιμους τομείς, έτσι ώστε να αφομοιωθούν σε μια νέα υπερεθνική δομή.

Τα κράτη – μέλη της Ένωσης στην παρούσα κρίση «διαπραγματεύονται» την ανακατανομή του μειούμενου μεριδίου τους στο διεθνοποιημένο οικονομικό σύστημα.  Οι αναδυόμενοι οικονομικοί και πολιτικοί πόλοι διευρύνουν συνεχώς το ποσοστό τους στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και πλούτου και μη συμμεριζόμενοι τις ευρωπαϊκές κοινωνικές «ευαισθησίες» ανταγωνίζονται εντονότερα και τα πλέον παραγωγικά ευρωπαϊκά κράτη. Η Γερμανία αναμφίβολα αποτελεί την πιο ανταγωνιστική οικονομία που λόγω και μεγέθους αξιώνει ένα ενεργότερο ρόλο εντός της ΕΕ. Η δομή και η λειτουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) διευκολύνει κυρίως τις γερμανικές βλέψεις για υψηλή απασχόληση στην οικονομία της μέσω αυξημένων εξαγωγών εκτός αλλά και εντός της Ευρωζώνης. Ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός των 145 δις € δεν επαρκεί για να αναδιανείμει πόρους εντός της ΕΕ και να διατηρήσει το βιοτικό επίπεδο των κοινωνιών αμβλύνοντας τις μεταξύ τους αποκλίσεις. Ο έντονος οικονομικός ανταγωνισμός έξωθεν, παρεμποδίζει μεγαλύτερες αναδιανομές και κοινές πολιτικές έσωθεν, διότι τα πιο παραγωγικά κράτη επανεπενδύουν κατά προτεραιότητα τα πλεονάσματά τους με τρόπο και σε τομείς ώστε να διατηρήσουν τη θέση τους στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και όχι να διευρύνουν ή να οικοδομήσουν κοινές ευρωπαϊκές δράσεις.
Η διαδικασία ευρωπαϊκής συσσωμάτωσης δρομολογήθηκε λόγω αδυναμίας των κρατών της Γηραιάς Ηπείρου κι όχι ως ένδειξη ισχύος. Ήταν ένας τρόπος να διαχειριστούν οι ευρωπαϊκοί λαοί τη φθίνουσα πορεία τους στο ιστορικό γίγνεσθαι. Όσο τα εν λόγω κράτη υποστασιώναν τους βασικούς δρώντες του διεθνούς συστήματος απολάμβαναν αυτάρεσκα το σημαίνοντα ρόλο τους και οι μεταξύ τους ανταγωνισμοί καθόριζαν την τάξη ή την αταξία σε παγκόσμια κλίμακα. Μπορεί, λοιπόν, οι ενδοευρωπαϊκές έριδες να έχουν χάσει την κοσμοϊστορική τους σημασία, όπως διατύπωσε ο Παναγιώτης Κονδύλης, εξακολουθούν όμως, ισχνότερες και μετασχηματοποιημένες στα πλαίσια της ευρωπαϊκής πραγματικότητας καθώς και προσαρμοσμένες στο μέτρο πλέον που τις αναλογούν εντός του δυτικού κόσμου και των πλανητικών συσχετισμών, να συντελούν στη διαμόρφωση και να καθορίσουν την τύχη της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αν η ΕΕ δεν κατορθώσει να διαχειριστεί από κοινού και αποδεκτά την απομείωση του ρόλο της στο διεθνές σύστημα και συνεχιστεί η ασύμμετρη φθίνουσα πορεία, για κάποια κράτη-μέλη, θα εμφανιστούν φυγόκεντρες τάσεις που θα αποδομήσουν το όλο εγχείρημα. Οι ευρωπαϊκές φιλονικίες, ακόμη κι αν δεν προκαλούν στους τρίτους αντίστοιχο «τρόμο» όπως στο παρελθόν, αν δεν αποτραπούν θα λειτουργήσουν επιβαρυντικά και για την ούτως ή άλλως προβληματική περιφερειακή σταθερότητα. 

* Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου