Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

Το «Δόγμα Τρούμαν» και η πολιτική της «ανάσχεσης» ως καταλύτες του Ψυχρού Πολέμου

Νέα Πολιτική


του Λυγκούρη Σπύρου*
Στις αρχές του 1947 ο Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος (1946-1949) έμπαινε σιγά σιγά στην θερμή του φάση και εξελισσόταν και ένα από τα πρώτα πεδία έντασης της αναδυόμενης  ψυχροπολεμικής αναμέτρησης. Η σύγκρουση μεταξύ των φιλοδυτικών κυβερνητικών δυνάμεων και του αντάρτικου της κομμουνιστικής Αριστεράς αποτελούσε εκτός από μάχη για την εξουσία και μία διαμάχη δύο «Κόσμων», όπως αυτοί είχαν αρχίσει ήδη να συγκροτούνται.  Σε αυτή την αναμέτρηση η ελληνική περίπτωση επρόκειτο να αποτελέσει ένα πεδίο, όπου η υψηλή στρατηγική της μίας από τις δύο υπερδυνάμεις, της αμερικανικής, θα τεθεί για πρώτη φορά σε επίσημη δοκιμή. Παρακάτω θα γίνει αυτό πιο κατανοητό.
Από την περίοδο της Κατοχής, ήδη, η βρετανική πολιτική έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την μεταπολεμική μοίρα της χώρας. Αυτό έγινε περισσότερο εμφανές από τα μέσα του 1943, οπότε και η διαφαινόμενη προέλαση του Κόκκινου Στρατού προμήνυε την μοίρα των υπολοίπων βαλκανικών κρατών. Η επιθυμία της Μεγάλης Βρεταννίας, και δη του Τσώρτσιλ, να διατηρήσουν την Ελλάδα υπό την δική τους σφαίρα επιρροής διαφάνηκε κατά τα Δεκεμβριανά του 1944, οπότε και ισχυρές βρεταννικές δυνάμεις μεταφέρθηκαν εσπευσμένα από το ιταλικό μέτωπο, για να ενισχύσουν την κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου. Το τέλος, όμως, του πολέμου βρίσκει την κραταιά αυτοκρατορία σε φάση μερικής υποχώρησης ή τουλάχιστον αδυναμίας να συνεχίσει να ενισχύει την ελληνική ελίτ απέναντι στην συνεχιζόμενη ανάφλεξη του εσωτερικού μετώπου, εφόσον παρά την Συμφωνία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων του Ε.Λ.Α.Σ η δυναμική των στρωμάτων, που ριζοσπαστικοποιήθηκαν την περίοδο της Κατοχής, δεν είχε ακόμη υποχωρήσει.

Στις αρχές του Φεβρουαρίου 1947 η Μεγάλη Βρεταννία θα ενημερώσει λεπτομερώς την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής του Χάρι Τρούμαν, ότι από τις 31 Μαρτίου δεν θα είναι πλέον σε θέση να ενισχύουν οικονομικά την Ελλάδα. H ανακοίνωση αυτής της βρεταννικής αδυναμίας βρίσκει την υψηλή αμερικανική στρατηγική σε ένα σταυροδρόμι, από όπου θα αναδυόταν η τελική πολιτική της υπερδύναμης απέναντι στον «Κόσμο των Λαϊκών Δημοκρατιών». Ήδη από τον Φεβρουάριο του 1946 ο George Kennan, αμερικανός διπλωμάτης εντεταλμένος στην Μόσχα, θα αποστείλει το περίφημο «Μακρύ Τηλεγράφημα». Η ύλη και το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος συμπυκνώνονται σε δύο βασικά σημεία: Σε ένα πρώτο στάδιο χωρίζει τον κόσμο σε πέντε βασικά κέντρα ισχύος, από την κατοχή των οποίων εξαρτάται η παγκόσμια κυριαρχία. Σε ένα δεύτερο προτείνει την πολιτική της  «ανάσχεσης» (containment) ως απάντηση στην αύξηση της σοβιετικής επιρροής. Η παρέμβαση του Kennan δίνει στην αμερικανική πολιτική μια άμεση εικόνα του αντιπάλου, η οποία καταγράφεται ως μία μίξη της παλιάς τσαρικής επεκτατικότητας με τον μανδύα ενός παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος, του κομμουνισμού.
Η εμπέδωση της αναγκαιότητας της «ανάσχεσης» ήλθε βίαια στην αμερικανική ελίτ. Η απομάκρυνση της Μεγάλης Βρεταννίας από την Βαλκανική εκτός από την εγκατάλειψη της Ελλάδας μπορούσε να δημιουργήσει ένα καθεστώς «ντόμινο» (θα το ξαναδούμε αργότερα στην περίπτωση του Πολέμου του Βιετνάμ) στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου με πρώτο θύμα την Τουρκία, η οποία βρισκόταν κάτω από το καθεστώς σοβιετικών πιέσεων. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν σε θέση επίσης να ενισχύσει εκλογικά τα ισχυρά κομμουνιστικά κόμματα της Ιταλίας και της Γαλλίας, τα οποία εκείνη την εποχή ακόμη συμμετείχαν στις μεταπολεμικές κυβερνήσεις συνεργασίας. Αυτός ο κύκλος των παλινωδιών ήταν κάτι που δεν μπορούσαν να το επιτρέψουν οι Αμερικανοί, εφόσον τότε οι σημαίες του ανατολικού μπλοκ θα προσέγγιζαν την Κεντρική Ευρώπη, ένα από τα κέντρα ισχύος σύμφωνα με την θεωρία του Kennan, και παράλληλα θα αποκτούσαν ισχυρό έρεισμα στην Ανατολική Μεσόγειο, σημείο επικοινωνίας με τις στρατηγικές περιοχές της Μέσης Ανατολής.
Για να αλλάξει, όμως, η επίσημη αμερικανική στρατηγική, έπρεπε να πειστούν τα ανώτατα κέντρα εξουσίας των Η.Π.Α. Η τάση που ήθελε τις Η.Π.Α να μην επεμβαίνουν στο απέναντι ημισφαίριο κατά τα πρότυπα του «Δόγματος Μονρόε» ήταν ισχυρή με το τέλος του πολέμου. Στο Κογκρέσο αυτή η τάση εκφραζόταν από γερουσιαστές, όπως ο Robert A. Taft και άλλοι. Το έργο να μεταπείσει το Κογκρέσο ανέλαβε ο Πρόεδρος Χάρι Τρούμαν. Ο Αμερικανός Πρόεδρος θα παρουσιαστεί στο Κογκρέσο στις 12 Μαρτίου 1947 προκειμένου να ζητήσει οικονομική βοήθεια για την Ελλάδα και την Τουρκία, οι οποίες πλήττονταν από τις πιέσεις του ανατολικού συνασπισμού. Ο λόγος του διακρινόταν από ένα αίσθημα φόβου και προειδοποίησης, προκειμένου να πείσει και τους τελευταίους «απομονωτιστές». Παρουσιάζει την προτεινόμενη οικονομική βοήθεια σε ένα πλαίσιο τόσο ιδεαλιστικό, όσο και πλαίσιο εθνικής ασφαλείας.
Ιδεαλιστικό από την άποψη, ότι οι Η.Π.Α οφείλουν να υποστηρίξουν «τους ελεύθερους ανθρώπους που αντιστέκονται στην προσπάθεια υποταγής τους σε ένοπλες μειοψηφίες ή εξωτερικές πιέσεις». Όπου ένοπλες μειοψηφίες εννοεί τους αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος (Δ.Σ.Ε) και όπου «εξωτερικές πιέσεις» την πολιτική της Ε.Σ.Σ.Δ έναντι της Τουρκίας.  Αλλά προειδοποιεί και για ζήτημα υψίστης ασφαλείας, καθώς «εάν η Ελλάδα και η Τουρκία δεν λάμβαναν τη βοήθεια, τότε ήταν αναπόφευκτο να πέσουν στον κομουνισμό κι αυτό θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου για όλη την περιοχή». Πιθανή πτώση της Ανατολικής Μεσογείου στην επιρροή των Σοβιετικών σήμαινε αίσθημα ανασφάλειας για την αμερικανική υπερδύναμη, εφόσον στις διεθνείς κρίσεις το ένα βήμα εμπρός του άμεσου αντιπάλου δημιουργεί φόβο στον άλλο. Και αυτό ιδίως σε μια εποχή, που το πρόβλημα της μεταπολεμικής τύχης της Γερμανίας, του παράγοντα που μπορούσε να κρίνει την νίκη στην Ευρώπη του Ψυχρού Πολέμου, έμπαινε στην πιο θερμή του φάση.
Αυτή την χρήση του φόβου και της «απειλής» εκ μέρους Χάρι Τρούμαν επισήμανε πολύ αργότερα ο άλλοτε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Henry Kissinger: «Αν οι Σοβιετικοί ηγέτες είχαν μελετήσει περισσότερο την αμερικανική ιστορία, θα καταλάβαιναν πόσο κίνδυνο έκρυβαν τα λόγια του προέδρου. Το Δόγμα Τρούμαν αποτέλεσε ένα ορόσημο, επειδή, από τη στιγμή που πέταξε η Αμερική το γάντι της ηθικής, το είδος της Realpolitik που γνώριζε τόσο καλά ο Στάλιν θα τελείωνε για πάντα και οι διαπραγματεύσεις για αμοιβαίες παραχωρήσεις δε θα είχαν πλέον καμιά θέση στις μεταξύ τους σχέσεις. Από εδώ και πέρα, οι διαφορές μπορούσαν να λυθούν μόνο με μια αλλαγή των σοβιετικών σκοπών, την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος ή και με τα δυο μαζί». Κάτω από αυτές τις συνθήκες το Αμερικανικό Κογκρέσο ενέκρινε στις 10 Μαΐου 1947 την παροχή οικονομικής βοήθειας ύψους 400 εκατομμυρίων δολαρίων προς την Ελλάδα και την Τουρκία. Στις 22 Μαΐου 1947 η ίδια απόφαση γίνεται νόμος του αμερικανικού κράτους.
Ο άμεσος στόχος του «Δόγματος Τρούμαν» μπορεί να ήταν γεωγραφικά συγκεκριμένος, παρόλα αυτά η σημασία του ήταν παγκόσμια. Η υποχώρηση των παλαιών δυτικοευρωπαϊκών αποικιοκρατικών δυνάμεων (Μεγάλη Βρεταννία, Γαλλία) ανάγκασε τις Η.Π.Α να εγκαταλείψουν τα παλιά τους δόγματα περί «απομονωτισμού» και να εισέλθουν στο προσκήνιο του σχηματοποιούμενου Ψυχρού Πολέμου στο ρόλο της ηγέτιδας δύναμης του Δυτικού Κόσμου. Η ίδια η λογική του «Δόγματος Τρούμαν» δήλωνε την αποφασιστικότητα της αμερικανικής στρατηγικής να επεμβαίνουν στα σημεία εκείνα του κόσμου, όπου πίεση του άμεσου αντιπάλου ήταν πιο ισχυρή και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα πιο επίφοβη.
Η πολιτική της «ανάσχεσης» εγκαινιάζεται στην περίπτωση της Ελλάδας και της Τουρκίας ως επίσημη γραμμή της στάσης των Η.Π.Α απέναντι στον ανατολικό συνασπισμό. Το «Δόγμα Τρούμαν» θα εμπλουτιστεί με την εμφάνιση του Σχεδίου Μάρσαλ, το οποίο στόχευε  στην ανασυγκρότηση της κατεστραμμένης οικονομίας της Δυτικής Ευρώπης (η οποία μαζί με την Μεγάλη Βρεταννία αποτελούσαν δύο από τα πέντε κέντρα ισχύος του Κennan) κατά τα έτη 1948-1952. Η οικονομική διείσδυση των αμερικανικών κεφαλαίων του Σχεδίου Μάρσαλ απέτρεψαν την επέκταση των Σοβιετικών προς Δυσμάς , αλλά παράλληλα ολοκλήρωσε τον διαχωρισμό της ευρωπαϊκής ηπείρου ανάμεσα στους «Δύο Κόσμους».

*Μεταπτυχιακός φοιτητής Νεώτερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, ΕΚΠΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου