Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

Ιδιωτικοποιήσεις, ιδιωτική πρωτοβουλία και κράτος

Νέα Πολιτική


του Νικολάου Ματθαίου Σαντή*
Στον 1ο τόμο της έκδοσης του Ιδρύματος Κ. Καραμανλή «Η Γένεση ενός Ηγέτη» (σελ. 178-179) περιγράφεται η διαμάχη του μεγάλου Έλληνα πολιτικού με τη βρετανική εταιρεία Πάουερ. Το 1925, εν μέσω της τεράστιας προσπάθειας ανοικοδόμησης της χώρας από την καταστροφή του Μικρασιατικού Πολέμου, η δικτατορία του Πάγκαλου υπέγραψε συμφωνία με την “Πάουερ”, με την οποία η τελευταία αναλάμβανε την ηλεκτροδότηση των σιδηροδρόμων και του τραμ της Αθήνας. Όταν τα κύματα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης συντάραζαν την Ελλάδα το 1932, με την ανεργία να σημειώνει αρνητικό ρεκόρ και τις συνθήκες ζωής να είναι πολύ δύσκολες, η  αύξηση των τιμολογίων των εταιριών Ούλεν και Πάουερ (υπεύθυνες για την υδροδότηση και ηλεκτροδότηση των Αθηνών αντίστοιχα) ξεσήκωσε μπαράζ απεργιών και κινητοποιήσεων. Μετά τον Β’ ΠΠ, η κερδοφόρα δραστηριότητα της εταιρίας συνεχίστηκε με τα κέρδη να καταλήγουν κατευθείαν στα ταμεία των Βρετανών (και των Αμερικανών της Ούλεν). Η κοινή γνώμη ήταν ενάντια στις δύο εταιρίες, κάτι που έδωσε την πολιτική ώθηση στον Κ. Καραμανλή, Υπουργό Δημοσίων Έργων, να συγκρουστεί με την Πάουερ και να καταργήσει το τραμ το 1952· μάλιστα ηγήθηκε ο ίδιος του ξηλώματος των γραμμών.
Το Σχέδιο Μάρσαλ κατά πολλούς άλλαξε την Ελλάδα, βγάζοντάς την από την εξαθλίωση και θέτοντας τα θεμέλια για μια ταχεία οικονομική ανάπτυξη που την οδήγησε στην είσοδο στην ΕΟΚ. Παράλληλα όμως απέτυχε να εξαλείψει χρόνιες παθογένειες του ελληνικού πολιτικο-οικονομικού συστήματος. Δίπλα σε αξιόλογες πρωτοβουλίες από σοβαρές επιχειρηματικές οικογένειες (Στασινόπουλοι) δημιουργήθηκε μια ομάδα επιχειρηματιών που «ανδρώθηκε» από το σφικτό εναγκαλισμό της με το κράτος. Στις «Αφηγήσεις» του ο δημοσιογράφος Νίκος Νικολάου αναφέρεται στις «παγωμένες πιστώσεις», για μια γενιά επιχειρήσεων που αναπτύχθηκαν σε καθεστώς έντονου κρατικού παρεμβατισμού από τη δεκαετία του 1950 έως του 1980. Σε αυτή την περίοδο οι ιδιοκτήτες αυτών των επιχειρήσεων δεν επένδυαν δικά τους κεφάλαια αλλά, εκμεταλλευόμενοι τις πιστώσεις των κρατικών τραπεζών (Εθνική, Εμπορική κ.α.) πλούτιζαν οι ίδιοι, αρνούμενοι να πληρώσουν τα χρέη των επιχειρήσεών τους, τις οποίες μετέπειτα χρεοκοπούσαν. Άλλοι, όπως ο περίφημος Αριστοτέλης Ωνάσης, υπέγραψαν αποικιοκρατικές, όπως θα τις λέγαμε με τη σύγχρονη ορολογία, συμβάσεις με τις οποίες εξασφάλιζαν την κερδοφορία του εγχειρήματός τους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η σύμβαση ιδιωτικοποίησης των ΤΑΕ και η μετατροπή τους σε Ολυμπιακή Αεροπορία υπό τον Ωνάση, συνοδευόταν με όρους όπως η απαγόρευση δημιουργίας ανταγωνιστικών αεροπορικών εταιριών, η αποκλειστική διανομή του εσωτερικού και εξωτερικού ταχυδρομείου, η συντήρηση και επισκευή αεροπλάνων αποκλειστικά από την εταιρία κ.α. Πέραν βεβαίως του γεγονότος ότι η επιχείρηση δεν εμφάνισε ποτέ κέρδη χρησιμοποιώντας ένα πρωτοποριακό για την εποχή της σύστημα αποφυγής φορολογίας (κάτι αντίστοιχο με αυτό που χρησιμοποιούν στις μέρες μας πολλές πολυεθνικές που περιλαμβάνονται στο σκάνδαλο του Λουξεμβούργου – θα το δούμε σε επόμενο άρθρο).
Πέρασαν αρκετές δεκαετίες και οι είσοδος στην ΕΟΚ και την ΕΕ έδωσε τη δυνατότητα εξωτερικού ελέγχου του πολιτικο-οικονομικού οικοδομήματος της Ελλάδας. Αποτέλεσμα ήταν από τη μία, η μερική μείωση των (εξόφθαλμων) κρουσμάτων διαπλοκής των εγχώριων επιχειρηματικών συμφερόντων με την πολιτική ελίτ και το δημόσιο, από την άλλη όμως η  εισαγωγή διαπλοκής «διεθνούς επιπέδου», όπως στην περίπτωση της Siemens και άλλων.
Στις μέρες μας, η οικονομική κρίση και η επιβολή των Μνημονίων αντιπροσωπεύει για την Ελλάδα μια νέα περίοδο, με τεράστιες προκλήσεις όσον αφορά το πλέγμα των σχέσεων ιδιωτικής πρωτοβουλίας και δημοσίου. Η μαζική ιδιωτικοποίηση δημόσιου πλούτου, που δημιουργήθηκε από τις θυσίες του ελληνικού λαού, σε τιμές εκποίησης, όπως συνεχώς ζητούσε η τρόικα (και εξακολουθούν να ζητάνε οι Θεσμοί) είναι μια πρόκληση προς το δημόσιο αίσθημα· πολλές φορές δε, γίνεται για καθαρά ίδιον, ξένο όφελος.
Σε αυτό το ζήτημα έχει δίκιο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που έχει δηλώσει ότι θα επανεξετάσει τη διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων προκειμένου να προωθήσει το κοινωνικό συμφέρον. Επιχειρήσεις, όπως η ΕΥΔΑΠ (ή η ΔΕΗ) για παράδειγμα, αποτελούν φυσικά μονοπώλια. Τυχόν ιδιωτικοποίησή π.χ. της ΔΕΗ (ή της ΕΥΔΑΠ) είναι σίγουρο ότι θα επιφέρει υψηλή αύξηση του λογαριασμού ρεύματος (νερού), κάτι αντίστοιχο με την περίπτωση της Πάουερ (ή Ούλεν) οκτώ δεκαετίες πριν.
Το νόημα λοιπόν είναι ότι δεν θα πρέπει να προσελκύουμε και να προστατεύουμε τις ξένες επενδύσεις με κάθε κόστος, όπως δήλωνε ο κ. Σαμαράς στο παρελθόν. Αυτό που πραγματικά χρειάζεται είναι, τόσο οι ιδιωτικοποιήσεις ειδικώς, όσο και οι ιδιωτικές (και ξένες) επενδύσεις γενικώς, θα πρέπει να προστατεύονται μέσα στα πλαίσια του Ελληνικού Συντάγματος και αφού διασφαλίζονται τα συμφέροντα και τα οφέλη που πρέπει να προκύπτουν για τον ελληνικό λαό. Οι ιδιωτικοποιήσεις, οι ιδιωτικές και ξένες επενδύσεις είναι καλοδεχούμενες εφ’ όσον το κοινωνικό τους όφελος είναι επαρκές σε σχέση με τα κόστη (οικονομικά, κοινωνικά, περιβαλλοντικά κ.α.). Ωστόσο, χώρα δεν έχει την πολυτέλεια να υφίσταται νέες Πάουερ, Ουλέν και άλλες παγωμένες πιστώσεις.

*Νικόλαος Ματθαίος Σαντής, οικονομολόγος, M.A. Development Economics, nikolaossantis@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου