Τετάρτη 6 Μαΐου 2015

Κρίσιμες συγκυρίες-analyst.gr

analyst

Είναι απαραίτητη μία πανευρωπαϊκή διάσκεψη με θέμα την αντιμετώπιση της υπερχρέωσης – προτού εκραγεί ο χρηματοπιστωτικός κλάδος, ο οποίος είναι αθεράπευτα ασθενής και πριν ξεσπάσει η καταιγίδα των καταιγίδων

Για μία ακόμη φορά, πριν τη χρεοκοπία της χώρας το 2010 κρυφά, πρόσφατα (Οκτώβριος του 2014) φανερά, το ΔΝΤ θέτει ως προϋπόθεση της συμμετοχής του στα πακέτα στήριξης της Ελλάδας, τη διαγραφή μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους – με τους Ευρωπαίους να παρουσιάζουν ανέντιμα τη θέση του ως μία απαίτηση επιβάρυνσης των φορολογουμένων Πολιτών τους, παρά το ότι γνωρίζουν πως οι ίδιοι μετέφεραν το ελληνικό χρέος στους Πολίτες τους, με στόχο τη διάσωση των τραπεζών τους  (ανάλυση).
Η σημερινή αιτιολογία του ΔΝΤ είναι η επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών της χώρας μας, με πρόβλεψη επιστροφής της στα ελλείμματα του προϋπολογισμού του παρελθόντος – όταν είχε απαιτήσει συνεχή πλεονάσματα, για να παρέχει δάνεια.
Κατά την άποψη μας βέβαια (άρθρο), ο βασικός λόγος της διαγραφής χρεών, δημοσίων και ιδιωτικών, είναι η ανάγκη επιστροφής της Ελλάδας στις αγορές – γεγονός που προϋποθέτει την ανάκτηση της πιστοληπτικής ικανότητας όλων των συντελεστών της (κράτος, τράπεζες, επιχειρήσεις, νοικοκυριά), η οποία είναι αδύνατη χωρίς τη μείωση των χρεών τους.

Περαιτέρω το ΔΝΤ, με στόχο την τεκμηρίωση της θέσης του, κατέθεσε μία αναθεωρημένη πρόβλεψη για την Ελλάδα – σύμφωνα με την οποία αντί να υπάρξει πρωτογενές πλεόνασμα (προ τόκων), θα σημειωθεί έλλειμμα έως και 5%, επιδεινώνοντας δραματικά το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ.
Φυσικά το ποσοστό είναι υπερβολικό, παρά το ότι υπάρχει φόβος να επιστρέψει ξανά η χώρα στην ύφεση – τίποτα όμως δεν μπορεί να αποκλεισθεί μετά την αποτυχία της κυβέρνησης να συνάψει μία βιώσιμη συμφωνία με τους δανειστές, με αποτέλεσμα να έχει «στερέψει» η χώρα από ρευστότητα, να επιβάλλονται καταναγκαστικά μέτρα (άρθρο), καθώς επίσης να είναι μεγαλύτερος από ποτέ αφενός μεν ο κίνδυνος χρεοκοπίας, αφετέρου η επιστροφή στη δραχμή και στο χάος.
Η εναλλακτική λύση στη διαγραφή, πάντοτε σύμφωνα με το ΔΝΤ, είναι η επιβολή νέων μέτρων, με δραματικές συνέπειες για την ελληνική κοινωνία – η ίδια αποτυχημένη συνταγή των μνημονίων δηλαδή η οποία, επιστημονικά αποδεδειγμένα, κατέστρεψε τη χώρα μας (ανάλυση). Φυσικά είναι αδύνατον να αποφασιστεί κάτι τέτοιο από την κυβέρνηση, αφού θα ήταν συνώνυμο με την πολιτική της αυτοκτονία.
Ανόητη είναι κατά τη γνώμη μας και η προσπάθεια χρηματοδότησης με τη βοήθεια της ΕΚΤ, την οποία επιδιώκει απεγνωσμένα η κυβέρνηση – ειδικά όσον αφορά το πρόγραμμα έκτακτης ρευστότητας (ELA). Για να γίνει κατανοητή η διαδικασία του, ιδίως δε τα οδυνηρά επακόλουθα του για την Ελλάδα, με πολύ απλά λόγια, τα εξής:
(α) Οι Έλληνες καταθέτες αποσύρουν τα χρήματα τους από τις τράπεζες, καταθέτοντας τα σε ξένες χώρες –κυρίως στη Γερμανία, στην οποία εισρέουν μεγάλες ποσότητες χρημάτων από την Ελλάδα.
(β) Οι ελληνικές τράπεζες, για να ανταπεξέλθουν με τις αναλήψεις, παρέχουν εγγυήσεις (τα δάνεια των πελατών τους κυρίως) στην Τράπεζα της Ελλάδας, για να δανειστούν με επιτόκιο 1,55% περίπου – όταν όλες οι υπόλοιπες δανείζονται με 0,05% (επί πλέον ετήσιο κόστος 1 δις €).
(γ) Η Τράπεζα της Ελλάδας μεταφέρει θεωρητικά αυτές τις εγγυήσεις στην ΕΚΤ, για την εξασφάλιση της ρευστότητας, στα πλαίσια του ELA.
(δ) Έμμεσα κατά κάποιον τρόπο (Target II), η ΕΚΤ λαμβάνει τα χρήματα που δίνει στην ελληνική κεντρική τράπεζα από τη γερμανική – στην οποία έχουν εισρεύσει άλλωστε τα χρήματα των Ελλήνων καταθετών.
(ε) Σε τελική ανάλυση λοιπόν, τα περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων (εγγυήσεις) μεταφέρονται στη Γερμανία, η οποία τα «πληρώνει» με τα χρήματα των Ελλήνων (καταθέσεις) – γεγονός που θα μπορούσε εύλογα να χαρακτηρισθεί ως το άκρον άωτο της ανοησίας.
Πόσο μάλλον εάν τελικά η ΕΚΤ μειώσει την παροχή χρημάτων στο 50% των εγγυήσεων, όπως έχει ήδη δηλώσει – κάτι που θα σήμαινε πως, σε περίπτωση χρεοκοπίας, σε συνδυασμό με την αδυναμία εξυπηρέτησης των υποχρεώσεων των οφειλετών των τραπεζών, τα περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων θα κατέληγαν μισοτιμής στη Γερμανία.
Φυσικά τα παραπάνω είναι υπεραπλουστευμένα, έχοντας σκοπό να δώσουν μία δυσμενέστερη εικόνα της ελληνικής κρίσης, από αυτήν που είναι στην πραγματικότητα – εν τούτοις, δεν είναι ποτέ άσχημο να προετοιμάζεται κανείς για τα χειρότερα, ελπίζοντας βέβαια στα καλύτερα.
.

Η ΕΚΤ και η Ιταλία

Συνεχίζοντας, το πρόγραμμα ποσοτικής διευκόλυνσης της ΕΚΤ (QE), στο οποίο όπως είναι γνωστό δεν συμμετέχει η Ελλάδα, έχει στόχο την αύξηση του πληθωρισμού –  την αποφυγή της ύφεσης καλύτερα, μέσω της κλιμάκωσης της ζήτησης δανείων εκ μέρους των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις χώρες του Νότου. Στην αρχή βέβαια ο σκοπός ήταν η «ελάφρυνση» των τραπεζών από τα κρατικά δάνεια, τα οποία είχαν στα χαρτοφυλάκια τους.
Προηγουμένως η ΕΚΤ, με τα προγράμματα LTRO προς τις τράπεζες, τα οποία είχαν υπερβεί το 1 τρις €, είχε προσπαθήσει επίσης να ενισχύσει τη ζήτηση δανείων, για να προκληθεί ανάπτυξη – χωρίς όμως αποτέλεσμα, αφού οι τράπεζες είχαν χρησιμοποιήσει τα δάνεια αυτά για την αγορά ομολόγων της εκάστοτε χώρας τους.
Όπως φαίνεται τώρα, θα αποτύχει επίσης η δεύτερη προσπάθεια της ΕΚΤ, ενώ ο μεγαλύτερος κίνδυνος της Ευρωζώνης δεν είναι η Ελλάδα, αλλά η Ιταλία, παρά το ότι η τελευταία έχει βοηθηθεί από την κεντρική τράπεζα όσο καμία άλλη χώρα – κάτι που έχουμε επισημάνει πολλές φορές στο παρελθόν.
Ειδικότερα, οι επισφάλειες των ιταλικών τραπεζών υπολογίζονται πλέον στα 350 δις € – έχοντας τετραπλασιαστεί στο χρονικό διάστημα 2008 έως 2014. Στα τέλη δε του προηγουμένου έτους αναγκάσθηκαν να εγγράψουν μεγάλες ζημίες στους ισολογισμούς τους, λόγω προβλέψεων και αποσβέσεων αυτών των δανείων – οπότε δεν είναι καθόλου διατεθειμένες να χρηματοδοτήσουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, φοβούμενες νέες ζημίες.
Ουσιαστικά λοιπόν η Ιταλία υποφέρει από την ίδια αρρώστια με την Ελλάδα – από την έλλειψη αξιόχρεων οφειλετών, ως αποτέλεσμα της ραγδαίας μείωσης της πιστοληπτικής ικανότητας του ιδιωτικού της τομέα. Προφανώς, καμία τράπεζα δεν είναι διατεθειμένη να δανείσει μελλοντικούς ανέργους, επιχειρήσεις που προβλέπουν μείωση του τζίρου και των κερδών τους, λόγω της πτώσης της ζήτησης των προϊόντων τους κοκ.
Το φάρμακο δε της αρρώστιας είναι το ίδιο που απαιτείται για την Ελλάδα – η διαγραφή μέρους του δημοσίου και ιδιωτικού χρέους της, χωρίς την οποία η Ιταλία θα χρεοκοπήσει επίσης.
Περαιτέρω, η κεντρική τράπεζα της Ιταλίας σχεδιάζει να ιδρύσει μία «κακή τράπεζα» (Bad Bank), για να «αποθηκεύσει» εκεί τις επισφάλειες των εμπορικών τραπεζών, κατά το παράδειγμα πολλών άλλων χωρών στο παρελθόν – έτσι ώστε να διευκολυνθούν οι τράπεζες, απελευθερώνοντας κεφάλαια για το δανεισμό της πραγματικής οικονομίας.
Η συζήτηση αφορά επισφάλειες ύψους 100 δις €, οι οποίες θα μεταφερόταν στην «κακή τράπεζα» – παρά το ότι μία τέτοια ενέργεια θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παράνομη κρατική χρηματοδότηση.
Μία επόμενη δυσκολία είναι οι συνθήκες, οι οποίες θα ισχύσουν για τη μεταφορά των επισφαλειών – οι τιμές τους κοκ, ενώ στην Ιταλία δεν διαπραγματεύονται σε μεγάλο βαθμό οι επισφάλειες, αφού δεν υπάρχουν πρόθυμοι επενδυτές να τις αναλάβουν.
Κατά την άποψη μας πάντως, δεν πρόκειται να λυθεί έτσι το πρόβλημα της Ιταλίας – ενώ θεωρείται πολύ πιθανόν να προκληθούν παρενέργειες, όπως συνέβη στην Αυστρία (άρθρο).
Θα ήταν καλύτερα λοιπόν να κατανοήσει τόσο η ΕΚΤ, όσο και η Ευρωζώνη ότι, είναι απαραίτητη μία πανευρωπαϊκή διάσκεψη με θέμα την αντιμετώπιση της υπερχρέωσης – προτού εκραγεί ο χρηματοπιστωτικός της κλάδος, ο οποίος είναι αθεράπευτα ασθενής (ανάλυση) και πριν ξεσπάσει η καταιγίδα των καταιγίδων, με πιθανότατη αφετηρία την Ελλάδα ή/και την Ιταλία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου