Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

Η μνημονιακή συμφωνία του Τσίπρα-analyst.gr

analyst

Πλέον το ζητούμενο της διαπραγμάτευσης είναι αν η Ελλάδα θα μπορέσει να μετάσχει στις ήδη αποφασισμένες αλλαγές της νομισματικής και οικονομικής πολιτικής της ΕΕ ή αν θα εξαιρεθεί με ένα νέο μνημόνιο.

του Αντώνη Κοκορίκου
Την επόμενη εβδομάδα και τον επόμενο μήνα θα μας κατακλύσουν οι μηχανισμοί προπαγάνδας, ελληνικοί και ξένοι, κομματικοί και επιχειρηματικοί, τραπεζικοί και ιδεολογικοί, γνώστες και άσχετοι, ικανοί και ανίκανοι, πετυχημένοι και αποτυχημένοι, πολιτικοί και δημοσιογράφοι, με μηνύματα αλληλοσυγκρουόμενα.
Οι μισοί θα μας λένε μαύρο και οι άλλοι άσπρο. Οι μισοί ότι κάτι πετύχαμε στη διαπραγμάτευση, οι άλλοι ότι αποτύχαμε. Οι μισοί ότι φταίει η σημερινή κυβέρνηση και οι άλλοι μισοί ότι φταίνε οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Για να μπορούμε να κρίνουμε και τους μεν και τους δε, πρέπει να έχουμε ένα μπούσουλα. Για να φτιάξουμε το μπούσουλα πρέπει να έχουμε και αξιόπιστα στοιχεία και μια εντιμότητα στην κριτική μας. Αν φτιάξουμε σήμερα τον μπούσουλα, αύριο θα είμαστε έτοιμοι να περάσουμε την προπαγανδιστική καταιγίδα, χωρίς να παρασυρθούμε. Ως πολίτες αυτό πρέπει να κάνουμε. Αντί για την προπαγάνδα να μας ενδιαφέρει η ουσία.
Η εντιμότητά μας κρίνεται κάθε μέρα εδώ και τουλάχιστον πέντε χρόνια, όταν ξεκίνησε η περιπέτεια της ελληνικής κρίσης. Ως στοιχεία θα χρησιμοποιήσουμε τις τριμηνιαίες εκθέσεις του Γραφείου προϋπολογισμού του Κράτους της Βουλής, το οποίο έχει κερδίσει το σεβασμό και των μεν και των δε. Έχει δείξει αξιόλογη ανεξαρτησία για τα ελληνικά δεδομένα, αν και ο Βαγγέλης Βενιζέλος ως υπουργός Οικονομικών είχε καταφέρει ισχυρό πλήγμα στην αξιοπιστία του γραφείου αμφισβητώντας τη γνώμη του. Επειδή έχουμε ανάγκη από μόνιμες δομές, πρέπει να το στηρίξουμε και ως θεσμό και ως άτομα που το αποτελούν.

Οι εκλογές έγιναν 25 Ιανουαρίου 2015. Το πρώτο τρίμηνο του 2015 είχαμε ένα μήνα κυβέρνηση Σαμαρά και προεκλογική εκστρατεία, τον δεύτερο μήνα είχαμε τη νέα κυβέρνηση Τσίπρα η οποία κατέληξε σχεδόν έγκαιρα στη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου 2015 με τους δανειστές. Μετά από σχεδόν τρεις μήνες, στα μέσα Μαΐου 2015 δεν έχουμε καταλήξει ακόμα σε συμφωνία γέφυρα, η οποία θα ισχύσει ως τις 30 Ιουνίου 2015 για ένα τετράμηνο και θα εξασφάλιζε ρευστότητα για το επόμενο τρίμηνο, ώστε να γίνουν με νηφαλιότητα οι διαπραγματεύσεις για την επόμενη περίοδο, «μετά το μνημόνιο».
Δηλαδή τις πρώτες 20 μέρες η κυβέρνηση Τσίπρα έλαβε κρίσιμες αποφάσεις τις οποίες τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως τα εξωκοινοβουλευτικά, τις κατάλαβαν μετά από 3 μήνες. Επί τρεις μήνες, σχεδόν 100 ημέρες, απολάμβαναν τη νίκη, γιόρταζαν την επιτυχία και συνωθούνταν για να καταλάβουν κρατικές θέσεις στη θέση των προηγούμενων που αποχωρούσαν από τις πολιτικές θέσεις. Ατυχώς το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, δεν ενημέρωσε σωστά και ειλικρινά τους βουλευτές, τους υπουργούς, τα στελέχη και τον ελληνικό λαό για το πραγματικό περιεχόμενο της 20ης Φεβρουαρίου 2015.
Μερικοί από εμάς προσπαθήσαμε να ενημερώσουμε, ότι η συμφωνία ήταν συνέχεια της μνημονιακής πολιτικής και ανάλογα με το αν ήθελε η κυβέρνηση να ασκήσει μνημονιακή ή αντιμνημονιακή πολιτική, έπρεπε ανάλογα και να δράσει. Είτε να ενημερώσει ειλικρινά υπουργούς, βουλευτές και στελέχη, αλλά κυρίως τους πολίτες που την ψήφισαν ένα μήνα πριν ότι προσωρινά (μέχρι να λήξει η μεγάλη διαπραγμάτευση για την ανάπτυξη και το χρέος το φθινόπωρο του 2015) η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να ακολουθήσει μνημονιακή πολιτική, είτε να προχωρήσει βάσει σχεδίου και έγκαιρης προετοιμασίας σε ρήξη, με την υιοθέτηση παράλληλου νομίσματος εντός ευρώ για να λύσει το θέμα της ρευστότητας στο εσωτερικό, με την επιβολή ελέγχων στη διακίνηση κεφαλαίων, με την επιβολή περιορισμών στις αναλήψεις ρευστών από τις τράπεζες και με την επιβολή πλαφόν στις μηνιαίες πληρωμές προς όλους, (Μισθωτούς, συνταξιούχους και προμηθευτές) ανάλογα με την πορεία των εσόδων.
Η κυβέρνηση Τσίπρα δεν είχε τη σωστή και επαγγελματική προετοιμασία για το δεύτερο αν και θα ήταν σύμφωνο με τη λαϊκή εντολή και με το πρόγραμμά του. Πολύ συνετά ο πρωθυπουργός δεν υιοθέτησε πολιτική ρήξης, γιατί «τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους κ…», όπως έλεγε ο συντοπίτης μου ο Γιάννης Σκαρίμπας.
Πρώτο συμπέρασμα: Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρωθυπουργός, όπως και ολόκληρο το επιτελείο του δεν είχαν προετοιμαστεί ούτε να κυβερνήσουν, πόσο μάλλον για ρήξη που απαιτεί ικανότητες διαχείρισης πάνω από το μέτριο και έξυπνο έως μεγαλοφυή σχεδιασμό. Πολιτικό σχεδιασμό και σχεδιασμό διαπραγματευτικής τακτικής.
Αντί όμως της ειλικρίνειας, ο πρωθυπουργός προτίμησε μια ρητορική σύμφωνη με τις προεκλογικές υποσχέσεις και οι υπουργοί ακολούθησαν όλοι, ιδίως όσοι θεωρούν εαυτούς πιο αριστερούς, ενώ αυτοί ακριβώς έπρεπε να είναι πιο συγκρατημένοι και να προωθήσουν στα υπουργεία τους κάποια μέτρα σε διαφορετική κατεύθυνση. Είχαμε το ακριβώς αντίθετο. Δημόσια αντιμνημονιακή ρητορική και καμία πράξη ή ενέργεια σε αντιμνημονιακή κατεύθυνση. Όλες οι πράξεις ήταν σε μνημονιακή κατεύθυνση και επικοινωνιακά είχαμε τεράστιο έλλειμμα επαγγελματισμού.
Ασχέτως της ρητορικής, θα περίμενε κανείς τουλάχιστον μεταξύ τους οι υπουργοί να μην λένε ψέματα για να παρηγορήσουν αλλήλους, αλλά να συνεργαστούν για να κλείσουν το ταχύτερο δυνατόν τη συμφωνία γέφυρα, η οποία έχει ευτελές αντικείμενο, δηλαδή την εξασφάλιση ρευστότητας για λίγους μήνες και όποιο περιεχόμενο ή αποτέλεσμα και αν είχε δεν θα έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Ενώ το πολιτικό κεφάλαιο της κυβέρνησης ήταν πολύτιμο και δεν έπρεπε να ξοδευτεί για μια συμφωνία ευτελούς αντικρίσματος. Έπρεπε να διατηρηθεί για 4 χρόνια, ή εν πάση περιπτώσει μέχρι να γίνουν εκλογές.
Η ελληνική οικονομία, το τελευταίο τρίμηνο του 2014 είχε επιστρέψει στην ύφεση (-0,4% του ΑΕΠ) γι αυτό και η κυβέρνηση Σαμαρά όσο και η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ το 2015 δεν το αναφέρουν καθόλου, αλλά αθροίζουν τα προηγούμενα τρίμηνα κατά τα οποία είχαμε σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία αναιμική ανάπτυξη κοντά στο μηδέν. (+0,7% – +0,3% – +0,7% αντίστοιχα). Αμφισβητούμε την ακρίβεια αυτών των στοιχείων αλλά τα δεχόμαστε χάριν συζητήσεως γιατί τα δέχεται και το σαβουάρ βίβρ των πολιτικών σχέσεων, αλλά και δεν έχουν αμφισβητηθεί (σωστά γιατί δεν είχε τίποτα να κερδίσει η χώρα από μια τέταρτη αμφισβήτηση των στατιστικών στοιχείων) από την κυβέρνηση. Άρα με αυτά θα κριθεί.
Το πρώτο τρίμηνο είχαμε καλλιέργεια κλίματος αβεβαιότητας σε όλο της το μεγαλείο. Ο πρώτος μήνας των εκλογών άρχισε με καλλιέργεια του φόβου χωρίς σοβαρά αποτελέσματα, αλλά πάντως είχαμε αβεβαιότητα. Τους άλλους δύο μήνες είχαμε έξαρση των εκφοβιστικών μηνυμάτων από την αντιπολίτευση και τα συστημικά μέσα ενημέρωσης και αντιπαράθεση με βάση την «έννομη τάξη» τη δημόσια τάξη, και την εισβολή μεταναστών μετά από ανεπιτυχείς ή πιο σωστά καταγγελλόμενες ως ανεπιτυχείς πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, οι οποίες προβάλλονταν από τα μέσα ενημέρωσης τα οποία άνοιξαν μέτωπο απέναντι στην κυβέρνηση με αφορμή ρητορικές απαιτήσεις πληρωμής καθυστερούμενων ποσών στην κυβέρνηση.
Αυτό αύξησε την αβεβαιότητα. Η παράταση των διαπραγματεύσεων πέραν του πρώτου τριμήνου αύξησε την αβεβαιότητα τόσο γιατί ήταν δικαιολογημένη η ανησυχία, όσο και γιατί αυτή υπερπροβλήθηκε από τα μέσα ενημέρωσης και τα κόμματα της αντιπολίτευσης τα οποία απαιτούσαν για ευνόητους λόγους (κομματική και προσωπική δικαίωση) να υπογραφεί όπως- όπως η όποια συμφωνία.
Όλα αυτά σε συνδυασμό  με αντικρουόμενες δηλώσεις υπουργών είτε για έντιμο συμβιβασμό είτε για ρήξη, συνέβαλαν στην αβεβαιότητα η οποία προκάλεσε επενδυτική υστέρηση και η ύφεση στην οποία είχε επιστρέψει η οικονομία ήδη από το τελευταίο τρίμηνο του 2014, εδραιώθηκε στην οικονομία. Φυσιολογικά αυτό σημαίνει ότι και η ανεργία έχει μείνει σταθερή, αλλά αυτά τα στοιχεία δεν έχουν ακόμη γνωστοποιηθεί.
Συνδυαστικά το ίδιο χρονικό διάστημα, οι καταθέσεις μειώθηκαν και από 160 δισεκατομμύρια ευρώ τον Δεκέμβριο του 2014, πέσαμε στα 134 τον Απρίλιο του 2015. Η φυγή 26 δισεκατομμυρίων ευρώ από τις αποταμιεύσεις, αντισταθμίστηκε με κόστος για τις τράπεζες από τον ELA (Emergency Liquidity Assistance) και αυτή η επιδείνωση των συνθηκών τροφοδότησε μια νέα γενιά κόκκινων δανείων και ο δείκτης οικονομικού κλίματος βρέθηκε σε πτωτική τροχιά. Οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν προβλήματα με τους προμηθευτές τους και με τους πελάτες τους στο εξωτερικό. Τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το δημόσιο αυξήθηκαν κατά 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ το πρώτο τρίμηνο.
Αυτή η κατάσταση δεν απειλεί μόνον όσες επιχειρήσεις είναι οριακές αλλά και όσες άντεξαν στην κρίση από το 2008 μέχρι σήμερα, δηλαδή κυρίως την υγιή επιχειρηματικότητα. Αυτούς που κατέβαλαν προσπάθειες και δεν έκαναν απολύσεις, συγκράτησαν τους μισθούς και πλήρωσαν τους φόρους. Αν αυτό συνεχιστεί, τότε θα έχει περάσει η οικονομία τις κόκκινες γραμμές της και η κατάσταση θα επιδεινωθεί.
Αυτή ήταν η παγίδα που είχε στήσει στη νέα κυβέρνηση, ο  Γερμανός υπουργός Οικονομικών Β. Σόιμπλε σε συνεργασία με την ΕΚΤ και με τους ντόπιους συνεργάτες τους Σαμαρά, Στουρνάρα και Χαρδούβελη. Και αυτό όμως φαινόταν από μακριά και είχαμε προειδοποιήσει ήδη από το φθινόπωρο του 2014, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται να το ανακάλυψε τον Μάρτιο του 2015, δηλαδή κατόπιν εορτής.
Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση δεν έχει αναθεωρήσει το στόχο για ανάκαμψη το 2015, κι έτσι εμφανίζεται ως απειλή της Κομισιόν ότι θα αναθεωρήσει εκείνη τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, και επομένως θα αλλάξουν τα δεδομένα της διαπραγμάτευσης επί τα χείρω. Ήδη όμως έχουν κατέβει οι προβλέψεις για τη μεγέθυνση του ΑΕΠ το 2015 από τους αρχικούς στόχους παρά το γεγονός ότι το βραχυπρόθεσμο διεθνές κλίμα είναι ευνοϊκό, με τις τιμές του πετρελαίου σε χαμηλά επίπεδα και με το ευρώ να διολισθαίνει σε σύγκριση με το δολάριο. Αυτές όμως οι συνθήκες δεν είναι διατηρήσιμες. Η αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται στο 1,4% για το 2015 και στο 2,9% για το 2016. (Το έγραψε ο Βαρουφάκης στο Brusseles Group και το διαβάσαμε στους Financial Times). Ο προϋπολογισμός πρόβλεπε αύξηση 2,9% για το 2015 και το μεσοπρόθεσμο για το 2016 πρόβλεπε αύξηση 3,5% του ΑΕΠ.
Όπως ακριβώς το Φεβρουάριο έτσι και τώρα η μη λήψη αποφάσεων είναι χειρότερη από τη λήψη μιας λαθεμένης απόφασης. Γιατί μια λάθος απόφαση μπορείς να τη διορθώσεις εν μέρει αν καταλάβεις που είναι το λάθος.  Το κακό είναι ότι μια λαθεμένη απόφαση ακολουθείται από μια εξίσου λαθεμένη γιατί δεν έχει συνειδητοποιηθεί το λάθος κι αυτή προκαλεί μια τρίτη εξίσου λαθεμένη με τις δύο προηγούμενες. Αυτή τη στιγμή έχουμε κάνει το πρώτο λάθος (20 Φεβρουαρίου) και είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε το δεύτερο δηλαδή να υπογράψουμε μια κακή συμφωνία. (δεύτερο λάθος). Για να καλυφθεί το λάθος της τρίμηνης καθυστέρησης κινδυνεύουμε να μην διαπραγματευθούμε καθόλου για την ανάπτυξη και για τη διαγραφή/αναδιάρθρωση/ελάφρυνση του δημόσιου χρέους, (τρίτο λάθος) πράγμα που θα παρασύρει εκτός συζήτησης και το ιδιωτικό χρέος και μια γενναία ρύθμιση με αναπτυξιακές προοπτικές για όλα τα ιδιωτικά δάνεια και όχι μόνον για τα «κόκκινα» που δεν εξυπηρετούνται.
Από την αρχή ήταν ολοκάθαρο ότι σύγκλιση απόψεων με τους δανειστές θα υπήρχε μόνον σε θέματα παραοικονομίας, φοροδιαφυγής και διαφθοράς ή διαπλοκής. Στα θέματα αυτά η κυβέρνηση μπορούσε να έχει νομοθετήσει ήδη ώστε να μην δέχεται την πίεση της κοινής γνώμης ότι νομοθετεί με εντολή των θεσμών της τρόικας. Ειδικά η διαφθορά είναι ένα θέμα στο οποίο οι δανειστές όχι μόνον δεν μπορούσαν να έχουν αντίρρηση, αλλά δεν έχουν καν γνώση του πως μπορεί να καταπολεμηθεί. Έτσι περιορίζονται να μεταφέρουν στην Ελλάδα ξένα πρότυπα που είχαν πετύχει στο παρελθόν σε άλλες χώρες, αλλά δεν έχουν καμία τύχη στην Ελλάδα.
Επιπλέον οι «θεσμοί» της τρόικας είναι αυτοί που μετατρέπουν την παράνομη  φοροδιαφυγή σε νόμιμη φοροαποφυγή για τις μεγάλες επιχειρήσεις με τις διευκολύνσεις στις εξωχώριες εταιρίες, τις τριγωνικές συναλλαγές και την αποδοχή των προορισμών εχεμύθειας με την αστεία δικαιολογία της ελευθερίας της αγοράς και της καλλιέργειας φιλοεπιχειρηματικού κλίματος. Έτσι η διαφθορά θωρακίζεται από καταναλωτικές συνήθειες πολυτελείας, την αίσθηση και την εγγύηση της ατιμωρησίας, την κουλτούρα περί ελευθερίας στο επιχειρείν, κυριολεκτικά ένα σύννεφο σύγχρονων θεσμών και αξιών που είναι όλες νόμιμες αλλά όχι και ηθικές.
Παρά το γεγονός ότι οι ελληνικές θέσεις είχαν ισχυρή επιχειρηματολογία, (κι αυτή ήταν η συνεισφορά του Γιάννη Βαρουφάκη ο οποίος ξεκίνησε από τη διαγραφή χρέους, ώστε να περάσει στην ανάπτυξη, και να καταλήξει στην προσωρινή συμφωνία γέφυρα) δεν είχε καμία τύχη, γιατί οι θεσμοί επέμεναν να τηρηθεί ο τύπος, δηλαδή να αξιολογηθεί η επίδοση της Ελλάδας με βάση το μνημόνιο. Αφού υπογράφηκε όμως η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου με την οποία αποδεχθήκαμε τη διαδικασία, το μνημόνιο και τη βιωσιμότητα του χρέους το οποίο δηλώνουμε ότι θα πληρώσουμε ολόκληρο αντί να ανασκουμπωθούμε για να πετύχουμε αμέσως το κλείσιμο της συμφωνίας, αρχίσαμε να λέμε τα περί «δημιουργικής ασάφειας» και να πιστεύουμε ότι θα έκαναν στραβά μάτια και η αξιολόγηση θα ήταν για τα μάτια. Κανένας όμως δεν έχει τόσο γοητευτικά μάτια. Στην αρχή υψώσαμε τους τόνους για τη διεθνή διάσκεψη για το χρέος και μετά το παγώσαμε. Μετά υψώσαμε τους τόνους για το κατοχικό δάνειο και τις γερμανικές αποζημιώσεις και αν δεν υπήρχε ο Μανώλης Γλέζος θα το είχαμε βάλει κι αυτό στο ράφι.
Η Ελλάδα έχει πάντοτε ισχυρά επιχειρήματα, όπως για παράδειγμα στις ιδιωτικοποιήσεις, ότι τα φυσικά κρατικά μονοπώλια δεν μπορούν να μετατραπούν σε ιδιωτικά μονοπώλια όπως έγινε με τον ΟΤΕ και με τον ΟΠΑΠ και όπως απειλείται να γίνει με τη ΔΕΗ, με τα λιμάνια και με τα αεροδρόμια και τις υπηρεσίες ύδρευσης. Αλλά και το μοντέλο των ιδιωτικοποιήσεων πρέπει να αλλάξει, με συμβατική υποχρέωση τις μελλοντικές επενδύσεις των αγοραστών, ώστε να επωφεληθεί η εθνική οικονομία από την αλλαγή ιδιοκτήτη. Εξίσου καλά αιτιολογημένες είναι οι θέσεις για άρνηση αλλαγής των εργασιακών θεσμών. Ήδη νεώτερες έρευνες του ΔΝΤ ανακάλυψαν (!!!) (εδώ γελάμε) ότι η απορρύθμιση των όρων εργασίας δεν αυξάνει την παραγωγικότητα της χώρας.
Τώρα είμαστε στη φάση ότι συνοψίζουμε τη μελλοντική διαπραγμάτευση για την ανάπτυξη και για τη βιωσιμότητα του χρέους με την πέμπτη αξιολόγηση του μνημονίου για να απελευθερωθεί η ρευστότητα από την ΕΚΤ. Τραγικά λάθη στα οποία οδηγεί τόσο η έλλειψη προετοιμασίας και σχεδιασμού, αλλά και η αβυσσαλέα διαφορά δυναμικού ανάμεσα στις δύο πλευρές. Κι εδώ ο ορθολογισμός κρίνεται όχι μόνον από την ικανότητα σχεδιασμού, αλλά και από την ικανότητα να επιβάλεις τα αυτονόητα. Μέρος του ορθολογισμού στον ελληνικό πολιτισμό, είναι και η θανάσιμη εμπειρία των Μηλίων έναντι των Αθηναίων. Τα επιχειρήματα δεν αρκούν για να πείσεις έναν πολύ ισχυρότερο αντίπαλο να εγκαταλείψει τα στρατηγικά του σχέδια και να ανατρέψει τους στόχους της εκστρατείας του.
Πλέον το ζητούμενο της διαπραγμάτευσης είναι αν η Ελλάδα θα μπορέσει να μετάσχει στις ήδη αποφασισμένες αλλαγές της νομισματικής και οικονομικής πολιτικής της ΕΕ (σχέδιο Γιούνκερ με επενδύσεις 300 δισεκατομμυρίων ευρώ που εγκρίθηκαν από το ευρωκοινοβούλιο, ποσοτική χαλάρωση Draghi  1,1 τρισεκατομμύριο ευρώ σε πρώτη φάση κλπ) ή αν θα εξαιρεθεί με ένα νέο μνημόνιο.
Και την ιδέα ενός νέου μνημονίου, ενίσχυσε στο μυαλό του Σόιμπλε η πιθανότητα να μπορέσει να συμψηφίσει εκεί μέσα και τις γερμανικές αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο. Η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου έχει πολλά αρνητικά και ένα μόνον καλό: Ότι προβλέπει πως και η Ελλάδα θα μπορέσει να μετάσχει στα παραπάνω, αν ολοκληρωθεί επιτυχώς κατά τους ίδιους η «τρέχουσα διευθέτηση», όπως ονομάζει την αξιολόγηση του μνημονίου και την εφαρμογή όσων εκκρεμοτήτων δεν εφαρμόστηκαν. Θα ήταν μεγάλη απώλεια να μην κρατήσουμε τουλάχιστον αυτό.
Με βάση τα παραπάνω λάθη, δεν ήταν λάθος η στράγγιση των αποθεματικών, ταμείων, δήμων και δημόσιων φορέων, ώστε να μπορέσουν να πληρωθούν οι δόσεις που έληγαν εν τω μεταξύ. Ήταν απλώς υποχρεωτικές κινήσεις. Επίσης η ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων οφειλών ήταν υποχρεωτική κίνηση η οποία έλυσε εν μέρει το πρόβλημα ρευστότητας για λίγες εβδομάδες, χωρίς να καταργήσει τις αδικίες του παρελθόντος για όσους δεν είναι σε θέση να πληρώσουν. Γενικά στις συζητήσεις δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψιν ότι το ένα τρίτο της κοινωνίας και των πολιτών, δεν μετέχουν  πια της οικονομίας και της κοινωνίας. Οι αποφάσεις και οι ρυθμίσεις αφορούν τα δύο τρίτα που έχουν ακόμα δουλειά, ασφάλιση και δικαιώματα. Γιατί όποιος δεν έχει πλέον λεφτά δεν έχει και δικαιώματα αφού δεν μπορεί να τα υπερασπιστεί ενώπιον της Δικαιοσύνης και των άλλων θεσμών του κράτους.
Στο τελικό κείμενο της συμφωνίας η οποία θα υπογραφεί οπωσδήποτε, μένει να δούμε πόσο έγιναν σεβαστές οι τεκμηριωμένες απόψεις της ελληνικής κυβέρνησης οι οποίες δεν έρχονται σε σύγκρουση με τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία των θεσμών, όπως είναι η άρνηση εφαρμογής υφεσιακών μέτρων (ΦΠΑ) μετά από οκτώ χρόνια ύφεσης, και η χρησιμοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων για το ασφαλιστικό σύστημα ή για την ανάπτυξη, αντί για την πληρωμή τόκων στο εξωτερικό. (Δημοσιονομικό και χρηματοδοτικό κενό).
.Black-Strip
kokorikos2
Αντώνης ΚοκορίκοςSenior Analyst (Politics & Social Sciences)
Ο Αντώνης Κοκορίκος είναι επαγγελματίας δημοσιογράφος μέλος της ΕΣΗΕΑκαι εργάζεται ως πολιτικός συντάκτης σε μέσα ενημέρωσης πανελλαδικής εμβέλειας από το 1982. Μεταξύ άλλων εργάστηκε στην ΕΡΤ, στον ΣΚΑΪ, στο ΣΤΑΡ, στο ΑΛΤΕΡ, στους ραδιοσταθμούς ΣΚΑΪ, ΝΙΤΡΟ, Alpha, Flash και στις εφημερίδες Καθημερινή, Αυγή, Ελεύθερος Τύπος κλπ. Είναι παντρεμένος και έχει τέσσερα παιδιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου