Τρίτη 7 Απριλίου 2015

Το «ριζοσπαστικό» σενάριο Grexit

Νέα Πολιτική


του Νικολάου Ματθαίου Σαντή*
Πιθανή έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ απαιτεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο με μακροχρόνιο ορίζοντα. Στόχος θα πρέπει να είναι η αύξηση της παραγωγικότητας και η αλλαγή του στρεβλού παρόντος μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης της χώρας μέσω της αναδιάρθρωσης της παραγωγής, της  ενίσχυσης των επενδύσεων (π.χ. μέσω της ενθάρρυνσης της αποταμίευσης) και της ανάπτυξης νέων επιχειρηματικών πεδίων. Η έξοδος από την ευρωζώνη θα μπορούσε να οδηγήσει σε δραματική οικονομική και κοινωνική μεταμόρφωση· αδυναμία όμως πραγματοποίησης διαρθρωτικών αλλαγών επι τη βάση μακροπρόθεσμου σχεδιασμού θα μπορούσε να οδηγήσει σε χρόνια στασιμότητα.
Το βασικό σενάριο της εξόδου από το ευρώ είναι ότι θα προκαλούσε οικονομικό σοκ που θα έθετε το ζήτημα μιας ριζικής αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, αναδύοντας μεγάλες προκλήσεις, τόσο πολιτικές όσο και οικονομικές. Ουσιαστικά, το μεγάλο κέρδος της εξόδου από το ευρώ είναι η μεγαλύτερη δυνατότητα για αλλαγή του υπάρχοντος παραγωγικού μοντέλου, με ανατροπή των χρόνιων παθογενειών του, κάτι που δεν φαίνετι ότι μπορεί να συμβεί σε ικανοποιητική κλίμακα με την παραμονή στο ευρώ (λόγω εξαρτήσεων, διαπλεκομένων συμφερόντων κτλ).

Αρχικά, ο έλεγχος του τραπεζικού συστήματος θα επιτρέψει να αποφευχθεί η πτώχευσή του, να εγγυηθούν οι καταθέσεις και να δημιουργηθεί ένα σύστημα δημοσίων τραπεζών που θα στοχεύει στην παραγωγική ανάπτυξη της χώρας. Σε μια τραπεζο-κεντρική οικονομία όπως η ελληνική, ο έλεγχος επί των μεγάλων ελληνικών τραπεζών κρίνεται αναγκαίος για τη ριζική μεταμόρφωση και αναζωογόνηση της ελληνικής οικονομίας. Η πρόθεση είναι να παρέχουν πίστωση με λογικούς όρους στους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση ενός κύματος εταιρικών πτωχεύσεων (αμέσως μετά την έξοδο από το ευρώ) και την προώθηση της απασχόλησης αργότερα. Σε μακροχρόνιο ορίζοντα, οι δημόσιες τράπεζες θα είναι βασικό εργαλείο για την επίτευξη διαρκούς ανάπτυξης (με βάση μακροχρόνιο σχεδιασμ) και την αντιστροφή της πορείας χρηματιστικοποίησης (financialization) της οικονομίας.
Η αποτυχία του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ελλάδα (αλλά και στις χώρες της Δύσης, όπως φάνηκε με την κρίση του 2008) τις τελευταίες δεκαετίες, από τη μία έχει θέσει σε κίνδυνο την παροχή ρευστότητας στην οικονομία· από την άλλη έχει οδηγήσει στη δημιουργία τεράστιων ιδιωτικών τραπεζικών κολοσσών οι οποίοι «παρασιτούν» σε βάρος της κοινωνίας μόνο και μόνο επειδή είναι «too big to fail». Η κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου στην Δύση έχει οδηγήσει σε σχετική οικονομική στασιμότητα και συχνά σε έντονες κρίσεις. Απεναντίας, όχι τυχαίως, η οικονομική εκτόξευση και εκβιομηχάνιση της Κίνας στις μέρες μας, όπως και της Νοτίου Κορέας μεταξύ 1960-1980, καθώς και άλλων χωρών, έλαβε χώρα υπό καθεστώς κρατικά ελεγχόμενων χρηματοπιστωτικών ροών. Σύμφωνα με τον Λαπαβίτσα, οι ελληνικές τράπεζες παρέχουν ακριβά δάνεια προς τα νοικοκυριά και ανεπαρκείς πιστώσεις σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και παραγωγικές δραστηριότητες. Η λειτουργία τους αφορά συχνά πολύπλοκες και κερδοσκοπικές ή ακόμα και παράνομες συναλλαγές (καθότι μεγάλο μέρος των ποσών που αποτελούν προϊόν διαφθοράς και φοροδιαφυγής διακινείται μέσω αυτών), με αμελητέα ή και αρνητική οικονομική και κοινωνική αξία.
Επιπλέον, έλεγχοι κεφαλαίων θα πρέπει να επιβληθούν, αρχικά προκειμένου να αποφευχθεί η φυγή κεφαλαίων και η κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος. Παρόμοια κίνηση εφαρμόστηκε από τη Μαλαισία κατά τη διάρκεια της Ασιατικής Κρίσης, με ιδιαίτερη μάλιστα επιτυχία. Πιο μακροπρόθεσμα, είναι απαραίτητη η μερική ρύθμιση των εξωτερικών ροών κεφαλαίων για να αποφευχθεί η εισαγωγή αστάθειας από το εξωτερικό και να κατευθυνθούν εθνικοί πόροι στους επιθυμητούς τομείς τις οικονομίας. Η χρηματοπιστωτική απελευθέρωση των τελευταίων δεκαετιών δεν οδήγησε σε ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη, ενώ συχνά ήταν υπεύθυνη για καταστροφικές κρίσεις (Μεξικανική Κρίση, 1992, Ασιατική Κρίση 1997/1998, Παγκόσμια Κρίση 2008 κτλ).
Μετά το αρχικό σοκ της εξόδου από το ευρώ, η οικονομία θα σταθεροποιηθεί και θα επεκταθεί, καρπούμενη τα οφέλη της υποτίμησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Η Ελλάδα παραμένει μια σχετικά ανεπτυγμένη χώρα με ένα παραγωγικό τομέα που θα μπορούσε να ανακτήσει την τοπική αγορά μόλις οι εισαγωγές γίνουν ακριβές. Επίσης διαθέτει σημαντική παραγωγική ικανότητα κατέχοντας ένα άρτια εκπαιδευμένο και εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, καθώς και πολλά ακόμα πλεονεκτήματα. Αυτό που χρειάζεται είναι μια ενεργός βιομηχανική και αναπτυξιακή πολιτική, όπως και προοδευτική αναδιανομή του εισοδήματος και του πλούτου. Οι οικονομικές προοπτικές της χώρας θα απογειωθούν μέσω ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου που θα ανατρέπει τις χρόνιες παθογένειες του σημερινού.
Σίγουρα, θα υπάρχει σημαντικό κόστος από την εφαρμογή της «ριζοσπαστικής» στρατηγικής, καθώς επίσης και από την εφαρμογή οποιασδήποτε άλλης διαθέσιμης στρατηγικής για την Ελλάδα αυτή τη στιγμή. Σε αντίθεση όμως με την επιλογή της λιτότητας, στο «ριζοσπαστικό σενάριο», η επιβάρυνση μπορεί να κατανεμηθεί πιο δίκαια και υπάρχει το ενδεχόμενο να θέσει την οικονομία και την Ελλάδα σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης και ευημερίας. Αυτή είναι η κυριότερη ωφέλεια της εξόδου από την ΟΝΕ και της επακόλουθης οικονομικής και κοινωνικής μεταμόρφωσης που αυτή θα καταστήσει δυνατή.
Συνεπώς, το σενάριο της «ριζοσπαστικής εξόδου» από την ΟΝΕ αναδεικνύεται ως η μόνη εναλλακτική επιλογή στην οποία η Ελλάδα καθορίζει η ίδια το μέλλον της με αισιοδοξία.

 *Νικόλαος Ματθαίος Σαντής, οικονομολόγος, M.A. Development Economics, nikolaossantis@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου