Πέμπτη 2 Απριλίου 2015

Η ιθύνουσα τάξη ενώπιον των εθνικών ευθυνών της

Νέα Πολιτική


του Σωτήρη Δημόπουλου
Η αγχώδης προσπάθεια της πολιτικο-οικονομικής ηγεμονικής τάξης της Ελλάδος να διατηρεί σταθερά με την Τουρκία σχέση προσέγγισης και συνεργασίας, έφθασε πλέον σε οριακό σημείο. Το συγκεκριμένο πλαίσιο, το οποίο είχε τεθεί όλο το προηγούμενο διάστημα και συνιστούσε έναν αποδεκτό άξονα επί του οποίου εκινείτο η εξωτερική πολιτική της Ελλάδος –με μεγαλύτερη πάντως επιφυλακτικότητα από τις προθέσεις που εξέφραζε η συντριπτική πλειοψηφία των «οργανικών» διανοουμένων, που στην Ελλάδα είναι έτσι κι αλλιώς η συντριπτική πλειοψηφία της διανόησης-, έχει υποστεί βαθιές και ανεπανόρθωτες ρωγμές.
Κατ’ αρχάς, η πρωτοφανής οικονομική κρίση- η οποία βεβαίως είναι κάτι πολύ παραπάνω, είναι μια δομική κρίση- έχει στερήσει από τα μέλη των ελίτ την αξιοπιστία που απολάμβαναν έως πρότινος εκ μέρους της κοινωνίας. Η παρούσα παρατεταμένη περιπέτεια της χώρας συνιστά μια βαριά ήττα επιλογών και προσώπων της πρόσφατης τεσσαρακονταετίας. Το γεγονός ότι οι ίδιες περίπου ισχυρές ομάδες πολιτικο-κοινωνικών συμφερόντων ηγούνται των διαδικασιών αποκατάστασης μιας νέας ισορροπίας, πρωτίστως προς όφελος των ιδίων, δεν τις εξιλεώνει στην συλλογική συνείδηση. Ως εκ τούτου, προβάλλουν τον φόβο ως το ισχυρότερο επιχείρημα νομιμοποίησης της εξουσίας τους. Τούτο συνεπικουρείται από την ανυπαρξία ρεαλιστικής εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης, αλλά και της έλλειψης κοινωνικής υπευθυνότητας και πολιτικής ωρίμανσης. Οι αποφάσεις επί των εθνικών μας θεμάτων λαμβάνονται, επομένως, από φορείς που δεν έχουν εκ προοιμίου την συγκατάθεση της πλειοψηφίας του έθνους. Το ίδιο ισχύει και για το πλέγμα των μέσων πληροφόρησης και διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, που τελεί υπό μόνιμη και ευρεία αμφισβήτηση.

Η δεύτερη ρωγμή καταγράφεται στο ίδιο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, το οποίο βρίσκεται σε κατάσταση σύγχυσης και αποδιοργάνωσης. Η μετατροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εν μέσω υφεσιακής στενωπού, σε ένωση κρατών υπό γερμανική οικονομική και πολιτική ηγεμονία, έχει πυροδοτήσει πολλαπλές και πολύμορφες φυγόκεντρες τάσεις. Η βεβαιότητα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης έχει παραχωρήσει την θέση της σε απαισιόδοξα σενάρια αποχωρήσεων και αποσχίσεων και σε στενά εθνικά καθορισμένες πολιτικές. Η διαδικασία της υποχώρησης του φιλόδοξου σχήματος μιας ενιαίας Ευρώπης επιταχύνεται ραγδαία από την σφοδρή αντιπαράθεση των ΗΠΑ με την Ρωσσία, τόσο στο πεδίο της Ουκρανίας, όσο και στο έδαφος των κρατών-μελών της Ε.Ε., κυρίως στα Βαλκάνια, στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη. Το πλέον, επομένως, στιβαρό επιχείρημα των οπαδών της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, που ήταν η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, και η τιθάσευση, μέσω διαδικασιών προσαρμογής στους ευρωπαϊκούς κανόνες, του «θηρίου», δεν πείθει πια κανέναν.
Το τρίτο στοιχείο που έχει αλλάξει άρδην τα δεδομένα είναι, οπωσδήποτε, οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχουμε εισέλθει σε φάση ιστορικής αλλαγής εθνικο-θρησκευτικών συσχετισμών, η οποία, με την σειρά της, προκαλεί εσωτερικές συγκρούσεις, πολέμους και αλλαγές στις συνοριακές γραμμές. Παρά την καθησυχαστική, ίσως και εκμαυλιστική, πεποίθηση που επικρατούσε στο μεταπολιτευτικό φαντασιακό των Ελλήνων, ότι ανήκουμε τελεσίδικα στον Δυτικό Κόσμο, ατενίζοντας έτσι συγκαταβατικά ακόμη και αφ’ υψηλού την ανατολή, ήλθε η γεωπολιτική για να μας θέσει πάλι στις πραγματικές μας συντεταγμένες. Τούτο σημαίνει ότι, όσα συμβαίνουν στην γειτονιά της Ανατολικής Μεσογείου, τραβούν και εμάς –και την Κύπρο και την Ελλάδα- στις ιλιγγιώδεις περιστροφές της ιστορικής δίνης. Όπως άλλωστε και όσα συμβαίνουν ή πρόκειται να συμβούν στον ευρύτερο βαλκανικό περίγυρο. Η όαση σταθερότητας του Ελληνισμού ακούγεται ως ένα καλό επιχείρημα, που στοχεύει σε επιπλέον εγγυήσεις ασφάλειας από τους υπερατλαντικούς συμμάχους της.
Στην ουσία, όμως, είναι δύσκολο έως αδύνατο η χώρα να μείνει έξω από τον χώρο των βιβλικών ανακατατάξεων που επισυμβαίνουν στην ευρύτερη περιοχή. Έτσι, οι νέοι άξονες Αιγύπτου-Κύπρου-Ελλάδος και Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδος προσπαθούν να απαντήσουν αφ’ενός στις ανάγκες που προκύπτουν από τον υπό διαμόρφωση ενεργειακό χάρτη, αφ’ ετέρου στο πρόβλημα ασφάλειας που αντιμετωπίζει ο Ελληνισμός από την τουρκική επεκτατικότητα. Η πλήρης αποκάλυψη του αληθινού προσώπου του νεο-οθωμανικού οράματος των Ερντογάν-Νταβούτογλου και η ανεξέλεγκτη και μεγαλομανής εξωτερική τους πολιτική, δυσχεραίνουν την υποστήριξη της θεωρίας της προσέγγισης από τους μόνιμους εγχώριους θιασώτες της.
Το ουσιαστικότερο εμπόδιο, όμως, στην ανοιχτή προπαγάνδιση ανάλογων θέσεων, δεν αποτελεί ούτε η προκλητική στάση της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ ή στα ελληνικά χωρικά ύδατα· ούτε η αναμφισβήτητη στήριξη εκ μέρους της του Ισλαμικού Κράτους και η ανήθικη υπονόμευση του κουρδικού αγώνα αντίστασης· ούτε, ακόμη ακόμη, η αντιδραστική εσωτερική πολιτική των ισλαμιστών σε θέματα ελευθερίας του λόγου και φυλετικών και θρησκευτικών διακρίσεων, που είναι και τα πλέον αγαπημένα μεταξύ των οπαδών του πολιτικά ορθού. Το μεγάλο πρόβλημα έγκειται πρώτα και κύρια στις σχέσεις της Άγκυρας με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, και ιδιαίτερα με το δεύτερο, με το οποίο βρίσκεται σε ανοιχτή αντιπαράθεση.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία, επομένως, και λιγότερο ένας σαφής σχεδιασμός ή μια καθαρή πρόθεση, ωθούν, εκ των πραγμάτων, το «φοβικό» κατεστημένο σε Κύπρο και Ελλάδα σε κινήσεις που το φέρνουν αντιμέτωπο με τη Τουρκία. Το πιθανότερο, όμως, είναι ότι εάν προέκυπταν, κάτι διόλου απίθανο, διαφορετικοί διεθνείς συσχετισμοί, η «δίψα» του κέρδους από το όποιο ασφαλές μερίδιο εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων αερίου ή πετρελαίου, θα έβρισκε μάλλον πρόθυμες τις ιθύνουσες τάξεις μας για σύναψη ετεροβαρούς και δεσμευτικής για τον Ελληνισμό συμφωνίας με την γείτονα.
Η Άγκυρα, από την μεριά της, βαριά ηττημένη σε όλη την υποτιθέμενη νεο-οθωμανική ζώνη επιρροής της στην Β. Αφρική, στην Συρία και στην Μεσοποταμία, και με την απειλή για εσωτερικό διαμελισμό πιο υπαρκτή από ποτέ, θα θελήσει να ανακτήσει το κύρος της με κέρδη έναντι της Ελλάδος και της Κύπρου. Γεννάται, λοιπόν, το ερώτημα το πώς θα αντιδράσουν σε αυτές τις προκλήσεις οι πολιτικοί μας ηγήτορες, αν μάλιστα υπάρξει πίεση από τους συμμάχους μας για έναν ανέντιμο για την Ελλάδα συμβιβασμό, στο όνομα της ειρήνης και των ευρύτερων σχεδιασμών. Θα μας εκπλήξουν, λειτουργώντας εθνικά, ή θα κηρύξουν άτακτη υποχώρηση με πρόσχημα την σύνεση, χρεώνοντας στον Ελληνισμό μια ήττα με ανυπολόγιστες ιστορικές συνέπειες; Δυστυχώς, η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης στην Ελλάδα κάνει τα πράγματα ακόμη πιο δυσχερή. Προς ώρας, πάντως, μας «σώζουν», κυρίως, οι θετικές διεθνείς εξελίξεις στα καυτά μέτωπα της περιοχής και η αδιαλλαξία του νεο-σουλτάνου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου