Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

Το πρόβλημα είναι τόσο βαθύ που δεν αρκεί ένας μεσσίας

Νέα Πολιτική


του Σπύρου Μαθιουδάκη*

Τι είδος ηγέτη έχει ανάγκη σήμερα η Ελλάδα; Ερώτημα δύσκολο, κρίσιμο και γεμάτο παραδοχές αυτονόητες και μη. Με την βαθειά κρίση που μαστίζει την χώρα εδώ και μια πενταετία, είναι εύλογο κανείς να ζητά απαντήσεις από την κορυφή αλλά και να αναρωτιέται πώς αυτή θα πρέπει να είναι από εδώ και πέρα. 

Το 2007 το ΠΑΣΟΚ έχασε τις εθνικές εκλογές από την Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή. Αυτή η ήττα προκάλεσε την αμφισβήτηση στο πρόσωπο του τότε προέδρου του κόμματος Γιώργου Παπανδρέου, από πολλά στελέχη στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ. Θυμόμαστε οι περισσότεροι την εσωκομματική διαμάχη για την προεδρία μεταξύ Παπανδρέου και Βενιζέλου. Αυτό που εύλογα έχει ξεχαστεί, είναι μια δήλωση που είχε κάνει η Άννα Διαμαντοπούλου, αμέσως μετά την ήττα του ΠΑΣΟΚ. Η κυρία Διαμαντοπούλου είχε δηλώσει πως τασσόταν υπέρ της «αλλαγής ηγεσίας». Η δήλωση είχε βεβαίως εκληφθεί από όλους ως υποστήριξη στον Ευάγγελο Βενιζέλο για την προεδρία του κόμματος, εν όψει της επερχόμενης εσωκομματικής σύγκρουσης. Αμέσως μετά την απροσδόκητη επανεκλογή Παπανδρέου, η κυρία Διαμαντοπούλου πολιορκήθηκε από δημοσιογράφους για ένα σχόλιο. Η δήλωση που έκανε ήταν πως είχε ταχθεί «υπέρ της αλλαγής ηγεσίας, όχι ηγέτη». 

Αυτός ο εννοιολογικός διαχωρισμός, αδιάφορο αν κρύβει μικροπολιτική σκοπιμότητα ή αν έπεισε όταν επιστρατεύθηκε, έχει σήμερα σημασία. Η Ελλάδα σήμερα, έχει σοβαρό πρόβλημα ηγεσίας, όχι απλώς ηγέτη. Τα δομικά προβλήματα που μαστίζουν την εθνική οικονομία αλλά και την μηχανή της δημόσιας διοίκησης, είναι πολλά και σύνθετα.  

Ποτέ δεν χάνει την αξία της μια αναδίφηση στα ιδεώδη του ηγέτη στον Πλάτωνα ή στον Μακκιαβέλλι. Όμως, εν όψει της παρούσας συγκυρίας, θα εξετάσουμε ένα παράδειγμα που βρίσκεται χρονικά και ουσιαστικά πιο κοντά στις δικές μας εμπειρίες. 

Ο μεγαλύτερος πολιτικός ηγέτης που γνώρισε η σύγχρονη Ελλάδα, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, έμεινε στην ιστορία όχι μόνον επειδή ήταν ο καθρέφτης της χώρας στις διεκδικήσεις απέναντι στους ξένους. Η μεγαλύτερη συμβολή του, μετά από τις νίκες στους πολέμους, ήταν οι θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις που κατάφερε να εμπεδώσει στην σχετικά πρωτόγονη ως τότε Ελληνική Πολιτεία. Με την βοήθεια των συνεργατών του και ενός από τα πλέον «πεφωτισμένα» Υπουργικά Συμβούλια που είδε ποτέ η χώρα, ο Βενιζέλος έφερε αλλαγές στην παιδεία, την δημόσια διοίκηση, την οικονομία, την αστική και ποινική δικαιοσύνη, που εφάμιλλές τους δεν έχουν παρατηρηθεί ποτέ ταυτόχρονα στην Ελλάδα. 

Η ικανότητα ενός ηγέτη συνίσταται, λοιπόν, στην διορατικότητα. Οι άνδρες και οι γυναίκες που η ιστορία και οι λαοί θυμούνται, είναι εκείνοι που έκαναν τις μοίρες των συγχρόνων και των επομένων καλύτερες. Αυτό προϋποθέτει πως όσα αυτοί θα οικοδομήσουν όσον καιρό θα βρίσκονται στα πράγματα, θα είναι είτε αδύνατον είτε ασύμφορο να αποδομηθούν, εν ονόματι πυροτεχνημάτων, στο σύντομο μέλλον. Και ο μόνος τρόπος να επιτευχθεί αυτό, είναι να δημιουργηθούν θεσμοί.  

Ενδεικτικά, ο Βενιζέλος ίδρυσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, έδωσε μάχη για την ίδρυση της Τραπέζης της Ελλάδος και της Αγροτικής Τραπέζης, υποστήριξε ιδιοφυώς τον θεσμό της Μοναρχίας επί Γεωργίου Α΄, μονιμοποίησε τους δημοσίους υπαλλήλους για να μην διαλύεται η κρατική μηχανή όποτε γίνονται εκλογές, έκανε την Ελλάδα ιδρυτικό μέλος της Κοινωνίας των Εθνών – ενώ αρνήθηκε την θέση του Γενικού Γραμματέως που του προσφέρθηκε.  

Πολλοί θα σπεύσουν να αντιτάξουν την σύγκρουση με τον βασιλιά Κωνσταντίνο και τον επακόλουθο Εθνικό Διχασμό, την Μικρασιατική Καταστροφή με όση ευθύνη μπορεί να αποδοθεί στον Βενιζέλο, την ταραγμένη περίοδο του Μεσοπολέμου κατά μεγάλο μέρος της οποίας ο Βενιζέλος ήταν αυτοεξόριστος. Κανείς δεν αρνήθηκε ότι ο Βενιζέλος έκανε λάθη. Κανείς, όμως, δεν μπορεί και να πει πως δεν εργάστηκε για την χώρα, πέρα από κομματικό συμφέρον, πέρα από ατομικό ή οικογενειακό πλουτισμό. 

Εδώ φτάνουμε στην ουσία. Την Ελλάδα σήμερα μπορεί να την σώσει ακόμη ένας Βενιζέλος; Η απάντηση ίσως φαντάζει απλή, όμως δεν είναι. Η δομική ανεπάρκεια των περισσότερων ζωτικών οργάνων της Δημόσιας Διοίκησης, τα αίτια της οποίας εκτείνονται σε βάθος δεκαετιών, έχει καταστεί έκδηλη. Ιδίως την τελευταία δεκαετία, προκύπτει η αίσθηση ότι καμμία φροντίδα για μεταρρυθμίσεις ουσίας δεν υπήρξε. Η ποιότητα λόγου στο ίδιο το Κοινοβούλιο είναι αντίστοιχη των πολιτικών που εφαρμόζονται. Τυφλός βλέπει πως από εκλογές σε εκλογές, το επίπεδο της πολιτικής ελίτ βαίνει διαρκώς μειούμενο (παρά τον αυξανόμενο πλουραλισμό πολιτικών κομμάτων). 

Η βαθειά διαφθορά που επικράτησε απ’ άκρου εις άκρο στην λειτουργία και τις συναλλαγές του κράτους, που έφερε την Ελλάδα να συναγωνίζεται την «μαφιόζικη» ιταλική πραγματικότητα στις διεθνείς μετρήσεις, είναι αδύνατον να παρακαμφθεί, πόσο μάλλον να εξαλειφθεί, από έναν άνθρωπο. Δεν υπάρχουν μαγικά ραβδάκια. Όσοι πιστεύουν πως μπορούν όλα να γίνονται με «εντολή» πρωθυπουργού, είναι είτε αφελείς είτε αδαείς. Ο υδροκέφαλος συγκεντρωτισμός, αν όχι αυταρχισμός, που κρύβεται πίσω από τέτοιες λογικές, είναι πιο επικίνδυνος ακόμη και από μία κακή δημοκρατία. Μια χώρα που χρειάζεται εντολή πρωθυπουργού για να λειτουργήσει π.χ. η αποκομιδή των απορριμμάτων, δεν επιτρέπεται να θεωρείται προηγμένη. 

 Ο πόλεμος με την διαφθορά και κατ’ επέκτασιν την οκνηρία στο Δημόσιο, για να ξαναπάρει μπρος η κρατική μηχανή, για να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για την αναγέννηση της οικονομίας και την μείωση της ανεργίας, θα είναι μακροχρόνιος και δεν θα κερδηθεί με μια μάχη. Αυτή η υπερπροσπάθεια δεν μπορεί να επιτευχθεί από έναν «Σούπερμαν». Ακόμα και αν αυτός κατέβαινε εξ ουρανού σαν από μηχανής θεός, θα τον σταύρωναν οι «γραμματείς» και οι «φαρισαίοι».  

Είναι απαραίτητη, ζωτική, η ανανέωση του πολιτικού δυναμικού της χώρας. Ανανέωση όχι χάριν της ανανέωσης, αλλά για να διορθωθεί η ηθική κατάπτωση, για να πάψουν οι ιαχές και οι άναρθρες κραυγές πολιτικών στην Βουλή, στα τηλεπαράθυρα και στα κοινωνικά δίκτυα, που αφειδώς μας προσφέρονται τα τελευταία χρόνια. Η ανάδειξη άφθαρτων προσώπων, από τον χώρο της επιστήμης, της διανόησης, της τίμιας επιχειρηματικότητας, που θα συνδράμουν στην (αν)οικοδόμηση όσων χάσαμε ή δεν είχαμε καταφέρει, είναι πιο επιτακτική από ποτέ.

Αυτό που θα κάνει ο ιδανικός ηγέτης, μαζί με την ιδανική ηγεσία, είναι να φτιάξει θεσμούς. Επειδή θα ξέρει, ότι ο ίδιος δεν θα ζει για πάντα. Θα διαμορφώσει τέτοιες θεμελιώδεις καταστάσεις, που να μην επιτρέψουν ξανά έναν εκτροχιασμό. Και θα το κάνει με τρόπο πράο, δημοκρατικό, μα και αδέκαστο.

* Φοιτητού Πολιτικών Επιστημών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου