Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2015

Αλέξανδρος Παπάγος

Νέα Πολιτική


Του Τάσου Πανουτσόπουλου*

Ο Αλέξανδρος Παπάγος γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου του 1883. Ο πατέρας του, αντιστράτηγος Λεωνίδας Παπάγος, είλκε την καταγωγή του από τις Κυδωνίες (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας. Η μητέρα του, Μαρία Αβέρωφ, ήταν ανηψιά του Γεωργίου Αβέρωφ.

Το 1901 ο Αλέξανδρος Παπάγος γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, την οποία όμως εγκατέλειψε έναν χρόνο αργότερα, για να φοιτήσει στη στρατιωτική σχολή των Βρυξελλών ως το 1904 και στη συνέχεια, την επόμενη διετία, στη Σχολή Ιππικού του Ιπρ. Το 1906 επέστρεψε στην Ελλάδα και κατετάγη ως Ανθυπίλαρχος στο Όπλο του Ιππικού.

Το 1910 διορίστηκε υπασπιστής του υπουργού Στρατιωτικών, Ελευθερίου Βενιζέλου, θέση στην οποία παρέμεινε ως τις αρχές του πρώτου Βαλκανικού Πολέμου. Πολέμησε στους Βαλκανικούς Πολέμους ως Υπίλαρχος και Διαγγελέας του Αρχιστράτηγου διαδόχου Κωνσταντίνου, συμμετείχε σε επιχειρήσεις κατάληψης των Ιωαννίνων και πολέμησε στη Μακεδονία. Για τις υπηρεσίες του μεταξύ 1912-1913 τιμήθηκε με τον αργυρό σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος. Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, εισήλθε στο Σχολείο Ανωτέρων Σπουδών, απ’ όπου αποφοίτησε με σειρά επιτυχίας πρώτος. 


Το 1917, μετά την επικράτηση του Βενιζέλου, αν και ο Παπάγος είχε υποβάλει την παραίτησή του από το στράτευμα, η νέα κυβέρνηση τον εξόρισε ως οπαδό του Κωνσταντίνου. Μετά τις εκλογές του 1920, ο Παπάγος επανήλθε στο στράτευμα και συμμετείχε στη Μικρασιατική Εκστρατεία, μέχρι την κατάρρευση του μετώπου τον Αύγουστο του 1922. Για τις υπηρεσίες του αυτές, τιμήθηκε με το Χρυσό Αριστείο Ανδρείας. Μετά το Κίνημα Λεοναρδοπούλου – Γαργαλίδη τον Οκτώβριο του 1923 τέθηκε σε αυτεπάγγελτη αποστρατεία και επανήλθε στο στράτευμα το 1926.

Ο Παπάγος είχε πρωταγωνιστήσει στο νόθο Δημοψήφισμα του 1935, που είχε ως αντικείμενο την παλινόρθωση της βασιλείας. Με το ξέσπασμα του ελληνοϊταλικού πολέμου ανέλαβε Αρχιστράτηγος των δυνάμεων του στρατού ξηράς, οργανώνοντας αποτελεσματικά την άμυνα της χώρας και την απώθηση των ιταλικών στρατευμάτων. Στις 23 Απριλίου του 1941 παραιτήθηκε, μην επιθυμώντας να συμμετάσχει στην συνθηκολόγηση της Ελλάδας με τους ναζί, επικρίνοντας παράλληλα και τον Στρατηγό Τσολάκογλου για τον σχηματισμό δωσιλογικής κυβέρνησης, του οποίου και την αντικατάσταση υποστήριξε σθεναρά. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ίδρυσε την οργάνωση Στρατιωτική Ιεραρχία, η αποκάλυψη της δράσης της οποίας, τον Ιούλιο του 1943, οδήγησε στην αποστολή του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου.

Ο Παπάγος επέστρεψε στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 1945 και δύο ακριβώς χρόνια αργότερα βραβεύτηκε με τον βαθμό του Στρατηγού εν αποστρατεία. Αρχικά ο Βασιλιάς Παύλος τον διόρισε Μεγάλο Αυλάρχη και στις 19 Ιανουαρίου του 1949, εν μέσω του Εμφυλίου Πολέμου, ανέλαβε τη γενική αρχηγία των ενόπλων δυνάμεων, με αποστολή την οριστική ήττα των κομμουνιστών. Μετά το τέλος του πολέμου και την επικράτηση των αστικών πολιτικών δυνάμεων, στις 17 Οκτωβρίου του 1949, ο Παπάγος έγινε Στρατάρχης.

Στις 28 Μαΐου του 1951 ο Παπάγος υπέβαλε την παραίτησή του στον πρωθυπουργό Σοφοκλή Βενιζέλο, προκειμένου να πολιτευθεί. Η πρόθεσή του να κατέλθει στην πολιτική εξόργισε τον βασιλιά Παύλο, ο οποίος θεώρησε ότι είχε εξαπατηθεί με τη διαβεβαίωση του Στρατάρχη ότι δε θα πολιτευόταν, και διέταξε τον αρχηγό ΓΕΣ, στρατηγό Θρασύβουλο Τσακαλώτο, να τον συλλάβει, εντολή που, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν εκτελέστηκε.

Στις 6 Αυγούστου του 1951 ο Παπάγος κατήλθε στην πολιτική, ιδρύοντας το κόμμα Ελληνικός Συναγερμός (ΕΣ). Στην πραγματικότητα όμως η δημιουργία του Ελληνικού Συναγερμού υπήρξε το αποτέλεσμα πιέσεων του Σπύρου Μαρκεζίνη προς τον Στρατάρχη, ο οποίος επιθυμούσε να κατέβει ο ίδιος στην πολιτική, χρησιμοποιώντας «ένα λοφίο» όπως είπε ο ίδιος χαρακτηριστικά.

Στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1952 ο Ελληνικός Συναγερμός κατάφερε να σχηματίσει την πρώτη μεταπολεμική κυβέρνηση με ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, κάτι που της έδινε τη δυνατότητα διενέργειας ευρέων μεταρρυθμίσεων. Υπό την πλήρη κυριαρχία του Μαρκεζίνη στο υπουργείο Συντονισμού, ο ΕΣ κατάφερε να μεταρρυθμίσει την ελληνική οικονομία, μέσω της υποτίμησης της δραχμής το 1953, και των μέτρων που τη διαδέχθηκαν, θέτοντας έτσι τις βάσεις για μια μακρά περίοδο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.

Ως προς την εξωτερική πολιτική, ο Παπάγος τάχθηκε υπέρ της αυτοδιάθεσης της Κύπρου, και, σε συνεργασία με τον διπλωμάτη Αλέξη Κύρου, πραγματοποίησε στις 24 Αυγούστου του 1954, την πρώτη προσφυγή στον ΟΗΕ. Η πολιτική αυτή δεν έβρισκε σύμφωνο τον Μαρκεζίνη, ο οποίος αφ’ ενός επιθυμούσε να αναλάβει προσωπικά τη διαχείριση του Κυπριακού και αφ’ ετέρου εναντιωνόταν σε μία σύγκρουση με τη Βρετανία τη δεδομένη στιγμή.

Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, ο Παπάγος κατάφερε να μεταρρυθμίσει αποτελεσματικά την οικονομία και να υποστηρίξει για πρώτη φορά νομικά την αυτοδιάθεση της Κύπρου, ερχόμενος σε σύγκρουση με τη Μεγάλη Βρετανία, πολιτική επιλογή που τη δεδομένη στιγμή αποδείχθηκε λανθασμένη. Ως προς την εσωτερική πολιτική, ο Παπάγος αντιστάθηκε στις πιέσεις του Μαρκεζίνη για τη λήθη του εμφυλιοπολεμικού παρελθόντος, χάνοντας έτσι μια μοναδική ευκαιρία για δημιουργία συνθηκών εσωτερικής ειρήνευσης και εγκατάλειψης της μετεμφυλιακής αντικομμουνιστικής μανίας, πολιτική που αν είχε εφαρμοστεί θα μπορούσε να επηρεάσει βαθύτατα τις ιστορικές εξελίξεις των δεκαετιών που ακολούθησαν .

 *Μεταπτυχιακός φοιτητής σύγχρονης ελληνικής ιστορίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου