Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2015

Η Ένωσις Κέντρου και οι εκλογές του 1961

Νέα Πολιτική


Του Σπύρου Λυγκούρη*

Η περίοδος 1950-1967 ως μεσοδιάστημα μεταξύ της λήξης της εσωτερικής διαμάχης του 1946-1949 και της επιβολής του στρατιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967 εμπεριέχει πολλές από τις παθογένειες, που γεννήθηκαν μέσα από την αλληλουχία του Διχαστικού κλίματος, που έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις κατά την «μακρά» δεκαετία του 1940. Αυτή η εποχή της «Καχεκτικής Δημοκρατίας» χαρακτηρίζεται από τις έκτακτες εξουσίες του παρα-Συντάγματος του 1952, καθώς και από διαστήματα πολιτικής αποσταθεροποίησης, που ακολουθούνται από μακρές περιόδους πολιτικής σταθερότητας κάτω από την εξουσία της συντηρητικής παράταξης, πρώτα του Ελληνικού Συναγερμού (Ε.Σ) του Αλέξανδρου Παπάγου και μετά της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ένωσης (Ε.Ρ.Ε) του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Όλα αυτά συμβαίνουν παράλληλα με την πορεία της μεγάλης Ψυχροπολεμικής διαμάχης μεταξύ των δύο συνασπισμών, η οποία προχωρεί από την εποχή της μεγάλης κλιμάκωσης (1950-1953 την εποχή του Πολέμου της Κορέας)  στην εποχή της πρώτης Ύφεσης (από το 1956 με την εφαρμογή της «αποσταλινοποίησης» στην Σοβιετική Ένωση, αλλά πιο ουσιαστικά από το 1959) και από εκεί πάλι στην μερική κλιμάκωση (την περίοδο 1961-1962 με την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου και την Κρίση των Πυραύλων της Κούβας).

Στο μεγαλύτερο μέρος της κρίσιμης περιόδου 1956-1961 ο χώρος του Κέντρου βρίσκεται σε φάση οπισθοχώρησης. Η μακρά παραμονή στην αντιπολίτευση θα συνοδευτεί από τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις των ηγετών του χώρου, όπως του Γεωργίου Παπανδρέου και του Σοφοκλή Βενιζέλου, γεγονός, που θα οδηγήσει το Κέντρο σε διασπάσεις και εσωστρέφεια. Ο χαμένος πολιτικός χώρος, που θα αφήσει το Κέντρο, θα καλυφθεί προσωρινά από το αριστερό κόμμα της Ε.Δ.Α (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά) , το οποίο θα καταλάβει την θέση της αξιωματικής Αντιπολίτευσης στις εκλογές του 1958.  Η ανάδειξη της Ε.Δ.Α σε δεύτερο κόμμα θα αναζωπυρώσει το κλίμα του αντικομμουνισμού στην κεντρική πολιτική σκηνή, γεγονός που θα αποκρυσταλλωθεί στην αύξηση των διώξεων κατά των οπαδών και των μελών της Αριστεράς, όπως με την δίκη του Μανώλη Γλέζου το 1959, που θα προκαλέσει τον περίφημο «Πόλεμο των Γραμματοσήμων» μεταξύ Ελλάδας και Σοβιετικής Ένωσης. Παράλληλα, θα καταδείξει την ανάγκη σύμπτυξης των δυνάμεων του Κέντρου, έτσι ώστε το ελληνικό πολιτικό σύστημα να οδηγηθεί σε αυτό, που αποκαλείται «σύστημα των συγγενών κομμάτων», το οποίο αποτελείται από μία «εθνική κυβέρνηση» και μία «εθνική αντιπολίτευση» με ταυτόχρονη πτώση της Ε.Δ.Α σε τρίτο κόμμα.


Οι διεργασίες για την σύμπτυξη του Κέντρου θα ολοκληρωθούν τον Σεπτέμβριο του 1961 παράλληλα με την αναγγελία της ημερομηνίας των εκλογών για τις 29 Οκτωβρίου 1961. Συγκεκριμένα, στις 19 Σεπτεμβρίου ο Γεώργιος Παπανδρέου θα αναγγείλει την ίδρυση της Ενώσεως Κέντρου (Ε.Κ). Η Ένωσις Κέντρου ως ενιαίο Κόμμα θα αποτελεί συμμαχία πολλών παλιών αυτοτελών δυνάμεων του χώρου και θα διοικείται από μια 8μελή Επιτροπή, η οποία στελεχώνεται από τους κάτωθι: Γ. Παπανδρέου, Στ. Κωστόπουλος (Κόμμα Φιλελευθέρων), Γ. Νόβας (Νέα Πολιτική Κίνηση),  Αλ. Μπαλταζτής ( Κόμμα Αγροτών-Εργαζομένων), Σ. Παπαπολίτης (ΕΠΕΚ), Ηλ. Τσιριμώκος (Δημοκρατική Ένωση), Π, Κατσώτας. Η Ένωσις Κέντρου αποτελείται από μία χαλαρή συμμαχία ανθρώπων και πολιτικών, που κινούνται από μία σταθερή κεντροαριστερή τάση έως και φιλελεύθερους, που είναι όμως φίλα προσκείμενοι προς τα ανάκτορα. 

Αυτό, που περνάει προς τα έξω, είναι μία προσήλωση στην φιλελεύθερη ιδεολογία και μία συνεχής καταγγελία του «Κράτους της Δεξιάς» σε μια προσπάθεια ανανέωσης της πολιτικής ζωής μετά από δέκα (10) χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από την συντηρητική παράταξη. Βασικός στόχος της Ενώσεως Κέντρου στις εκλογές του 1961 είναι να επαναπατρίσει στις τάξεις της τους ψηφοφόρους εκείνους, που κατευθύνθηκαν προς την μεριά της Ε.Δ.Α στις προηγούμενες εκλογές, εφόσον η κατάκτηση της κυβερνητικής πλειοψηφίας είναι ακόμη μακριά. Γύρω από την Ένωση Κέντρου κατά την περίοδο 1961-1966 θα συγκεντρωθούν παλαιοί εαμικοί πληθυσμοί, γνήσιοι αντιμοναρχικοί, που επιζητούν μια «δημοκρατική κάθαρση» του προβληματικού πολιτικού πλαισίου, καθώς και μεσαία στρώματα, που ανήλθαν κοινωνικά την περίοδο της οικονομικής ανασυγκρότησης ( δεκαετία 1950) και που τώρα επιζητούν πολιτικές ελευθερίες, καθώς νιώθουν να ασφυκτιούν από το «αστυνομικό πλαίσιο» των Εκτάκτων Μέτρων.

Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, στις 20 Σεπτεμβρίου 1961 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θα ανακοινώσει στον Βασιλέα Παύλο την παραίτηση της κυβερνήσεώς του, προκειμένου να οριστεί υπηρεσιακή κυβέρνηση, η οποία θα διοργανώσει τις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου. Για την θέση του προέδρου της υπηρεσιακής κυβέρνησης ο Καραμανλής θα προτείνει τον στρατηγό Θρασύβουλο Τσακαλώτο, παλαιό Βενιζελικό, διοικητή της Γ’ Ορεινής Ταξιαρχίας του Ρίμινι κατά την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και σημαντικό αξιωματικό του Εθνικού Στρατού την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949). Η λύση αυτή θα τορπιλιστεί από την επιθυμία των Ανακτόρων να αναλάβει του Υπουργείο Εθνικής Αμύνης ο απόστρατος πτέραρχος Χαρ. Ποταμιάνος, παλαιός υπασπιστής του Βασιλιά, εξέλιξη με την οποία ο Τσακαλώτος αντιδρούσε σφόδρα. Ο Ποταμιάνος θεωρούνταν περίπου ως πολιτικός αντίπαλος του Καραμανλή, εφόσον είχε συμμετάσχει στις εσωκομματικές υποθέσεις τη Ε.Ρ.Ε του 1958 (αναφερόμαστε στην αποχώρηση 15 βουλευτών της Ε.Ρ.Ε), που οδήγησαν στις εκλογές του Μαίου 1958. Αυτή η εικόνα του «αντικαραμανλικού» είναι που θα του δώσει την υποστήριξη του Γεωργίου Παπανδρέου και του Σοφοκλή Βενιζέλου. Επομένως, με δεδομένη την άρνηση του Θρασύβουλου Τσακαλώτου ο Βασιλιάς θα κινηθεί προς την λύση του αντιστράτηγου Κ. Δόβα. Πράγματι, η υπηρεσιακή κυβέρνηση του Κ. Δόβα θα συγκροτηθεί την ίδια μέρα και θα έχει την εξής σύνθεση: Κ. Δόβας (πρόεδρος), Ι. Παρασκευόπουλος (αντιπρόεδρος), Μ. Πεσμαζόγλου (υπουργός Εξωτερικών), Χ. Ποταμιάνος (υπουργός Αμύνης), Θ. Μερτικόπουλος (υπουργός Οικονομικών), Χρ. Στράτος (υπουργός Παιδείας), Αθ. Τριανταφύλλης ( υπουργός Εμπορίου), Ν. Φαρμακίδης ( Υπουργός Βιομηχανίας), Ι. Χαραμής (υπουργός Προνοίας), Ι. Καποδίστριας (υπουργός Εργασίας), Δ. Τσάφος (υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας), Ν. Λιανόπουλος (υπουργός Εσωτερικών), Δ. Πίππας (υπουργός Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων).

Η εκλογική μονομαχία της 29ης Οκτωβρίου θα αποτελέσει ένα ορόσημο στην μεταπολεμική ιστορία της χώρας. Μέρες πριν από την διεξαγωγή τους από τους κύκλους της Αριστεράς γινόταν λόγος για την ύπαρξη ενός επιτελικού σχεδίου, που στόχο θα είχε την εκλογική συρρίκνωση της Ε.Δ.Α προκειμένου τα ποσοστά της να συμπιεστούν σε επίπεδα «επιτρεπτά». Πράγματι, στις 16 Σεπτεμβρίου αντιπροσωπεία της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ε.Δ.Α  θα αποδώσουν στους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης αντίγραφα, αυτού που θα μείνει στην ιστορία ως «Επιτελικό Σχέδιο Περικλής». Η ιστορία αυτή ανάγεται στην εποχή μετά τις εκλογές του 1958 και τον πανικό, που προκάλεσε στα κρατικά και στρατιωτικά επιτελεία η άνοδος της Ε.Δ.Α σε αξιωματική αντιπολίτευση.  Τότε, η δευτεροβάθμια Επιτροπή πληροφοριών και διαφωτίσεως του ΓΕΕΘΑ θα προχωρήσει στην εκπόνηση ενός ειδικού Σχεδίου δράσης, οι διεργασίες του οποίου θα ολοκληρωθούν στις 12 Αυγούστου 1961 σε μια εποχή, που λάμβανε χώρα η Μεγάλη Κρίση του Βερολίνου. Η βασική ιδέα του Σχεδίου περιλαμβάνει μία άσκηση «ψυχολογικού πολέμου» μεταξύ των «Κυανών» (βλέπε τον κόσμο των «εθνικοφρόνων πολιτικών δυνάμεων) και των «Κιτρίνων» (των μη εθνικοφρόνων, στην προκειμένη περίπτωση της Ε.Δ.Α). Ο τελικός στόχος αντικατοπτρίζεται στην εξής φράση: « Ενδεικνυόμενα μέτρα, ώστε ο κομμουνισμός εις το εγγύς μέλλον να υποστή κάμψιν και το ποσοστόν του να κατέλθη εις επίπεδα κάτω του 20%». Η ύπαρξη του Σχεδίου δεν φαίνεται να αμφισβητείται. Η Ε.Ρ.Ε, όμως, αρνείται το γεγονός, ότι το Σχέδιο εφαρμόστηκε στις εκλογές του 1961. Η Ένωσις Κέντρου, επίσης, ενώ γνώριζε από τις προειδοποιήσεις της Ε.Δ.Α την ύπαρξη αυτών των μηχανισμών, φαίνεται να αδιαφόρησε. Αυτό συνέβη, επειδή ίσως οι ηγέτες του Κέντρου είχαν την πεποίθηση, ότι η άσκηση μίας κάποιας «ψυχολογικής βίας» έναντι των οπαδών της Αριστεράς θα τους οδηγούσε προς την κατεύθυνση του Κέντρου.

Μέσα λοιπόν σε ένα κλίμα έντονης ψυχολογικής βίας στον χώρο της υπαίθρου κυρίως και νοθείας στα αστικά κέντρα οι εκλογές της 29ης Οκτωβρίου θα καταγράψουν τα εξής αποτελέσματα: Ε.Ρ.Ε 50,8% και 176 έδρες, Ε.Κ- Κόμμα Προοδευτικών (Σπυρίδων Μαρκεζίνης) 33,7 % και 100 έδρες, ΠΑΜΕ (Ε.Δ.Α) 14,6% και 24 έδρες. Οι καταγγελίες για παρατυπίες των οργάνων της τάξης και λοιπές έκνομες ενέργειες προς υφαρπαγή της ψήφου λαμβάνουν την  μορφή χιονοστιβάδας ήδη από τις προηγούμενες μέρες των εκλογών. Το μεγάλο ερώτημα γύρω από αυτές τις εκλογές αφορά το κατά πόσον η ύπαρξη αυτού του κλίματος της «βίας» καθόρισε το τελικό αποτέλεσμα. Η ρητορική του Κέντρου εκείνης της περιόδου θεωρεί πως το κόμμα τους είχε προοπτικές νίκης, οι οποίες όμως υποκλάπηκαν. Η σύγχρονη έρευνα έχει αποδείξει, ότι η Ε.Ρ.Ε είχε την δυναμική, ώστε να κατακτήσει την κυβερνητική πλειοψηφία, στην οποία, όμως προστέθηκαν οι απαραίτητες μονάδες, που της απέδωσαν την κοινοβουλευτική παντοδυναμία, λόγω της εκλογικής κινητικότητας. Ο μεγάλος χαμένος σίγουρα είναι το κόμμα της Ε.Δ.Α, που είδε τα εκλογικά της ποσοστά να καταβαραθρώνονται τόσο λόγω του κλίματος της τρομοκρατίας, όσο και λόγω της ύπαρξης της Ενώσεως Κέντρου. 

Το Κέντρο από την άλλη βρέθηκε σε μια δύσκολη θέση. Από την μία κατάφερε στην πρώτη του εμφάνιση υπό τον νέο φορέα να ανέλθει στην θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Από την άλλη το φάσμα της δεύτερης θέσης επανέφερε σε πολλούς από τους ηγέτες του τον φόβο της εσωστρέφειας και της διάσπασης των τελών της δεκαετίας του 1950. Το μέγεθος της συντελεσθείσας «βίας», επίσης, δημιούργησε την περίσκεψη περί των επόμενων κινήσεών τους. Η περίσκεψη είχε να κάνει με το αν έπρεπε το Κέντρο να αποδεχθεί το αποτέλεσμα, με τον τρόπο που αυτό συντελέστηκε, ή όχι. Η απάντηση θα έρθει λίγες μέρες μετά, οπότε και ο Γεώργιος Παπανδρέου θα χαρακτηρίσει τις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου ως εκλογές «Βίας και Νοθείας». Επίσης, ο Σοφοκλής Βενιζέλος θα αναγγείλει, ότι για την Ένωση Κέντρου « η Βουλή της 29ης Οκτωβρίου θα είναι πάντοτε νόθος και η πλειοψηφία και η κυβέρνηση της Ε.Ρ.Ε παράνομοι». Από εδώ και πέρα θα αρχίσει ο περίφημος «Ανένδοτος Αγώνας» της Ενώσεως Κέντρου εναντίον της κυβερνήσεως της Ε.Ρ.Ε , ο οποίος εκτός από το ζήτημα της θέσης του μονάρχη μέσα στο πολιτικό σύστημα θα συνοδευτεί και από ένα κύμα έντονων κοινωνικών αγώνων, όπως συνέβη στον χώρο της Παιδείας και αλλού. Μέσα στην διετία της παρουσίας του θα λάβουν χώρα εξελίξεις, που θα καθορίσουν το πλαίσιο της θέσης και του προσανατολισμού της χώρας, όπως η επικύρωση της Σύνδεσης της χώρας με την Ε.Ο.Κ και η δολοφονία του βουλευτή της Ε.Δ.Α, Γρηγόρη Λαμπράκη, στην Θεσσαλονίκη.

*Μεταπτυχιακός φοιτητής Νεώτερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, ΕΚΠΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου