Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

Ματέο Ρέντσι, η άνοδος στην εξουσία

Νέα Πολιτική


Του Γιάννη Χατζόπουλου*

«Από δήμαρχος …πρωθυπουργός». Κάπως έτσι μπορεί να χαρακτηριστεί σε μία φράση η ανοδική πορεία στην εξουσία του Ματέο Ρέντσι, που στα 39 του έγινε ο νεότερος πρωθυπουργός στην Ιταλία. Ο δήμαρχος της Φλωρεντίας που δεν είχε ποτέ εκλεγεί στο κοινοβούλιο κατάφερε να αναρριχηθεί στην εξουσία σε μια περίοδο έντονης πόλωσης και αβεβαιότητας στην ιταλική πολιτική σκηνή. Αποτελεί πολιτικό που ενσαρκώνει την ελπίδα της νέας γενιάς για αλλαγή του ιταλικού πολιτικού συστήματος και των αξιών του. Μάλιστα, τον αποκαλούν Il Rottamatore, διότι είχε ως σημαία του την κατάργηση του πολιτικού κατεστημένου στην Ιταλία.

Ο Ματέο Ρέντσι γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 1975 στη Φλωρεντία. Σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας. Το 1996 έγινε μέλος του Λαικού Κόμματος της Ιταλίας (Partito Popolare Italiano), αναλαμβάνοντας μάλιστα τρία χρόνια αργότερα επαρχιακός γραμματέας του κόμματος. Στις επαρχιακές εκλογές το καλοκαίρι του 2004 ηγήθηκε της κεντρο-αριστερής συμμαχίας και εξελέγη πανηγυρικά Πρόεδρος της Επαρχίας της Φλωρεντίας με ποσοστό 58,8%. Το 2008 έλαβε μέρος στις προκριματικές εκλογές για την ανάδειξη του νέου υποψήφιου του Δημοκρατικού Κόμματος για τις δημοτικές εκλογές του 2009 στη Φλωρεντία, επικρατώντας με ποσοστό 40,52% του Λάπο Πιστέλι στις εσωκομματικές διαδικασίες και τέθηκε επικεφαλής του ψηφοδελτίου του κόμματος. Στον πρώτο γύρω των εκλογών (9 Ιουνίου 2009) κατέλαβε ποσοστό 47,57% έναντι 32% του κεντροδεξιού Τζιοβάνι Τζιάλι, ενώ στον δεύτερο γύρο επικράτησε συγκεντρώνοντας 59,96%.


Τον Σεπτέμβριο του 2012 ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του για την θέση του γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος. Στις εσωκομματικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2012 ήρθε δεύτερος πίσω από τον Πιέρ Λουίτζι Μπερσάνι. Παρά τη νίκη του Μπερσάνι στις γενικές εκλογές του 2013, η αδυναμία του να συγκροτήσει αυτοδύναμη κυβέρνηση προκάλεσε νέα αναταραχή στο Δημοκρατικό Κόμμα. Ο Ρέντσι κατηγόρησε προσωπικά τον Μπερσάνι για την αδυναμία να καταφέρει μια καθαρή νίκη για το κόμμα και τον κάλεσε να διαλέξει μεταξύ της συμμετοχής σε κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι ή νέες εκολγές. Κατά τη διαδικασία εκλογής νέου προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας ο Ρέντσι επιτέθηκε ξανά στον Μπερσάνι για τις επιλογές του, οδηγώντας τον σε αδιέξοδο. Τελικά, ύστερα από συνεχόμενες αποτυχημένες απόπειρες ανάδειξης νέου προέδρου, ο Τζόρτζιο Ναπολιτάνο αποδέχθηκε την πρόταση Μπερσάνι, Μπερλουσκόνι και Μόντι να αναλάβει για δεύτερη συνεχόμενη φορά την προεδρία της Ιταλίας. Την ανάδειξη προέδρου ακολούθησε η παραίτηση Μπερσάνι από τη θέση του Γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος και η δημιουργία κυβέρνησης συνεργασίας υπό τον Ενρίκο Λέτα. Η ανοδική πορεία του Ρέντσι στο μεταξύ συνεχιζόταν στην εσωκομματική ιεραρχία και τον Δεκέμβριο του 2013 εξελέγη γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος με 67,6%.

Στις 12 Φεβρουαρίου του 2014, ο Λέτα και ο Ρέντσι συζήτησαν τις προθέσεις του δεύτερου σχετικά με το μέλλον της Κυβέρνησης. Ο Ρέντσι έκανε σαφείς τις προθέσεις του να αναλάβει ο ίδιος τη διακυβέρνηση και μία εβδομάδα αργότερα ο Ρέντσι έλαβε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Ο νεαρός πρωθυπουργός εμφανίστηκε από την πρώτη μέρα γεμάτος αυτοπεποίθηση να ανταποκριθεί στα δύσκολα καθήκοντα του συντονιστή ενός κράτους με πολύ μεγάλα οικονομικά προβλήματα.
Σιγά σιγά, ο Ρέντσι άρχισε να ξεδιπλώνει την ατζέντα του: πιο γρήγορες και περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, περικοπές δαπανών ύψους 32 δισ. ευρώ ετησίως έως το 2016, αλλά και μέτρα  για την ενίσχυση της απασχόλησης, όπως μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Επίσης, μεταρρύθμιση του εκλογικού νόμου και των πολιτικών θεσμών και μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, την δημόσια διοίκηση και το φορολογικό σύστημα.

Ο Ρέντσι είναι ο τρίτος στη σειρά μη εκλεγμένος πρωθυπουργός της Ιταλίας μετά τον Μάριο Μόντι και τον Ενρίκο Λέτα, γεγονός που προκαλεί εύλογο προβληματισμό στην ιταλική κοινή γνώμη. Σύμφωνα με τον επιχειρηματία και εκδότη Κάρλο ντε Μπενεντέτι (ιδιοκτήτη μεταξύ άλλων της κεντροαριστερής εφημερίδας La Repubblica και του εβδομαδιαίου περιοδικού l” Espresso), «αν ο Ρέντσι καταφέρει να βάλει τη χώρα σε κίνηση γρήγορα, τότε θα ξεχαστεί ο τρόπος με τον οποίο βρέθηκε στην εξουσία. Αν όμως όχι, τότε αυτό θα είναι που θα θυμούνται όλοι».

Στο διάστημα που ακολούθησε ως σήμερα, ο Ρέντσι έδωσε μεγάλο βάρος στην επικοινωνιακή του ατζέντα, υψώνοντας τους τόνους ενάντια στο Βερολίνο και «αγοράζοντας χρόνο» για την ιταλική οικονομία, παζαρεύοντας με το ευρωσύστημα μεγαλύτερο έλλειμμα στον προϋπολογισμό της χώρας. Το αν αυτές οι αψιμαχίες θα οδηγήσουν τελικά σε σύγκρουση του Ρέντσι με την γερμανική πολιτική λιτότητας είναι μέχρι στιγμής άγνωστο. Για την ώρα έχει να αντιμετωπίσει ένα αναδυόμενο τεράστιο κύμα αντιδράσεων από τα συνδικάτα που έχουν κηρύξει πανιταλική γενική απεργία και φέρονται αποφασισμένα να αγωνιστούν ενάντια στα μέτρα μείωσης των εργασιακών δικαιωμάτων, που επίσης περιλαμβάνονται στην ατζέντα του Ρέντσι.

*Αρχισυντάκτη της Νέας Πολιτικής


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου