Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Ο Σραφφαϊανός Πολλαπλασιαστής της Ελληνικής Οικονομίας




Ο Σραφφαϊανός Πολλαπλασιαστής της Ελληνικής Οικονομίας
Ευρήματα από τον Πίνακα Προσφοράς-Χρήσεων του έτους 2010


1. Εισαγωγή
Η έννοια του σραφφαϊανού πολλαπλασιαστή, για μία κλειστή οικονομία απλής παραγωγής (single production), χωρίς πάγιο κεφάλαιο και με ομοιογενή εργασία, συγκροτήθηκε θεωρητικά και αναλυτικά από τον Kurz (1985). Αυτός ο πολλαπλασιαστής περιέχει ως ειδικές περιπτώσεις του τον κεϋνσιανό πολλαπλασιαστή(ές) της συνήθους μακροοικονομικής θεωρίας, τις μαρξιανές παραλλαγές του τελευταίου, και, τέλος, τους πολλαπλασιαστές της παραδοσιακής ανάλυσης εισροών-εκροών.[1]
Ειδικότερα, δεν συνιστά βαθμωτό μέγεθος αλλά τετραγωνική  μήτρα, όπου το  δηλώνει το πλήθος των παραγομένων εμπορευμάτων, τα στοιχεία της οποίας εξαρτώνται από (i) τις τεχνικές συνθήκες παραγωγής, (ii) την κατανομή του εισοδήματος (και τις τιμές των εμπορευμάτων), (iii) τις ροπές προς αποταμίευση ανά μορφή εισοδήματος, και (iv) τις συνθέσεις της κατανάλωσης ανά μορφή εισοδήματος. Ουσιαστικά, η εν λόγω έννοια είχε εισαχθεί, καίτοι με διαφορετικό, από αλγεβρική άποψη, τρόπο, από τους Metcalfe and Steedman (1981), στο πλαίσιο ενός υποδείγματος με τα ακόλουθα γνωρίσματα: ανοικτή οικονομία απλής παραγωγής, μη ανταγωνιστικές εισαγωγές, ανυπαρξία παγίου κεφαλαίου, ομοιογενής εργασία, διακλαδικά ενιαίο ποσοστό κέρδους, ενιαία ροπή προς αποταμίευση, και ενιαία σύνθεση κατανάλωσης. Τέλος, ο Mariolis (2008) (i) έδειξε την αλγεβρική ισοδυναμία ανάμεσα στους τρόπους εξαγωγής του σραφφαϊανού πολλαπλασιαστή, τους οποίους πρότειναν ο Kurz (1985) και οι Metcalfe and Steedman (1981), και (ii) διερεύνησε αναλυτικά τον εν λόγω πολλαπλασιαστή στο πλαίσιο ενός υποδείγματος που διαφέρει από αυτό των Metcalfe and Steedman (1981) μόνον κατά το ότι υπάρχουν διαδικασίες συμπαραγωγής (joint production).

Σύμφωνα με ό,τι γνωρίζουμε, η μόνη διαθέσιμη εμπειρική εκτίμηση του σραφφαϊανού πολλαπλασιαστή είναι αυτή που έγινε στα Μαριόλης et al. (2009) και Μπάδας (2009), βασίστηκε στο Μαριόλης (2008) και, τέλος, αφορά  στη γερμανική οικονομία. Ειδικότερα, η εκτίμηση πραγματοποιήθηκε μέσω των Συμμετρικών Πινάκων Εισροών-Εκροών (Symmetric Input-Output Tables  – SIOT), χωρίς να ομογενοποιηθούν οι κλαδικές εισροές εργασίας και υποθέτοντας, σε πλήρη αντιστοιχία με ό,τι επιβάλλουν τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία, ότι όλο το κεφάλαιο είναι κυκλοφορούν και ότι δεν υπάρχουν μη ανταγωνιστικές εισαγωγές. Οι SIOT αποκλείουν, εκ κατασκευής, τη συμπαραγωγή και, έτσι, δεν ενσωματώνουν ένα βασικό χαρακτηριστικό του πραγματικού οικονομικού κόσμου (βλέπε Steedman, 1984, Faber et al., 1998, Kurz, 2006).
Το παρόν δοκίμιο εκτιμά τον σραφφαϊανό πολλαπλασιαστή της ελληνικής οικονομίας βάσει των ιδίων, με προηγουμένως, όρων και υποθέσεων, αλλά μέσω του Πίνακα Προσφοράς-Χρήσεων (Supply and Use Table SUT) του έτους 2010.[2] Οι SUT απεικονίζουν εμπορεύματα που παράγονται από περισσότερους του ενός κλάδους και, ταυτοχρόνως, κλάδους που παράγουν περισσότερα του ενός εμπορεύματα. Έτσι, οι SUT συνιστούν το εμπειρικό αντίστοιχο των συστημάτων συμπαραγωγής à la v. Neumann (1945)-Sraffa (1960, Part II) και, επομένως, προσφέρουν μία πιο ρεαλιστική απεικόνιση του οικονομικού συστήματος (βλέπε Mariolis and Soklis, 2010, Soklis, 2011, Σώκλης, 2012, καθώς και την σε αυτά παρατιθέμενη βιβλιογραφία). Τέλος, δεν απαιτείται να τονιστεί ότι η επιλογή του έτους εκτίμησης (2010) έγινε με αφορμή την επιβαλλόμενη συσταλτική δημοσιονομική πολιτική και, ειδικότερα, τη συζήτηση που έλαβε χώρα σχετικά με «τον πολλαπλασιαστή της ελληνικής οικονομίας»: Πριν από έναν χρόνο (Οκτώβριος 2012), το ΔΝΤ ανακοίνωσε ότι όλες οι προβλέψεις του για τις επιπτώσεις των μέτρων, τα οποία έχουν ληφθεί ή/και προταθεί (από το 2010 και μετά) για την ελληνική οικονομία, βασίστηκαν στη λαθεμένη εκτίμηση ότι «ο (δημοσιονομικός) πολλαπλασιαστής» είναι της τάξης του 0.50, και ότι η «αληθής» τιμή του βρίσκεται στο διάστημα 1.70-1.80.[3] Πέραν του ότι, όπως διδάσκει η σραφφαϊανή θεωρία, δεν υπάρχει, για τον πραγματικό οικονομικό κόσμο, πολλαπλασιαστής που να συνιστά βαθμωτό μέγεθος, είχαμε υποστηρίξει εκ των προτέρων (Σεπτέμβριος 2011), κατά παραχώρηση στην κυρίαρχη θεωρία και βάσει στοιχειωδών υπολογισμών, ότι ο κεϋνσιανός πολλαπλασιαστής αυτόνομων δαπανών για την ελληνική οικονομία είναι της τάξης του 1.71 και, συνεπώς, το εγχείρημα μηδενισμού του πρωτογενούς ελλείμματος θα προκαλέσει, σε βάθος χρόνου, μία συνολική-αθροιστική μείωση του ΑΕΠ κατά 29% (Μαριόλης, 2011).
Το υπόλοιπο του παρόντος δοκιμίου δομείται ως εξής :  Στην Ενότητα 2 συγκροτείται το αναλυτικό πλαίσιο. Στην Ενότητα 3 εκτίθενται τα εμπειρικά ευρήματα. Τέλος, η Ενότητα 4 είναι συμπερασματική.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου