Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

Το ναυτικό και ο ρόλος της Αγγλίας

ardin-rixi


Επιστολές Αλέξανδρου Υψηλάντη
Δημοσιευονται στο Άρδην τ. 97 που κυκλοφορεί με ένα μεγάλο αφιέρωμα στη Φιλική Εταιρεία.
Το ναυτικό και ο ρόλος της Αγγλίας
Τῷ κυρίῳ Δημητρίῳ Θέμελῃ.
Γενναῖοι πλοίαρχοι τῆς Ἑλλάδος. Συμπατριῶται. Πρὸς σᾶς ἀποτείνει ἡ Ἑλλάς, ἡ δυστυχὴς ἡμῶν Μήτηρ καὶ Πατρὶς τὴν φωνὴν της. Περικυκλωμένη πανταχόθεν ἀπὸ παντοῖα δεινά, εἰς σᾶς ἐπιστηρίζει τὴν ἄγκυραν τῶν ἐλπίδων της καὶ ἀπὸ σᾶς μόνον προσμένει μικρὰν ἐλάφρωσιν τῶν δυστυχιῶν της. Ἡ ἰδικὴ σας γενναιότης διετήρησεν ἕως τὴν σήμερον τὸ ἐθνικὸν ἐκεῖνο φρόνημα, τὸ ὁποῖον ἀνέδειξέ ποτε τοὺς προπάτορας μας Ἕλληνας ὑπερτέρους πάντων τῶν ἐθνῶν. Ἡ ἰδικὴ σας ἀφοβία καὶ εὐτολμία ἀπεκατέστησε τὸ ἑλληνικὸν ὄνομα σεβαστὸν εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Καὶ τὰ εἰσέτι ζωντανὰ κατορθώματα σας ἀπέδειξαν τρανότατα, ὅτι τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος ὄχι μόνον δὲν ἑξαλείφθη ἀπὸ τὸν κώδικα τῶν ἐθνῶν, ὡς πολλοὶ τὸ νομίζουσι, ἀλλ’ ὅτι μάλιστα, ἐμπνευσμένον ἀπὸ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς φιλοπατρίας, τὸ ὁποῖον ἐδόξασε τοὺς προπάτοράς του καὶ τοὺς ὠδήγησεν εἰς τὸν ναὸν τῆς ἀθανασίας, καταφρονεῖ τοὺς μεγαλωτάτους κινδύνους καὶ τρέχει μὲ γιγαντιαία βήματα εἰς τὸ αὐτὸ στάδιον μιμούμενον τάς ἀρετὰς ἐκείνων.
Ἀλλ’ ἐνῷ τῆς Εὐρώπης ὅλης αἱ φιλάνθρωποι διοικήσεις, ὅσαι θεωροῦσι τὴν ἄθικτον ἱερότητα τῶν ἐθνικῶν δικαιωμάτων ὡς τὴν μόνην βάσιν τῆς εὐδαιμονίας παντὸς ἔθνους, μας δίδουσι καθημερινὼς σημεῖα προφανέστατα τῆς μεγάλης των χαρᾶς διὰ τὰς προόδους τῆς πατρίδος μας, ἡ Ἀγγλία, ἡ φιλοδέσποτος ἐκείνη καὶ μισάνθρωπος, ἡ εἰς τὸν ἀνώτατον βαθμὸν φίλαυτος δύναμις, ἀγωνίζεται μὲ παντοίους τρόπους, ὄχι μόνον εἰς τὸν εὐροούντα δρόμον τῶν εὐτυχῶν προόδων μας νὰ βάλῃ μυρία ἐμπόδια, ἀλλὰ καὶ ἐντελῆ ἐξολοθρευμὸν νὰ μᾶς ἐπιφέρῃ. Οἱ σκοποὶ τῆς ἀξιομισήτου ταύτης Διοικήσεως εἶναι ν’ ἀποκτήσῃ τελείαν θαλασσοκρατίαν, νὰ ἁρπάξῃ τῆς Εὐρώπης τὸ ἐμπόριον ὅλον, κ’ ἑπομένως, καταπτωχύνουσα τὴν οἰκουμένην ἅπασαν, νὰ λάβῃ αὐτὴ ὑπεροχὴν καὶ ὡς ἀπὸ θρόνου ὑψηλοῦ νὰ διατάσσῃ τὰς τύχας τῶν ἐθνῶν. Πρὸς τοῦτο δὲ τὸ τέλος δεν ᾐσχύνθη μέχρι τοῦδε νὰ μεταχειρισθῇ καὶ αὐτὰς τὰς αἰσχροτάτας ἀδικίας. Κατεπάτησε συνθήκας, διέρρηξε φιλικοὺς δεσμούς, καὶ διὰ νὰ μὴ μακρολόγῳ εἰς τὰ παρελθόντα, ρίψατε ὀλίγα τινὰ βλέμματα εἰς τὴν γειτονεύουσαν Ἑπτάνησον, καὶ θέλετε ἰδεῖ ἐκεῖ σεσωρευμένα ὅσα εἰς ἄλλα μέρη μοναδικῶς ἔπραξαν κακά. Παρατηρήσατε μὲ προσοχὴν τὰ κινήματα τῶν αὐτοῦ καὶ εἰς τὴν Μάλταν, καὶ θέλετε ἰδεῖ ὅτι καταγίνονται νὰ συστήσωσιν εἰς τὴν Μεσόγειον Θάλασσαν ἀκλόνητον δυναστείαν, νὰ οἰκειοποιηθῶσι τὸ ἐμπόριον τῶν ἀνατολικῶν αὐτῆς μερῶν ἢ τοῦ Λεβάντε καὶ νὰ διασπείρωσι πανταχοῦ δυστυχίαν καὶ ταλαιπωρίαν. Καὶ ποῖος θέλει δυνηθῇ ν’ ἀντισταθῇ εἰς τοὺς ὀλεθρίους τῶν τούτους σκοπούς; Τοῦτο μᾶς ἐβεβαίωσε πρὸ χρόνων αὐτὴ ἡ Αὐλὴ τῆς Λόνδρας. Αὐτὴ, ὅταν εἶδεν ἀναζωογονούμενον τὸ ἐμπόριον τῶν Γραικῶν, ἐπρόβαλεν εἰς τὴν Ὑψηλὴν Βουλήν, ὅτι ὁ δαυλὸς ἐκεῖνος τὸν ὁποῖον ὅλα τὰ ἔθνη ἐνόμιζαν σβησμένον καὶ καταπαραχωμένον εἰς τὴν στάκτην, ἤρχισε νὰ ἀναδίδῃ σπινθῆρας λαμπροὺς κ’ ἐπαπειλοῦντας πυρκαϊὰν μεγάλην. Αὐτὴ καὶ τώρα θεωρεῖ τὸν ἐπαυξάνοντα ἀριθμὸν τῶν ἐμπορικῶν ἡμῶν πλοίων μὲ ὄμματα ζηλότυπα καὶ φθονερά. Γνωρίζει, ὅτι ἀπὸ σᾶς ἠμποροῦν νὰ γεννηθῶσι πάλιν ἐκεῖνοι οἱ λαμπροὶ ἥρωες τῆς Σαλαμῖνος, οἱ ὁποῖοι μὲ μικρότατον ἀριθμὸν πλοιαρίων ἐξωλόθρευσαν τοὺς πολυαρίθμους στόλους τῶν βαρβάρων τοὺς κατακαλύψαντας τὰς θαλάσσας τῆς Ἑλλάδος καὶ προβλέπει τέλος πάντων, ὅτι ἀπὸ σᾶς μόνον ἠμπορεῖ ποτὲ νὰ ἐμποδισθῇ εἰς τὸ νὰ ἐκτελέσῃ τοὺς μυσαροὺς καὶ φθοροποιοὺς σκοποὺς της.

Οἱ ἀδίκως καὶ ἐν καιρῷ εἰρήνης ἁρπαγέντες στόλοι τῆς Δανίας, τῆς Ὀλλανδίας καὶ Ἰσπανίας, ἂς μᾶς διδάξωσι λοιπὸν τί πρέπει νὰ προσμένωμεν καὶ ἡμεῖς ἀπὸ τὴν Αὐλὴν ταύτην. Τὰ προοίμια τῶν ἐπιβούλων καὶ δολίων αὐτῆς σχεδίων τὰ βλέπομεν ἤδη μὲ χρώματα ζωηρότατα εἰς τὴν Ἑπτάνησον. Ναί, ὦ Ἕλληνες πλοίαρχοι. Ἐν καιρῷ τῆς βαθυτάτης εἰρήνης, χωρὶς νὰ σεβασθῶσι συνθήκας καὶ ὅρκους, θέλουσι προσπαθήσει νὰ ἁρπάξωσι, νὰ κατακαύσωσιν, ἢ ὑπὸ διαφόρους προφάσεις νὰ δημεύσωσι τὰ πλοῖα σας καί, ἐπιφέροντες οὕτως εἰς τὸ Γένος μας τὴν καιριωτάτην ταύτην πληγήν, νὰ μας στερήσωσιν ὅλους τοὺς τρόπους τῆς βιομηχανίας καὶ να μᾶς ἀφήσωσι κληρονομίαν τὴν αἰώνιον δουλείαν καὶ ἐλεεινότητα.
Ἂς μὴν ὑποφέρωμεν, ὦ θαλασσοπόροι Γραικοί, νὰ γίνωμεν κατανάλωμα τῆς ἀχορταγίας τοῦ ἀγγλικοῦ δεσποτισμοῦ. Ἂς μὴν ὑποφέρωμεν νὰ μᾶς καταντήσωσιν, ὥστε νὰ εἴμεθα ἀναγκασμένοι νὰ ὑποταζώμεθα εἰς τοὺς δουλικοὺς αὐτῆς νόμους μόνον καὶ μόνον διὰ νὰ ἀπολαύωμεν ἐλεεινὴν καὶ ἄτιμον ὓπαρξιν, ἀρεστὴν εἰς μόνα τὰ ἀνδράποδα. Ἀλλ’ ἂς πάρωμεν τὰ ἀναγκαία μέτρα διὰ νὰ ἀποκρούσωμεν τὸν ἐπαπειλοῦντα ἡμᾶς κίνδυνον καὶ νὰ ἀποπνίξωμεν τοὺς ὀλεθρίους τῆς Ἀγγλίας σκοποὺς εἰς αὐτὴν των τὴν γένεσιν. Μέτρα δὲ ἀσφαλέστατα νὰ μᾶς διδάξῃ ἄλλος δὲν εἶναι ἱκανός, εἰμὴ τὰ παθήματα τῶν μέχρι τοῦδε καταστρεφθεισῶν ἐπικρατειῶν. Ἂς μὴ προσμένωμεν ὅσον νὰ πέσωσι καὶ ἐπὶ τάς κεφαλὰς ἡμῶν τὰ αὐτὰ δυστυχήματα, ἀλλ’ ἂς ἐνωθῶμεν μὲ τὸν ἱερὸν τῆς ὁμονοίας δεσμόν, καὶ ἂς ἀποδείξωμεν ἐνώπιον τοῦ κόσμου ὅλου, ὅτι ἀκριβὰ πληρώνει τὴν τόλμην τοῦ ὅστις αὐθαδιάσῃ νὰ ταράξῃ τὴν ἡσυχίαν μας. Ναί, φίλτατοι ὁμογενεῖς. Ἡ ὁμόνοια εἶναι ἡ μόνη ζωογόνος ψυχή, ἡ μόνη ἀκαταμάχητος δύναμις ὅποιας δήποτε κοινωνίας. Ἂν οἱ προπάτορες ἡμῶν ἐφρόντιζαν νὰ φυλάξῃ ἕκαστος τὴν μερικὴν του πατρίδα, τὴν νῆσον του, ἢ τὸ ἄτομόν του μόνον, βέβαια ἤθελαν ἐξολοθρευθῆ ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ ἀπὸ τοὺς βαρβάρους καὶ οὔτε κἂν τὸ ὄνομα των ἤθελεν ὀνομάζεσθαι σήμερον. Ἀλλ’ ἡ κοινὴ αὐτῶν ὁμόνοια, ἡ ἑκούσιος ἀπόφασις νὰ θυσιάσωσι τὰ μερικὰ συμφέροντα τῶν ὑπὲρ τῆς κοινῆς εὐδαιμονίας, τοὺς ἐβοήθησε νὰ καταστρέψωσι τὰ ἀναρίθμητα πλήθη τῶν βαρβάρων καὶ νὰ ἀναγκάσωσι τὸν Ξερξην νὰ φύγῃ ἀγνώριστος ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα. Ἄλλο ζωντανὸν παράδειγμα∙ κοιτάξετε τὴν Γενόην, κοιτάξετε τὴν Βενετίαν, ἐκείνας τὰς πάλαι ποτὲ λαμπράς, ἰσχυρὰς καὶ θαλασσοκράτορας δυνάμεις. Κοιτάξετε τώρα εἰς ποίαν κατάστασιν κατήντησαν. Καὶ διατί; Διότι εἰς τὰ ἐνδόμυχα αὐτῶν εἶχεν ἐνθρονισθῆ ἡ ἐπικατάρατος διχόνοια, ἡ τρομερά. καὶ ἀγρία ἐκείνη ἐρινύς, ἥτις ἀνηλεῶς κατασπαράττει ὁλόκληρα ἔθνη. Τὰ μέλη ὅλων τούτων τῶν κοινωνιῶν εἴχαν διαμερισθῇ ἀπὸ ἰδιαιτέρας ἐχθροπαθείας εἰς φατρίας, κανεὶς δὲν ἐφρόντιζε διὰ τὸ κοινὸν καλόν, ὅλοι δὲ ἔχαιρον ἐπὶ ταῖς δυστυχίαις τῶν ὁμογενῶν καὶ συμπατριωτῶν των καὶ τοιουτοτρόπως καταφανισθέντες ἕνας κατόπιν τοῦ ἄλλου, ἐξησθένησαν διόλου καὶ ἔγιναν ἕρμαιον τοῦ τυχόντος.
Ὑδριώται, Σπετζιώται, Ψαριανοὶ καὶ πάντες οἱ πλοίαρχοι τῆς Ἑλλάδος. Ὁ κίνδυνος εἶναι ἐγγύς, ὁ ἐξολοθρευμὸς σας ἀπαραίτητος, ἂν δὲν προλάβητε νὰ ἐτοιμασθῆτε. Τὰ πρὸς τὴν πατρίδα ἱερὰ χρέη μας παρακινοῦσι νὰ σᾶς τὸ προειδοποιήσω καὶ νὰ σᾶς προβάλω τὴν γνώμην μου. Ἀκούσατέ την. Βάλετέ την εἰς πρᾶξιν καὶ σᾶς ὁρκίζομαι εἰς τὸ ὄνομα τῆς πολυπαθοῦς πατρίδος μας ὅτι ἡ σωτηρία σας εἶναι βεβαιοτάτη.
Ἀφ’ ἧς ὥρας ἀναγνώσετε τὸ πάρον, προσπαθήσατε νὰ ἐφοδιάζητε τὰ καράβιά σας, μικρὰ εἴτε μεγάλα, μὲ ὅσα δύνασθε πολεμικὰ ἐφόδια, ἤγουν παρούτι, κανόνια, βόλια κ.τ.λ.
Ἀπὸ τὴν σήμερον καὶ εἰς τὸ ἑξῆς, ἂν καὶ ἐπικρατῇ εἰς ὅλα τὰ μέρη εἰρήνη, προσέχετε ὅμως νὰ μὴν κάμνετε μηδὲ τὰ παραμικρὰ ταξίδια μεμονωμένοι, ἀλλὰ πάντοτε συνενωμένοι, ὀκτὼ ἢ δέκα καράβια μαζί, ὥστε, ἂν ἡ χρεία τὸ καλέσῃ, νὰ ἠμπορῆτε νὰ ἀντισταθῆτε εἰς τὸν ἐχθρὸν καὶ νὰ μὴ γίνητε θήραμα εὐάλωτον.
Ἕκαστος πλοίαρχος ἂς νομίζῃ εἰς τὸ ἑξῆς χρέος τοῦ ἱερώτατον τὸ νὰ εἶναι πᾶσαν στιγμὴν ἕτοιμος νὰ τρέχῃ εἰς βοήθειαν τῶν κινδυνευόντων ὁμογενῶν του, εἴτε εἰς λιμένας, εἴτε εἰς ἀνοικτὸν πέλαγος, διότι ἀλλέως μέλλει νὰ ἐγκαλῆται ἐνώπιον τοῦ ἱερωτάτου κριτηρίου τῆς ὁλοκληρίας τοῦ ἔθνους ὡς ἄτιμος προδότης τῆς πατρίδος.
Ἐὰν λοιπόν, φίλτατοι ὁμογενεῖς, ἐγκολπωθῆτε τὴν ὁμόνοιαν, ἐὰν θυσιάσητε τὰ μερικὰ συμφέροντα σας καὶ ρίψητε εἰς τελείαν λησμονησίαν πᾶσαν ἐχθροπάθειαν καὶ μνησικακίαν, ἐὰν τέλος πάντων ἀκολουθήσητε τοὺς ἀνωτέρω κανόνας, ἐστὲ βέβαιοι, ὅτι, μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ προστάτου τῆς δικαιοσύνης, θέλετε δυνηθῇ νὰ διαρρήξητε μὲ μεγάλην εὐκολίαν τὰ τεχνικὼς ἐξυφασμένα μηχανουργήματα τῶν ἐχθρῶν σας, θέλετε στέψει τὰς κεφαλάς σας μὲ τοὺς ἀμαράντους στεφάνους τῆς εὐκλείας καὶ τὰ ὀνόματα σας θέλουσι ἐγχαραχθῆ μὲ χρυσᾶ γράμματα εἰς τὸν ναὸν τῆς ἀθανασίας. Ἐὰν δὲ τις ἐξ ὑμῶν θελήσῃ νὰ πράξῃ τὸ ἐναντίον, ἐκεῖνος θέλει ἐπισύρει εἰς τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ ὅλων του τῶν οἰκείων τὰς τρομερωτάτας κατάρας τῶν ὁμογενῶν του. Μακαρία, ὦ Ἑλλάς, ἐὰν τὰ πιστὰ σου τέκνα ἀκούσωσι τὴν φωνήν σου ταύτην.
Τὸ πάρον μου ἐσφραγίσθη καὶ ἐδόθη ἐν Ἰσμαηλίῳ τῇ 1 Σεπτεμβρίου 1820.
Ἀλέξανδρος ‘Ὑψηλάντης (Τ. Σ.)
(Συλλογή Δημ. Θέμελη
ΓΑ Κ, Κ. 45 δ)
Πρὸς τὸν Μακαριώτατον καὶ Θεοπρόβλητον Μητροπολίτην 
τῆς Νήσου Κύπρου Κύριον Κύριον Κυπριανὸν προσκυνητώς. 
Εἰς Κύπρον.
Μακαριώτατε καὶ φιλογενέστατε Δεσπότα.
Ὁ φιλογενέστατος κύριος Δημήτριος Ὑπατρος μὲ ἐβεβαίωσε περὶ τῆς γενναίας συνεισφορᾶς, τὴν ὁποίαν ἡ ὑμετέρα Μακαριότης ὑπεσχέθη πρὸς αὐτὸν διὰ τὸ Σχολεῖον τῆς Πελοποννήσου. Ὅθεν ὡς Γενικὸς Ἔφορος τοῦ Σχολείου τούτου κρίνω χρέος μου ἀπαραίτητον νὰ εὐχαριστήσω τὴν ὑμετέραν Μακαριότητα καὶ νὰ τὴν εἰδοποιήσω ὅτι ἡ ἔναρξις τοῦ Σχολείου ἐγγίζει. Διὰ τοῦτο λοιπὸν στέλλω ἐξεπίτηδες τὸν κύριον Ἀντώνιον Πελοπίδαν, ἄνδρα ἐνάρετον, φιλογενῆ καὶ πάσης πίστεως ἄξιον διὰ νὰ τὴν βεβαιώσῃ καὶ διὰ ζώσης φωνῆς τὴν ὅσον οὔπω ἀνέγερσιν τοῦ ἱεροῦ τούτου καταστήματος. Ἂς ταχύνῃ λοιπὸν ἡ ὑμετέρα Μακαριότης νὰ ἐμβάσῃ τόσον τῆς ὑμετέρας Μακαριότητος τὰς συνεισφοράς, ὅσον καὶ τῶν λοιπῶν αὐτοῦ ὁμογενῶν, εἴτε χρηματικαὶ εἶναι εἴτε εἰς ζωοτροφίας, πρὸς τὸν ἐν Παλαιᾷ Πάτρᾳ τῆς Πελοποννήσου κύριον Ἰωάννην Παπαδιαμαντόπουλον, συντροφεύουσα αὐτὰς ἢ μὲ ἄνθρωπόν της ἐπίτηδες ἢ μὲ τὸν κομιστὴν τοῦ παρόντος μου.
Ὢν δὲ εὔελπις ὅτι ἡ ὑμετέρα Μακαριότης θέλει φιλοτιμηθῆ νὰ δείξῃ τὴν συνεισφορὰν ἀξίαν τοῦ μεγάλου ζήλου καὶ τοῦ πατριωτισμοῦ Αὐτῆς τε καὶ ὅλου Της τοῦ ποιμνίου, ἐξικετεύω τὰς μακαρίους Αὐτῆς εὐχὰς καὶ μένω μὲ βαθὺ σέβας.
Ἰσμαὴλ τὴν 8ην Ὀκτωβρίου 1820
Τῆς ὑμετέρας Μακαριότητος
τέκνον εὐπειθὲς
Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης

(ΓΑΚ, Συλλογή
Βλαχογιάννη, Φ. 1

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου