Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2014

Τι συμβαίνει με την αναβαλλόμενη Φορολογία

forologika nea

Τι θέμα έχει προκύψει, τι συμβαίνει με τις τράπεζες και γιατί κρίθηκε απαραίτητη η νομοθετική ρύθμιση του θέματος
Πολλά έχουν ακουστεί το τελευταίο διάστημα για το θέμα της αναβαλλόμενης φορολογίας των Τραπεζών. Διαξιφισμοί έχουν υπάρξει στο κοινοβούλιο, έχουν υποστηριχθεί θέσεις περί χαριστικών και φόρο-απαλλακτικών ρυθμίσεων για τα πιστωτικά ιδρύματα, ενώ σωρεία άρθρων περιγράφουν ένα ζήτημα το οποίο είναι εξαιρετικά ειδικό και τεχνικό. Τι είναι επιτέλους αυτή η αναβαλλόμενη φορολογία και κυρίως αποτελεί μια χαριστική ρύθμιση ή όχι; Το MoneyGuru.gr επιδιώκει να δώσει μια ευσύνοπτη και εμπεριστατωμένη άποψη για το θέμα. 
 Το πρόβλημα ξεκινά από το καθεστώς που διέπει την έκδοση των οικονομικών καταστάσεων των Τραπεζών. Οι Τράπεζες, ως εισηγμένες στο ΧΑΑ, υποχρεώνονται να ακολουθήσουν τα περίφημα διεθνή λογιστικά πρότυπα στην έκδοση και την παρουσίαση των οικονομικών τους καταστάσεων (ισολογισμός, αποτελέσματα χρήσης κ.ο.κ). Από την άλλη, τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα επιβάλλουν κάποιους συγκεκριμένους κανόνες στην παρουσίαση φορολογικών μεγεθών, οι οποίοι όμως πολλές φορές έρχονται σε αντίθεση με το ισχύον φορολογικό καθεστώς μιας χώρας ειδικά στο ζήτημα του προσδιορισμού του φορολογητέου εισοδήματος. 
 Αυτό σημαίνει ότι στις περιπτώσεις σύνταξης των οικονομικών στοιχείων με βάση τα ΔΛΠ, συνήθως το αποτέλεσμα που βλέπουμε να έχει πραγματοποιήσει η εταιρία δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη για τους εγχώριους φορολογικούς σκοπούς και για αυτό συντάσσεται άλλη κατάσταση αποτελεσμάτων φορολογίας. Δηλαδή με απλά λόγια, το λογιστικό κέρδος δεν ταυτίζεται με το φορολογικό κέρδος για τις εταιρίες που εφαρμόζουν διεθνή λογιστικά πρότυπα.

Τα θέματα αυτά όμως δεν μένουν γενικά χωρίς ρύθμιση, καθώς υφίσταται ένα διεθνές λογιστικό πρότυπο, το ΔΛΠ 12 το οποίο ρυθμίζει το ζήτημα των φόρων εισοδήματος και φυσικά πολλά από αυτά ενσωματώνονται και στον κώδικα φορολογίας εισοδήματος, όπως στην περίπτωση μας τον γνωστό Ν.4172/2013. 

Τι ρόλο παίζει το κούρεμα των ομολόγων 
 Στην πράξη υπάρχουν δύο ειδών αναβαλλόμενες φορολογίες, η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση και η αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση. Η κάθε μια προκύπτει από μια διαφορά ανάμεσα στην λογιστική αξία ενός στοιχείου ενεργητικού (δηλαδή ενός περιουσιακού στοιχείου) και στην φορολογική της βάση. Στην προκείμενη περίπτωση, στις Τράπεζες, το στοιχείο ενεργητικού είναι η επένδυση που είχε γίνει σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου και σε αυτό υπάρχει μια σημαντική διαφορά που προκύπτει από το «κούρεμα» της αξίας των ομολόγων αυτών, από το περίφημο PSI και το πρόγραμμα επαναγοράς από το PSI+ λίγο αργότερα. 
Σύμφωνα με τα ΔΛΠ οι εταιρίες που κρατούν ομόλογα στο χαρτοφυλάκιο τους ως περιουσιακά στοιχεία θα πρέπει να τα αποτιμούν στην εύλογη (fair) αξία τους (value), ως εκ τούτου το κούρεμα περίπου 53% των ομολόγων το 2012, έριξε την αξία αυτή στο 47% της ονομαστικής αξίας (φορολογική βάση) των ομολόγων αυτών. Ως εκ τούτου, στο μέλλον, κατά την τακτοποίηση, ουσιαστικά λήξη της επένδυσης, η Τράπεζα θα πάρει το 47% της ονομαστικής αξίας του ομολόγου. Το 53% της αξίας που κουρεύτηκε είναι μια ζημιά για την Τράπεζα σε μελλοντικό χρόνο και θεσμοθετεί μια αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση έναντι του δημοσίου
 Αν συνέβαινε το αντίστροφο (με κάποιο τρόπο) τότε θα θεσμοθετούνταν μια αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση. Επειδή η ζημιά αυτή όμως προκάλεσε και την ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών καθώς πέρασε στα ίδια κεφάλαια και επειδή όπως προείπαμε υπάρχει διαφορά μεταξύ του φορολογικού και του λογιστικού αποτελέσματος, η φορολογική διοίκηση έθεσε ένα νομικό πλαίσιο με το οποίο η ζημιά αυτή μπορεί σταδιακά να αποσβεστεί μέσω συμψηφισμού αυτής σε επόμενα χρόνια, με ενδεχόμενο φόρο εισοδήματος που θα προκύψει από τις εργασίες των Τραπεζών. Δηλαδή η φορολογική διοίκηση αποφάσισε να αναγνωρίσει τη λογιστική ζημιά που υπολογίζουν οι Τράπεζες με τα ΔΛΠ, ως φορολογική ζημιά, καλώντας τις Τράπεζες να κάνουν συμπληρωματική φορολογική δήλωση για τα ποσά αυτά. 

Τι σημαίνουν όλα αυτά για τις τράπεζες 
 Με τη διαδικασία αυτή, οι Τράπεζες, μπορούν να αποσβένουν σταδιακά τη ζημιά που έπαθαν από το PSI, συμψηφίζοντας μελλοντικό φόρο εισοδήματος που μπορεί να προκύψει από μελλοντικά κέρδη. Στην πράξη, κάτι τέτοιο σηματοδοτεί την κατοχή ενός «δικαιώματος» συμψηφισμού κεφαλαίων και όχι πραγματικά κεφάλαια. Παρόλα αυτά, το δικαίωμα αυτό αποτιμάται κανονικά και φυσικά προσμετράται, υπό συνθήκες, για τον υπολογισμό της κεφαλαιακής επάρκειας των Τραπεζών. 
 Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι η αναβαλλόμενη φορολογία είναι ένας νομικά ορθός τρόπος αντιμετώπισης των διαφορών στις αξίες των περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με τα ΔΛΠ. Η Ελληνική έννομη τάξη δεν είναι η μόνη που αντιμετωπίζει αυτά τα θέματα, παρόμοιες νομοθετικές ρυθμίσεις υφίστανται σε όλα τα Ευρωπαϊκά Κράτη, καθώς οι ζημιές λόγω πιστωτικού κινδύνου είναι ένα από τα πιο σημαντικά θέματα σε όλο το Ευρωπαϊκό Τραπεζικό σύστημα.  
 Η τελευταία ρύθμιση επί του θέματος αυτού τέθηκε με μια Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που ψηφίστηκε στις 16 Οκτωβρίου 2014 η οποία στο πέμπτο άρθρο της τροποποιεί τον Ν.4172/2013, προσθέτοντας σε αυτόν το άρθρο 27Α (αντικαθιστώντας προηγούμενο) σχετικά με την Αναβαλλόμενη Φορολογική Απαίτηση
 Moneyguru.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου