Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

Επίκαιρες σκέψεις του Ισοκράτη γιά την έξοδο από την σημερινή κρίση

Νέα Πολιτική

Εντυπωσιακές ομοιότητες δύο ιστορικών περιόδων του Ελληνισμού

του Νέστορα Ε. Κουράκη ♦

Η πορεία της χώρας μας κατά τα τελευταία περίπου 75 χρόνια, δηλαδή από την εποχή του Αλβανικού Έπους του 1940, παρουσιάζει, πιστεύω, εντυπωσιακές ομοιότητες με την αντίστοιχη πορεία της αρχαίας Ελλάδας από την εποχή των περσικών πολέμων και εντεύθεν. Και στις δύο περιπτώσεις: στην αρχή έχουμε ηρωικούς πολέμους κατά ξένων εισβολέων. Στην συνέχεια σημειώνονται αδελφοκτόνοι πόλεμοι, εθνικός διχασμός και εκατέρωθεν μισαλλοδοξία, με κύριες εκφάνσεις αφ’ ενός τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και αφ’ ετέρου τον εμφύλιο πόλεμο 1946-1949. Αργότερα παρατηρούνται όξυνση πολιτικών παθών, κλονισμός του πολιτεύματος και δημαγωγία, με αποκορύφωμα την δικτατορία, την κατάργηση των ελευθεριών και τις διώξεις των πολιτικών αντιπάλων, τόσο στην αρχαία Ελλάδα με την τυραννίδα των Τριάκοντα (404 π.Χ.), όσο και στην σύγχρονη Ελλάδα με την δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967. Και, τέλος, εμφανίζονται σοβαρότατα προβλήματα ηθικής κρίσης, οικονομικής δυσπραγίας και πολιτιστικής παρακμής, που οδηγούν μεγάλες ομάδες του πληθυσμού στην εξαθλίωση και την ίδια τη χώρα στην εξάρτηση από ξένες δυνάμεις, είτε αυτές είναι ο Μέγας Βασιλεύς των Περσών είτε και οι «τροϊκανοί» εκπρόσωποι των δανειστών μας.

Βέβαια, στο πλαίσιο αυτών των εξελίξεων, υπήρξαν και πολιτιστικά «διαλείμματα» πρώτου μεγέθους, όπως η «χρυσή» πεντηκονταετία των αρχαίων Αθηνών και οι «χρυσές» δεκαετίες του ΄50 και ΄60 στην σύγχρονη Ελλάδα, με εκπληκτική άνθιση του πολιτισμού στην ποίηση, το τραγούδι, τις τέχνες γενικότερα, και τις επιστήμες. Ωστόσο, τα φωτεινά αυτά διαλείμματα, τα «lucida intervalla», όπως αποκαλούνται στην ιατρική επιστήμη, δεν μπορούν κατά κανέναν τρόπο να ανατρέψουν την γενικότερη αρνητική εικόνα που εμφανίζει η πολιτικά ταραγμένη χώρα μας κατά τις δύο αυτές κρίσιμες περιόδους της ιστορίας της: μία εικόνα όπου κυριαρχούν η διχόνοια, ο λαϊκισμός, η δημαγωγία, η ευνοιοκρατία και η κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος.


Θα μπορούσε, βέβαια, κανείς, στο σημείο αυτό, και με αφορμή αυτούς τους παραλληλισμούς, να διερωτηθεί για τις γενικώτερες ομοιότητες που υπάρχουν στην δομή και τον «χαρακτήρα» αρχαίων και νεώτερων Ελλήνων, με επίκεντρο την άκρατη φιλαυτία και την μεταξύ τους ασυνεννοησία1, αλλά και για τους «κύκλους» που παρατηρούνται στην ιστορία εν γένει ως προς την «νομοτελειακή» κατά κάποιον τρόπο διαδοχή των πολιτευμάτων, από την αχαλίνωτη δημοκρατία προς την τυραννίδα, σύμφωνα και με τις γνωστές θεωρίες του Πλάτωνος (Πολιτ. Θ’ 564a επ.), του Πολύβιου (Στ΄ 31 επ.) και εν μέρει του Giambattista Vico (Principi di Scienza Nuova, 1725)2.

Η επικαιρότητα των παραινέσεων του Ισοκράτη στον «Αρεοπαγιτικό»

Περισσότερο χρήσιμη θεωρώ, όμως, μία άλλη προσέγγιση αυτών των ομοιοτήτων, δηλαδή τον εντοπισμό κειμένων από σημαντικούς πνευματικούς ανθρώπους της παλαιότερης ιστορικής περιόδου, που αναφέρονται στα συναφή προβλήματα της εποχής του,ς και που με τις επισημάνσεις τους παρέχουν ιδέες για το πώς θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν (και) τα προβλήματα της νεώτερης περιόδου. Ειδικώτερα στα έργα του ρήτορα Ισοκράτη (436 – 338 π.Χ.) βρίσκει κανείς διαπιστώσεις και παραινέσεις για τους τότε σύγχρονους Έλληνες που φαντάζουν να αναφέρονται κατ’ ευθείαν στο σήμερα3. Ιδίως στον λόγο του «Αρεοπαγιτικός», ο Ισοκράτης επιχειρεί να συγκρίνει τα ήθη των Αθηναίων της εποχής του Σόλωνος (640 – 560 π.Χ.) και του Κλεισθένους (περ. 570 – 500 π.Χ.) με εκείνα της εποχής του (ο «Αρεοπαγιτικός» δημοσιεύθηκε περί το 355 π.Χ. 4), οι δε ομοιότητες των όσων λέγει με την σημερινή κατάσταση της χώρας είναι εντυπωσιακές, καθώς, όπως αναφέρει ο Ισοκράτης, υπήρχαν και τότε πολλές δίκες και εγκλήματα, άγρια φορολογία και φτώχεια, αλλά και έλλειψη ασφάλειας, με τα αγροτικά σπίτια να κινδυνεύουν μέσα στην απομόνωσή τους («Αρεοπαγιτικός» κ΄- 51 & 52), ενώ και η χρησιμοποίηση δημόσιων αξιωμάτων για «τακτοποίηση» ατομικών υποθέσεων αποτελούσε τον κανόνα (θ΄-24).

Το ιδεώδες μιας μετριοπαθούς δημοκρατίας με επίκεντρο το δημόσιο συμφέρον
Πιό συγκεκριμένα, ο Ισοκράτης επισημαίνει ότι, στην εποχή του Σόλωνος και του Κλεισθένους, όταν δηλαδή ίσχυε το αρχικό (μετριοπαθές) δημοκρατικό πολίτευμα των Αθηνών και οι Αθηναίοι τελούσαν υπό την εποπτεία της βουλής του Αρείου Πάγου (εξ ου και το όνομα του λόγου «Αρεοπαγιτικός»), οι πολίτες δεν θεωρούσαν – όπως αργότερα που η δημοκρατία είχε πλέον καταρρεύσει –την αυθάδεια ως δημοκρατία, ούτε την παρανομία ως ελευθερία, ούτε την ασυδοσία του λόγου ως ισότητα δικαιωμάτων ούτε και την εξουσία να κάνουν όλα αυτά ως ευδαιμονία, αλλά το αντίθετο (η΄-20)5.

Επίσης, οι πολίτες δεν διαγκωνίζονταν για το ποιός θα καταλάβει δημόσιο αξίωμα, ώστε μέσω αυτού να τακτοποιούν τις ατομικές τους υποθέσεις εις βάρος του δημοσίου ή να κάνουν σχέδια εις βάρος των άλλων (θ΄- 24), ούτε θεωρούσαν την φροντίδα για την διοίκηση των κοινών πραγμάτων ως εμπορική επιχείρηση, ούτε ακόμη, μόλις αναλάμβαναν την εξουσία, πρόσεχαν μήπως οι προκάτοχοί τους είχαν λησμονήσει κανένα πλεόνασμα, ώστε να το οικειοποιηθούν, αλλά περισσότερο πρόσεχαν αν [οι προκάτοχοι] είχαν δείξει αδιαφορία για καμμιά υπόθεση που λόγω της επείγουσας φύσης της ήταν ανάγκη να διευθετηθεί (θ΄-25)6. Είχαν, δε, την γνώμη ότι πρέπει να φροντίζουν, ως υπηρέτες, για το συμφέρον των δημόσιων πραγμάτων7, και, αν αποδειχθούν δίκαιοι, να επαινούνται και να αρκούνται σ’ αυτήν την τιμή, αν πάλι διοικήσουν κακώς την πολιτεία, να μην ελπίζουν σε καμμιά επιείκεια, αλλ’ αντιθέτως να τιμωρούνται με την αυστηρότερη ποινή8 (θ΄- 26). Γενικώτερα, κατά την εποχή εκείνη, οι πολίτες επέλεγαν για κάθε αξίωμα τον καλύτερο και ικανότερο, γιατί πίστευαν ότι και οι άλλοι πολίτες κανονίζουν την συμπεριφορά τους ανάλογα με το παράδειγμα που παίρνουν από τους κυβερνώντες την πόλη (η΄- 22). Κριτήριο, δε, για την επιλογή των καλύτερων στην διακυβέρνηση της πολιτείας αποτελούσε κατά τον Ισοκράτη πρωτίστως η ξεχωριστή αγάπη ενός πολίτη προς το υφιστάμενο πολίτευμα (η΄- 23) και το ενδιαφέρον και η περίσκεψή του στην διοίκηση της πολιτείας (ε΄ – 13). Και τούτο διότι θεωρούσαν ότι «ψυχή» της πολιτείας είναι το πολίτευμα, που έχει τόσο μεγάλη δύναμη, όσο έχει για τον άνθρωπο η ορθή σκέψη [«φρόνησις»] (ε΄ – 14). Και ότι, αντίθετα, κανένα από τα δημόσια πράγματα δεν μπορεί να γίνει όπως πρέπει σ’ εκείνους που δεν έχουν ορθή σκέψη για την όλη διοίκηση και που στηρίζονται μόνο στην εύνοια της τύχης ή στην προσωπική αξία ενός μόνον ανθρώπου (δ΄ – 11).

Η σημασία που έχει για τον πολίτη το αίσθημα του δικαίου

Για να μπορούν, όμως, και οι πολίτες να στηρίζουν και να αγαπούν το υφιστάμενο πολίτευμα (και ως πολίτευμα [πολιτεία»] νοείται εδώ γενικώτερα η εύρυθμη σχέση των πολιτών με την πόλη τους, μέσα σ’ ένα πλαίσιο ευνομίας και ηθικότητας)9, κυρίαρχο ρόλο διαδραμάτιζαν όχι τόσο οι επιταγές των νόμων, όσο η ανατροφή και η παιδεία. «Άλλωστε», όπως αναφέρει ο Ισοκράτης, «η πληθώρα και η ακριβολογία των νόμων είναι ένδειξη ότι κακώς διοικείται μία πολιτεία, για τον λόγο ότι οι άρχοντες κινούμενοι από την διάθεση να βάλουν φραγμούς στα παραπτώματα των ανθρώπων, αναγκάζονται να ψηφίζουν πολλούς νόμους»10, ενώ το ορθό είναι «να υπάρχει μέσα στην ψυχή των πολιτών ριζωμένη η έννοια του δικαίου, καθώς οι πολίτες διοικούνται καλά όχι με τα πολλά ψηφίσματα, αλλά προπάντων με τα χρηστά ήθη των πολιτών11. Γιατί εκείνοι από τους ανθρώπους που έχουν κακή ανατροφή, δεν θα διστάσουν να παραβούν και τους πλέον ακριβολόγους νόμους, ενώ όσοι έχουν καλή ανατροφή, θα είναι πάντοτε πρόθυμοι να σέβονται και τους “απλώς” κείμενους νόμους» (ιστ΄- 40 & 41).

Όμως, για να είναι εφικτή η τήρηση των νόμων και να μη διαφθαρούν οι «καλοί χαρακτήρες» των πολιτών, πρέπει κατά τον Ισοκράτη, να διασφαλισθούν δύο σημαντικές προϋποθέσεις. Πρώτον, να υπάρχει μια εποπτεύουσα αρχή για την τήρηση των νόμων και την περιστολή των αδικιών. Και δεύτερον, να αποφεύγονται οι εύκολες αθωώσεις όσων καταγγέλλονται για αδικίες (ιη΄- 46 & 47)12. Μάλιστα στην εποχή του Σόλωνος και του Κλεισθένους, όπως τονίζει ο Ισοκράτης, οι αρχές δεν εφρόντιζαν πρωτίστως πώς να τιμωρήσουν του αμαρτάνοντες, αλλά πώς να τους προετοιμάσουν έτσι ώστε να μη περιπίπτουν πλέον σε παραπτώματα άξια να προκαλέσουν την τιμωρία τους (ιστ΄- 42).
Καλή λειτουργία της δικαιοσύνης, αίσθημα ασφάλειας και όρεξη για δουλειά

Περαιτέρω, στην παλαιότερη εκείνη εποχή δεν έλειπαν από κανένα πολίτη τα αναγκαία προς το ζην και κανένας δεν ζητιάνευε στους δρόμους (λη΄- 83) -προφανώς διότι οι πολίτες ήσαν ικανοποιημένοι με τα λίγα που είχαν-, οι δε Αθηναίοι έδειχναν φροντίδα ο ένας για τον άλλο13, χωρίς να φθονούνται μεταξύ τους, είτε πλούσιοι, είτε φτωχοί (ιβ΄- 31). Επιπλέον, όπως αναφέρθηκε ήδη παραπάνω, ούτε πολλές δίκες υπήρχαν τότε και εγκλήματα, ούτε άγρια φορολογία και φτώχεια, αλλά ούτε και έλλειψη ασφάλειας, όπως συμβαίνει στην εποχή του Ισοκράτη, οπότε τα αγροτικά σπίτια κινδύνευαν μέσα στην απομόνωσή τους (κ΄- 51 & 52). Στην εμπέδωση αυτού του αισθήματος ασφάλειας συνέβαλλε τότε, κατά τον Ισοκράτη, και η καλή λειτουργία της δικαιοσύνης, ιδίως όσον αφορά την ερμηνεία των δανειακών συμβάσεων (ιβ΄- 33 & 34).

Τέλος, ενώ οι νέοι εκείνη την εποχή έδειχναν σεβασμό στους μεγαλυτέρους (ιη΄- 49) και απασχολούνταν σε διάφορες εργασίες, στην καλλιέργεια δηλ. των αγρών, στο εμπόριο, στην ιππική, τις γυμναστικές ασκήσεις, το κυνήγι και τη φιλοσοφία, ανάλογα βέβαια και με την οικονομική τους κατάσταση (ιζ΄- 44 & 45), στην εποχή του Ισοκράτη οι νέοι συχνάζουν στα κυβευτήρια, παίζοντας τυχερά παιχνίδια, σε συνάξεις αυλητρίδων που εμπορεύονται τα σώματά τους και σε άλλες παρόμοιες ασχολίες, αναλίσκοντας μάλιστα σ’ αυτές όλη την ημέρα τους (ιη΄- 48). Όμως, όπως παρατηρεί εδώ ο Ισοκράτης, «δεν βλέπω για ποιο λόγο να κατακρίνω τους νέους και όχι εκείνους που λίγα χρόνια πριν από την εποχή μας διοικούσαν την πολιτεία και ταπείνωσαν τη δύναμη της εποπτεύουσας τα ήθη Βουλής του Αρείου Πάγου» (ιθ΄- 51).

Τα κυριώτερα διδάγματα για εποχές κρίσεων

Βέβαια οι παραπάνω σκέψεις του Ισοκράτη, όσο επίκαιρες και αν φαίνονται σήμερα, θα μπορούσαν να κατηγορηθούν για συντηρητισμό και ωραιοποίηση του παρελθόντος (“rosy retrospection”). Άλλωστε, όταν ο Ισοκράτης έγραφε τον Αρεοπαγιτικό του λόγο, ήταν πλέον 81 ετών. Ωστόσο οι αλήθειες που εμπερικλείονται σε αυτές τις σκέψεις είναι, θα έλεγα, διαχρονικές και παραπέμπουν σ’ ένα ιστορικό παράδειγμα ανθρώπων που μπόρεσαν, χάρις ακριβώς σ’ αυτόν τον τρόπο σκέπτεσθαι και δραν, να μεγαλουργήσουν στους περσικούς πολέμους και, κατά τη νεότερη εποχή, στα βουνά της Αλβανίας. Όπως μάλιστα παρατήρησε επιγραμματικά ο Ισοκράτης στο τέλος του λόγου του, με την παραδειγματική ευταξία της παλιάς εκείνης εποχής οι πολίτες εκπαιδεύθηκαν στην αρετή σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην προξενούν λύπη ο ένας στον άλλο και επιπλέον να συντρίψουν στο πεδίο της μάχης όλους όσοι εισέβαλαν στη χώρα μας (λη΄- 82)14. Επομένως η εδώ αναδρομή στον «Αρεοπαγιτικό» του Ισοκράτη θα μπορούσε να αποτελέσει και σήμερα πηγή έμπνευσης για έξοδο από την κρίση σε μια χώρα με προβλήματα παρόμοια εκείνων που ταλάνιζαν την παρηκμασμένη Αθήνα του 355 π.Χ.

Ειδικώτερα, και εν είδει ανακεφαλαίωσης, οι βασικές σκέψεις του Ισοκράτη που θα μπορούσαν ακόμη και σήμερα να έχουν χρησιμότητα, συνοψίζονται στο όραμα μιας μετριοπαθούς δημοκρατίας όπου οι πολίτες (α) δείχνουν φροντίδα ο ένας για τον άλλο μέσα σ’ ένα πνεύμα αλληλεγγύης και υπέρβασης των όποιων συναισθημάτων φθόνου μεταξύ τους, (β) είναι ολιγαρκείς στις απαιτήσεις τους και αγαπούν να εργάζονται, ανεξαρτήτως ηλικίας, (γ) έχουν έντονη μέσα στην ψυχή τους την ιδέα του δικαίου, ώστε να μη χρειάζονται πολλούς και περίπλοκους νόμους, η δε δικαιοσύνη λειτουργεί με αποφασιστικότητα και χωρίς εύκολες αθωώσεις, (δ) αποδίδουν μεγάλο βάρος στην ανατροφή και την παιδεία των νέων, έχουν δε, ως κύριο μέλημα όχι την τιμωρία όσων παρανομούν, αλλά την προετοιμασία τους για να μην παρανομήσουν, (ε) επιλέγουν για τη διακυβέρνησή τους εκείνους τους ανθρώπους που αγαπούν το υφιστάμενο πολίτευμα και που έχουν ορθή σκέψη για τον τρόπο του διοικείν, φροντίζοντας ως υπηρέτες αποκλειστικά και μόνο για το συμφέρον των δημοσίων πραγμάτων, (στ) επιδεικνύουν ιδιαίτερη αυστηρότητα εάν οι δημόσιοι αξιωματούχοι διοικήσουν κακώς την πολιτεία, και (ζ) έχουν ως υπόδειγμα της δικής τους συμπεριφοράς αυτό των άξιων κυβερνητών τους, υποκείμενοι πάντως σε συνεχή εποπτεία από δημόσια αρχή ως προς την τήρηση των νόμων και την περιστολή των αδικιών.

Κριτική τοποθέτηση στις παραινέσεις του Ισοκράτη

Βέβαια, οι επτά αυτές παραινέσεις εμφανίζονται εδώ κάπως γενικές και αόριστες, χωρίς συγκεκριμένες προτάσεις ως προς τον τρόπο υλοποίησής τους. Ωστόσο είναι φανερό ότι οι παραινέσεις αυτές αποτελούν οραματικούς στόχους και ότι περαιτέρω εξειδίκευσή τους εναπόκειται σε αυτούς που θα θελήσουν να προχωρήσουν στην πραγμάτωσή τους, είναι δηλαδή κάτι σαν την κατεύθυνση την οποία δείχνει η πυξίδα στον ναυτικό. Ούτε βέβαια θα μπορούσαμε να αξιώσουμε από τον Ισοκράτη κάτι περισσότερο από «προγραμματικές» παραινέσεις, αφού ανάμεσα στην εποχή του και τη δική μας μεσολαβούν πάνω από 2.300 χρόνια, με ό,τι σημαίνει αυτό ως προς τις (διαφορετικές) συνθήκες ζωής και δράσης των μετεχόντων σε μια κοινωνία.

Επίσης, οι παραινέσεις του Ισοκράτη θα μπορούσαν να κατακριθούν ως ανούσιες κοινοτυπίες, χωρίς καμιά ευρηματικότητα. Όμως και αυτή η ένσταση δεν φαίνεται να ευσταθεί, αφού οι εν λόγω παραινέσεις, έστω και αν έχουν διαχρονικό χαρακτήρα, αφορούν την αντιμετώπιση μιας εξαιρετικά δυσλειτουργικής κατάστασης σε μια συγκεκριμένη εποχή αντίστοιχη, τηρουμένων των αναλογιών, με τη δική μας και επομένως αποτελούν έναν συγκεκριμένο τρόπο «θεραπείας» για την εποχή μας, εποχή κρίσης. Άλλωστε, όσο και αν τα μέτρα που προτείνει ο Ισοκράτης μέσω των παραινέσεών του φαίνονται αυτονόητα, όμως ως προς την εφαρμογή τους εμφανίζουν ιδιάζουσες δυσκολίες και προϋποθέτουν σθεναρή πολιτική βούληση π.χ. σχετικά με την αυστηρή τιμώρηση υπουργών για κακοδιοίκηση σε εποχές κατά τις οποίες (όπως σήμερα) οι υφιστάμενοι συνταγματικοί περιορισμοί υπονομεύουν δραστικά το έργο της δικαιοσύνης στη σύγχρονη Ελλάδα. Επομένως και από την άποψη αυτή οι παραινέσεις του Ισοκράτη αποτελούν αναμφίβολα ένα κίνητρο για λήψη από τους διοικούντες αποφασιστικών πρωτοβουλιών προς την ορθή κατεύθυνση.

Περιοδικό Νέα Πολιτική

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου