Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

Ελευθερία και ασφάλεια

Νέα Κρήτη


Όσοι είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν την ελευθερία τους για ασφάλεια δεν θα έχουν τίποτα από τα δύο.
Βενιαμίν Φραγκλίνος, 1706-1790, Αμερικανός πολιτικός & συγγραφέας
* * *
Η ανάγκη διασφάλισης της ομαλής και ειρηνικής συνύπαρξης στα πλαίσια μιας οργανωμένης κοινωνίας οδήγησε στην διαμόρφωση νόμων που αποτύπωναν την κοινή συνισταμένη βούληση συνύπαρξης επί τη βάσει συγκεκριμένων αρχών, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων με αναφορά πάντα στην κυρίαρχη οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά τάξη.
Του νομικού Δημήτρη Κλαράκη
Επειδή όμως καμία κοινωνία δεν αποτελεί την ιδανική πολιτεία, εξαρχής προέκυψε η ανάγκη να υπάρχει ένας αποτελεσματικός αποτρεπτικός και κατασταλτικός μηχανισμός απέναντι σε επιβουλές της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, βασιζόμενος σε δύο διακριτά σκέλη: αφενός στην καταστολή και αφετέρου στην τιμωρία ως παραδειγματισμό αλλά και ως μέσο διαπαιδαγώγησης και επανένταξης.
Το ρόλο της τιμωρίας, απονομής δικαιοσύνης ανέλαβε ένα ιδιαίτερο σώμα, οι δικαστές και το ρόλο της καταστολής, μια ένοπλη ομάδα, που στη σημερινή της μορφή τη γνωρίζουμε όλοι ως αστυνομία.
Είναι προφανές πως η ύπαρξη και των δυο πυλώνων είναι απαραίτητη διότι προορίζονται να υπηρετούν τη νομιμότητα και την δικαιοσύνη, προστατεύοντας τους πολίτες από κακόβουλες ενέργειες, προσβολές των δικαιωμάτων και ελευθεριών τους.
Πολλές φορές όμως η αστυνομία, ως ένοπλο σώμα καταστολής, αποτέλεσε το μακρύ χέρι της εξουσίας, λειτουργώντας ως κατασταλτικός μηχανισμός του φρονήματος, των πολιτικών πεποιθήσεων, ως εργαλείο εκφοβισμού. Ο φόβος του χωροφύλακα που υπήρχε στις προηγούμενες δεκαετίες είναι ένα καλό παράδειγμα που δείχνει πως η αστυνομία από προστάτης έγινε δυνάστης και δήμιος των πολιτών, μετατρεπόμενη σε πραιτοριανή φρουρά της εξουσίας.  

Στις μέρες μας η αντιπάθεια για την αστυνομία σε μεγάλα στρώματα της κοινωνίας παραμένει ισχυρή. Συντείνει στην πεποίθηση αυτή η εικόνα πάνοπλων ανδρών επίλεκτων δυνάμεων που συγκρούονται με διαδηλωτές που απλά διαδηλώνουν για τα δικαιώματα τους.
Να καταργήσουμε επομένως την αστυνομία και να αρκεστούμε σε μια αυτορρύθμιση της κοινωνίας? Αυτό είναι το ευκταίο αλλά όχι εφικτό στην παρούσα φάση. Η αυτορρύθμιση της κοινωνίας χωρίς δικαστήρια, νόμους, αστυνομία είναι εξίσου άτοπη και ουτοπική με την αυτορρύθμιση των αγορών. Δεν έχουμε ούτε κατ  ελάχιστον προσεγγίσει τέτοιο βαθμό ωριμότητας, παιδείας για να οδηγηθούμε σε ένα τέτοιο μοντέλο.
Η αστυνομία είναι λοιπόν ένα αναγκαίο μέσο για να εφαρμόζεται στην πράξη ο νόμος και οι αποφάσεις των δικαστηρίων. Η κριτική που της ασκείται είναι δικαιολογημένη, γόνιμη και αντί να πυροβολούμε την αστυνομία ως θεσμό καλύτερο είναι να δούμε πως θα τη μετατρέψουμε σε όργανο στην υπηρεσία των πολιτών και όχι της εκάστοτε εξουσίας και των ισχυρών συμφερόντων.
Τόσο στα αστικά κέντρα όσο και στην ύπαιθρο παρατηρείται κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας. Αποτελεσματική αστυνόμευση δεν επιτυγχάνεται όμως με περιστασιακούς αστυνομικούς ελέγχους  επιχειρήσεις ούτε με την ωμή χρήση αστυνομικής βίας. Ο ρόλος του αστυνομικού δεν είναι να βρίσκεται απέναντι σε διαδηλωτές με πλήρη στρατιωτική εξάρτηση, ούτε να είναι το φόβητρο του πολίτη αλλά να διώκει  το έγκλημα και να προστατεύσει τους πολίτες από κάθε επιβουλή κατά της ζωής, ιδιοκτησίας, αξιοπρέπειας τους, των δικαιωμάτων τους.
Πρέπει να υπάρξουν μεγάλες, ριζικές τομές και στο θέμα της δημόσιας τάξης. Να προσεγγίσουμε εξαρχής το ζήτημα ανταποκρινόμενοι στις τρέχουσες πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας για ασφάλεια χωρίς παραχωρήσεις και ευτελισμό ελευθεριών και δικαιωμάτων, πάντα στα πλαίσια των δημοκρατικών αρχών, των νόμων και του συντάγματος.
Ίσως είναι η κατάλληλη στιγμή να μελετήσουμε μια ουσιαστικά αποκεντρωμένη δομή της αστυνομίας. Ο υδροκεφαλισμός που πλήττει όλη την κρατική μηχανή δεν εξαιρεί τα σώματα ασφαλείας. Πρέπει να υπάρξει ένας αποτελεσματικός τρόπος οργάνωσης που να φέρει την αστυνομία οργανωτικά, λειτουργικά, ως παρουσία δίπλα στον πολίτη, μέσα στην κοινωνία. Ίσως κάτι τέτοιο να το εξυπηρετούσε η υπαγωγή της λειτουργίας και ευθύνης της αστυνομίας διοικητικά, ιδίως στα αστικά κέντρα, όχι στην κεντρική κυβέρνηση, σε ένα υπουργείο αλλά στους κατά τόπους δήμους ή στην ευθύνη των 13 αιρετών περιφερειών. Έτσι η τοπική αυτοδιοίκηση που είναι η πλησιέστερη στον πολίτη εξουσία και ως εκ τούτου γνωρίζει καλύτερα τα τοπικά προβλήματα και ιδιαιτερότητες θα ήταν σε θέση να  οργανώσει αποτελεσματικότερα τη δράση και διάρθρωση της αστυνόμευσης στο χώρο αρμοδιότητας της.
Είναι αδήριτη ανάγκη  να υπάρχει οργανωμένη μόνιμη αστυνομική παρουσία, τμήματα ή σταθμοί, τόσο στις πόλεις όσο και στην ενδοχώρα. Οι έκτακτοι έλεγχοι, τα μπλόκα, τα ΤΑΕ δεν υποκαθιστούν την ανάγκη συνεχούς και μόνιμης παρουσίας αστυνομίας που εμπεδώνει αίσθημα ασφάλειας και αναπτύσσει δεσμούς με την τοπική κοινωνία.
Είναι λογικό η αστυνομία να διαχωρισθεί σε επιχειρησιακούς κλάδους αναλόγως του έργου και της αποστολής της. Οι ανάγκες αστυνόμευσης πχ στην ύπαιθρο είναι εντελώς διαφορετικές από το κέντρο μιας μεγάλης πόλης.  Στην ύπαιθρο η ζωοκλοπή, οι καταπατήσεις αποτελούν καθημερινό φαινόμενο ενώ σε μια πόλη όπως το Ηράκλειο βρίσκονται οι διωκτικές αρχές συχνά αντιμέτωπες με κλοπές κατοικιών, ληστείες, φόνους. Για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της εγκληματικότητας ανάλογα με το είδος και τις τοπικές ιδιαιτερότητες ένας διαχωρισμός σε σώμα αστυνόμευσης πόλων (κάτι σαν αστυνομία πόλεων- δημοτική μητροπολιτική αστυνομία), και σε σώμα αστυνόμευσης και φύλαξης υπαίθρου να συνέδραμε προς αυτή την κατεύθυνση με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι ανάλογα θα υποστηριζόταν η εκπαίδευση, ο εξοπλισμός και το ανθρώπινο δυναμικό κάθε σώματος, κλάδου.
Η αστυνομία θα πρέπει να εκπαιδευθεί, να οργανωθεί, να εξοπλιστεί και να λειτουργεί ως αυστηρά αστυνομικό σώμα με αποκλειστικό καθήκον την προστασία των πολιτών, και όχι να στρατιωτικοποιηθεί περαιτέρω χρησιμοποιούμενη ως όργανο καταστολής πλήθους ομοιάζοντας στην όψη, εξοπλισμό και τακτική με στρατιωτική μονάδα. Το να θυμίζει η αστυνομία στρατιωτικό σώμα, ακόμα και στην εξωτερική εμφάνιση των περιπόλων της αλλά και στα μέσα και τακτικές που μετέρχεται, δεν εξυπηρετεί το σκοπό ίδρυσης και λειτουργίας της, δεν εξυπηρετεί τον ίδιο το θεσμό και δημιουργεί αρνητικούς συνειρμούς. Άλλη η δουλειά, η φύση, οργάνωση, μέσα και λειτουργία του στρατού και άλλη της αστυνομίας. Όταν αρχίζουν να μπερδεύονται και να γίνονται δυσδιάκριτα τα διαχωριστικά όρια υπάρχει πρόβλημα.
Οι αστυνομικοί, ο μεγάλος όγκος τους, πρέπει να βρίσκονται καθημερινά στη μάχη κατά του εγκλήματος και της προστασίας του πολίτη και να μην είναι σοφέρ, σωματοφύλακες επωνύμων ούτε να διοχετεύονται σε δυνάμεις καταστολής διαδηλωτών όπως τα ΜΑΤ. Ο αντίπαλος της αστυνομίας δεν είναι ο πολίτης που διαδηλώνει για τα δικαιώματα του. Ο φυσικός λειτουργικός ρόλος της αστυνομίας δεν είναι να διώκει ούτε το φρόνημα, ούτε την ιδεολογία, ούτε τους κοινωνικούς αγώνες και δεν πρέπει να αποτελεί πραιτοριανό σώμα διαφύλαξης της εκάστοτε εξουσίας. Η αστυνομία υπηρετεί και ομνύει μόνο στο σύνταγμα, στη νομιμότητα, στους πολίτες.  
Ο μόνος δρόμος εξόδου από το σημερινό τέλμα είναι οι ρίξεις με το παρελθόν, οι υπερβάσεις που καλούμαστε να κάνουμε συλλογικά και συγκροτημένα κόντρα σε στερεότυπα και κατεστημένα δεκαετιών. Για να τα υπερβούμε όμως συλλογικά πρέπει να τα υπερβούμε πρώτα ατομικά και κυρίως να υπερβούμε τους εαυτούς μας αναλαμβάνοντας την ευθύνη για το αύριο, για την κοινωνία που θέλουμε χωρίς αναθέσεις.
Όταν ο λαός φοβάται την κυβέρνηση, υπάρχει τυραννία. Όταν η κυβέρνηση φοβάται το λαό, υπάρχει ελευθερία.
Τόμας Τζέφερσον, 1749-1826, Αμερικανός πρόεδρος [1801-1809]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου