Σάββατο 5 Ιουλίου 2014

Ο επαρχιωτισμός της ελληνικής οικονομικής ιδεολογίας

Νέα Πολιτική


του Ραφαήλ Καλυβιώτη

♦ Πολλά μπορεί να καταμαρτυρήσει κανείς στο Σκανδιναυϊκό οικονομικό μοντέλο και όλα αυτά που το τελευταίο συνεπάγεται, όπως τον καταναγκασμό μέσω ενός κεντρικού σχεδιασμού, την έλλειψη αυθορμητισμού και ατομικότητας, και, εν πάση περιπτώσει, μία από τα άνω κατασκευασμένη κοινωνία. Παρά ταύτα, είναι το μοντέλο των Σκανδιναυών, και είναι σχεδόν αδύνατον να αναπαραχθεί οπουδήποτε αλλού.

Ένας από τους λόγους που αδυνατεί η ΕΕ να επιλύσει την οικονομική κρίση που αντιμετωπίζουν τα μέλη της, είναι ακριβώς αυτός. Ότι δηλαδή δεν διαθέτει μηχανισμούς εντός της διοικητικής της δομής, που να συλλέγουν τα ιδιαίτερα στοιχεία από τις εθνικές οικονομίες και να προσαρμόζουν ένα μείγμα κατάλληλης οικονομικής πολιτικής, το οποίο θα επέτρεπε στις χώρες αυτές να αναπτύξουν τα εκάστοτε συγκριτικά τους πλεονεκτήματα. Εάν μάθαμε κάτι από αυτήν την οικονομική κρίση, είναι ότι δεν ταιριάζει σε όλες τις χώρες το ίδιο μοντέλο οικονομίας. Η περίφημη «τρόϊκα», καίτοι έχει προβεί σε ορισμένες σωστές μεταρρυθμίσεις, χρησιμοποιεί παρά ταύτα μοντέλα οικονομικής ανάλυσης τα οποία έχουν μία τυποποιημένη «διεθνή ισχύ». Όμως, όταν παρακάμπτονται χαρακτηριστικά όπως η κοινωνική πολυπλοκότητα, η κυρίαρχη κουλτούρα και οι θεσμικές ιδιομορφίες της κάθε χώρας, το αποτέλεσμα δεν είναι το επιθυμητό.

Σε αυτό, φυσικά, ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης καταλαμβάνει και ο αποδέκτης της υφιστάμενης οικονομικής πολιτικής. Εις ό,τι αφορά την χώρα μας, οι εθνικές της ηγεσίες δεν έχουν επιτύχει να αντιπροτείνουν μέτρα τα οποία να εφάπτονται στην λογική του «συγκριτικού πλεονεκτήματος». Αυτό εν πολλοίς εκπηγάζει από τον επαρχιωτισμό στην σκέψη και στην δομή που διακατέχει τους διανοουμένους και την πολιτική ηγεσία. Ο βαλκανικού τύπου καπιταλισμός της Ελλάδας χαρακτηρίζεται από έναν άκριτο θαυμασμό σε ξένα πρότυπα, τα οποία επ’ ουδενί δεν ταιριάζουν στην ιστορική πορεία διάρθρωσης της οικονομίας μας. Μιμείται, δηλαδή, ο Ελληνισμός, εν είδει ιθαγενούς, θεσμούς που δεν προσιδιάζουν στην κουλτούρα του, καταλήγοντας σε ένα κακέκτυπο του δυτικού καπιταλισμού.
Έτσι, αφ’ ενός, δεν εξετάζονται τρόποι γιά να καταστούν πιο ανταγωνιστικές οι μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν οργανικό στοιχείο της ελληνικής οικονομίας. Αντίθετα, με μία κακή έννοια τεχνοκρατίας, εισάγουμε σχήματα, ποσοστά και αριθμούς που ακολουθούν οι δυτικές χώρες, η ιστορική διαδρομή των οποίων είναι παντελώς διαφορετική, οικοδομημένη δηλαδή από την δημιουργία μεγάλων βιομηχανιών και επιχειρήσεων. Αποσιωπάται το γεγονός ότι, εάν μειωθούν οι ασφαλιστικές εισφορές και δοθούν κίνητρα, είναι απόλυτα εφικτό μικρές επιχειρήσεις με μικρό κεφάλαιο να παράξουν σύνθετα προϊόντα. Υπενθυμίζω απλά: Startups. Εξ ου και η έννοια του «Συγκριτικού Πλεονεκτήματος».


Αφ’ετέρου, το κακέκτυπο το οποίο δημιουργήθηκε στην Ελλάδα, ο πολυδαίδαλος παρεοκρατικός καπιταλισμός (μεγάλο κράτος στο οποίο έχουν πρόσβαση οι ολιγάρχες), έχει έναν κοινό εχθρό: τις μεγάλες επιχειρήσεις που καινοτομούν και δύνανται να πωλήσουν ένα καινούργιο προϊόν φθηνά! Οι εθνικοί μας εργολάβοι, οι διάφορες επιχειρήσεις τηλεπικοινωνιών κοκ απλούστατα δεν είναι ανταγωνιστικές, διότι καταλαμβάνουν χώρο στην ελληνική οικονομία όντας προστατευμένες. Δεν έχουν να ανταγωνιστούν κολοσσούς. Αλλά και εάν έχουν, γίνεται συμφωνία αύξησης τιμών εν είδει καρτέλ. Συμμαχούν, χρόνια τώρα, βολευμένοι σε ένα σύστημα κλειστό και γραφειοκρατικό, ούτως ώστε να μην έχουν να ανταγωνιστούν επιχειρήσεις που θέλουν να εισαγάγουν καινοτόμα προϊόντα στην Ελλάδα. Αλλά και αντίστροφα, οι μεγάλες επιχειρήσεις που παίρνουν το ρίσκο να εισαγάγουν ένα καινούργιο προϊόν στην Ελλάδα, επ’ουδενί δε θα αναλάβουν το ρίσκο εάν δεν γνωρίζουν ότι σε περίπτωση που κερδίσουν θα μπορούν να συσσωρεύσουν κεφάλαιο εν αναλογία του ρίσκου που αναλαμβάνουν.

Η δομή αυτού του παρεοκρατικού καπιταλισμού είναι εκείνη που χρόνια αποτρέπει και την αποκέντρωση, που μπορεί να αποτελέσει την κινητήριο δύναμη της ελληνικής επαρχίας. Με το σημερινό καθεστώς, εάν ένας επιχειρηματίας που θέλει να κατασκευάσει ένα εργοστάσιο έχει ως αντίπαλό του το Κράτος, τότε η γραφειοκρατία θα τον τσακίσει ή θα «λαδώσει την γραφειοκρατία» για να επιτύχει τον σκοπό του, ασχέτως συμφερόντων της τοπικής κοινότητος.
Εάν όμως εφαρμοσθεί μία εξορθολογισμένη αποκέντρωση, η οποία συνάδει με την ιστορία μας, που εφάπτεται της κουλτούρας του παραγωγικού κοινοτισμού, τότε ο επιχειρηματίας θα αντιμετωπίσει τα κοινοτικά συμφέροντα από τους οργανωμένους πολίτες της κοινότητας, με οργανωμένες αντιρρήσεις που συνοψίζονται στα αρκρωνύμια NIMBY = «Notin My Backyard” και BANANA = «Build Absolutely Nothing Anywhere Near Anybody”. Ο τοπικός άρχων θα συμμαχήσει με τους πολίτες εάν θέλει να επανεκλεγεί, ή εν πάση περιπτώσει θα ξεκινήσει ένας διάλογος για το ανταποδοτικό όφελος της κατασκευής εργοστασίου εν σχέσει προς τις θέσεις αγοράς εργασίας που θα προσφερθούν. Εάν οι πολίτες θεωρήσουν ότι όντως τους ωφελεί, θα δεχθούν το έργο δίχως αντίρρηση. Σε αντίθετη περίπτωση, ο πολίτης δύναται να χρησιμοποιήσει το όπλο του τοπικού δημοψηφίσματος, το οποίο βέβαια συνταγματικά δεν μπορεί να αντιτίθεται στην εθνική μας  κυριαρχία, όπως στην περίπτωση της Θράκης.

Η Πατρίδα μας έχει φθάσει στο σημείο μηδέν. Διαθέτουμε το ανθρώπινο δυναμικό να αλλάξουμε την χώρα. Πρέπει, όμως, να αλλάξει πρώτα από όλα η κουλτούρα με την οποία σκεπτόμαστε τον Συλλογικό μας Εαυτό. Για αυτό και η έννοια της Ταυτότητας δεν είναι θεωρητικολογία, αλλά μάλλον μία επίπονη άθληση, στην οποία λίγοι ενδιαφέρονται να μετάσχουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου