Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Το «αλφάβητο» της δημοσιονομικής κρίσης

sofokleous10


Ένα χρόνο το ερώτημα ήταν «αν». Σήμερα, το «αν» ξεπεράστηκε. Αναρωτιούνται πλέον οι αγορές «πόσο έντονη θα είναι» και «πόσο θα κρατήσει». 

Ο λόγος για την οικονομική ύφεση και οι αναλυτές έβγαλαν το αλφάβητο για να την περιγράψουν. Θα μοιάζει με το λατινικό V: έντονη αλλά μικρής διάρκειας; Ή μήπως με το U: πιο ήπια αλλά μακρύτερης διάρκειας; Ή, θεός φυλάξοι, με το W: απότομη και μακριάς διάρκειας με πρόσκαιρες, αλλά ανεδαφικές βελτιώσεις; 

 Και αφού περιγράφουν την οικονομία, γιατί να μην κάνουν και το ίδιο για τις αγορές. Η παρέλαση των γραμμάτων συνεχίζεται και εκεί: V, U, W, και, για τους πιο αισιόδοξους, το J. Λιγότερο με ανάλυση μοιάζει αυτό και περισσότερο με «σούπα» με τα ζυμαρικά που έχουν το σχήμα των γραμμάτων της αλφαβήτου.

Στην ουσία, βέβαια, τα ερωτηματικά είναι εύλογα. Βρίσκεται η αμερικανική και η παγκόσμια οικονομία σε ύφεση; Η δημοσιονομική κρίση, το στέρεμα της ρευστότητας και η ενίσχυση της ανεργία σε ΗΠΑ και ευρωζώνη οδηγούν άραγε την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση; Και αν είμαστε ήδη σε ύφεση, ήρθε μήπως ο καιρός των αρκούδων; Δύσκολο να το πει κανείς με βεβαιότητα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι επενδυτές δεν πρέπει να ξεχνάνε δύο βασικές αρχές. Καταρχάς, σπάνια στις αγορές τα πράγματα είναι αυτά που φαίνονται. Και κατά δεύτερο λόγο, οι αγορές δεν είναι το καλύτερο βαρόμετρο για την οικονομία. Εξάλλου, όπως είχε πει και παλαιότερα ο βραβευμένος με Νόμπελ, οικονομολόγος Πολ Σάμουελσον, οι αγορές έχουν προβλέψει εννέα από τις τελευταίες πέντε υφέσεις.



Επιτόκια και ύφεση

Η πιθανότητα να έχει εισέλθει η αμερικανική οικονομία σε ύφεση σήμερα είναι ιδιαίτερα υψηλή. Το παραδέχθηκε άλλωστε έμμεσα ο διοικητής της Fed, κ. Μπ. Μπερνάνκι. Οι χρηματιστηριακές αγορές, μετά τη Μαύρη Δευτέρα του 1987, ανέβαιναν διαρκώς. Η ύφεση του 1990 και 1991, η οποία ακολούθησε, δημιούργησε μία περίοδο έντονης μεταβλητότητας, πτώσης των αγορών και πυροδότησε έντονες ανησυχίες. Αμέσως μετά, όμως, το 1992, ξεκίνησε η μεγαλύτερη σε διάρκεια και σε μέγεθος αγορά των ταύρων, η οποία έκλεισε μόνο το 2000 με το ξεφούσκωμα των εταιρειών Ιντερνέτ. Και μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers, ακολούθησε χρηματιστηριακό κραχ. Από το Μάρτιο, όμως ου 2008 μέχρι και το 2010 οι αγορές εισήλθαν σε ανοδικό κανάλι. Μήπως, λοιπόν, βρισκόμαστε σήμερα σε μία αντίστοιχη κατάσταση;


Αντίλογος στα σενάρια καταστροφής

Μπορεί στις αγορές τόσο πέρυσι όσο και φέτος να υπάρχουν έντονες διακυμάνσεις λόγω της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, ωστόσο δεν έχουν λείψει τα δυναμικά rebound. Από τις αρχές του 2005 μέχρι σήμερα οι μετοχές έχουν καταγρ’άψει σημαντικά κέρδη, τα οποία δικαιολογούν την ανατίμηση της βάσης κάθε επένδυσης, το ρίσκο. Αυτή είναι η πραγματική ουσία των αγορών σήμερα, καθώς η δημοσιονομική κρίση, και η έλλειψη ρευστότητας δημιουργούν ισχυρές πτωτικές πιέσεις.

Οι μακροχρόνιες αποδόσεις των αγορών δίνουν μία ιδιαίτερα διαφωτιστική εικόνα. Τα τελευταία 20 χρόνια η ετήσια απόδοση του Παγκόσμιου Χρηματιστηριακού Δείκτη της MSCI είναι της τάξης του 7%. Δηλαδή, αν στα τέλη του 1987 ένας επενδυτής είχε τοποθετήσει 10.000 δολάρια σε ένα καλάθι διεθνών μετοχών, με ευρύτατη διασπορά θα είχε σήμερα 30.000 δολάρια. Παρά τα σκαμπανεβάσματα των αγορών, συμπεριλαμβανομένης της μεγαλύτερης κρίσης την τριετία 2000 έως 2003 αλλά και της κρίσης των subprimes το 2007 το αρχικό κεφάλαιό του θα είχε σχεδόν τετραπλασιαστεί. Και αυτό χωρίς να έχουν υπολογισθεί μερίσματα, καθώς δεν συμπεριλαμβάνονται στην κατάρτιση των δεικτών της MSCI. Ακόμα υψηλότερες αποδόσεις θα είχε με τις ευρωπαϊκές μετοχές. Ενα αντίστοιχης αξίας χαρτοφυλάκιο ελληνικών μετοχών θα άξιζε σήμερα 90.000 δολάρια, ενώ οι αναδυόμενες αγορές, παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις, 110.000 δολάρια.

Ακόμα, όμως, και με μακροχρόνιους ορίζοντες, είναι δύσκολο να παραμένει ένας επενδυτής ψύχραιμος, όταν βλέπει τις αγορές να κινούνται χωρίς ουσιαστική τάση. Ιδίως όταν η πτώση των αγορών θυμίζει έντονα την περίοδο της χρηματιστηριακής κρίσης, η οποία ξέσπασε μόλις έσκασε η φούσκα των εταιρειών Ιντερνετ το Μάιο του 2000 αλλά και όταν χρεοκόπησε η Lehman, το Σεπτέμβριο του 2007. Δεν είναι δύσκολο να αφυπνιστούν οι φόβοι ότι επέρχεται μία καταστροφή. Φτάνει αφενός μία σειρά αδύναμων μακροοικονομικών μεγεθών στις μεγάλες οικονομίες του πλανήτη και αφετέρου κάποια αρνητικά εταιρικά αποτελέσματα και οι αγορές καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι, φοβούμενες ότι επέρχεται οικονομική ύφεση. Η οποία, αν συνδυαστεί με τις ανησυχίες για ένταση των πληθωριστικών πιέσεων, ανασύρει το σκιάχτρο του στασιμοπληθωρισμού των αρχών της δεκαετίας του 1970.


Μετατόπιση κεφαλαίων

Η κρίση χρεών που πλήττει τον ευρωπαϊκό νότο ανέδειξε τις αδυναμίες της Ευρωζώνης, αλλά και την εύθραυστη ισορροπία στην οποία βρισκόταν. Και οι επενδυτές έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται αν το ρίσκο τους αποτιμάται ορθά. Ακριβώς όπως και στην Ιαπωνία στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η κρίση είναι πλέον ορατή. Καταρχάς μία κρίση εμπιστοσύνης. Δεν είναι δικαιολογημένη η διατήρηση της χρηματοδότησης του υπέρογκου δημοσιονομικού ελλείμματος και του χρέους με χαμηλό κόστος από τους ξένους κεντρικούς τραπεζίτες. Μία σαφέστατη ένδειξη της εξόδου από τις ριψοκίνδυνες αγορές προς άλλες πιο ασφαλέστερες. Η ίδια εικόνα εμφανίζεται και στις επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα. Ψηφίζουν δηλαδή οι επενδυτές «με τα πόδια» και τα κεφάλαια τους οδηγούνται εκεί που τη στιγμή αυτή υπάρχει σταθερότητα και ανάπτυξη. Η Γερμανία, οι ΗΠΑ και η Ασία είναι τη στιγμή αυτή οι βασικοί επενδυτικοί προορισμοί, καθώς εντείνονται οι φόβοι πως το ευρώ θα διαλυθεί. 

Οι συγκεκριμένες ανησυχίες οδηγούν τους επενδυτές στο να αποεπενδύονται από τις ευρωπαϊκά assets (μετοχές, ομόλογα, ευρώ) και να στρέφονται σε ασφαλή επενδυτικά καταφύγια. Δεν είναι τυχαίο πως έξι χώρες εμφανίζουν το τελευταίο διάστημα αρνητικές αποδόσεις στα κρατικά τους ομόλογα που λήγουν σε δυο ή λιγότερα χρόνια. 

Οι χώρες με αρνητικές αποδόσεις είναι η Γερμανία, η Φινλανδία, η Δανία, η Ελβετία, η Ολλανδία και, προσφάτως, η Αυστρία. Η απόδοση του διετούς ελβετικού ομολόγου είναι η χαμηλότερη από τις προαναφερθείσες χώρες, στο -0,55%, ενώ της Αυστρίας υποχώρησε πριν λίγες ημέρες στο -0,01%. Της Γαλλίας κοντεύει να «γυρίσει» σε αρνητικό έδαφος, το Βέλγιο και το EFSF «κατάφεραν» στις 17 Ιουλίου να πουλήσουν βραχυπρόθεσμους τίτλους με αρνητικό επιτόκιο για πρώτη φορά, ενώ η Γερμανία κατά τη δημοπρασία 2ετών τίτλων στις 18 του μήνα ύψους 4,2 δισ. ευρώ, δανείστηκε με επιτόκιο -0,06%. Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που διετές ομόλογο πωλείται με αρνητικό επιτόκιο. σύμφωνα με τους επενδυτές, η διαφοροποίηση αυτή είναι προϊόν της κρίσης της ευρωζώνης και των δυσοίωνων οικονομικών προοπτικών, παράλληλα όμως αντανακλούν την πιθανότητα ανατιμήσεων σε ορισμένα assets. Αν, για παράδειγμα, διαλυθεί η ευρωζώνη, τα γερμανικά ομόλογα θα πάρουν μεγαλύτερη ονομαστική αξία σε γερμανικά μάρκα. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου